Μετά από ένα μουσικό διάλειμα με τους Πυξ Λαξ επιστρέφουμε στα δικά μας, δηλαδή στην ιστορία της αγαπημένης μας πόλης.
Σήμερα θα παρουσιάσουμε ένα άρθρο του 1897 που αφορά και αυτό δυστυχώς στον ατυχή Ελληνοτουρκικό πόλεμο. Το απόσπασμα είναι από την εφημερίδα "ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ" φύλλο 236, 27 Ιουν1897 που εκδιδόταν τότε στην ελεύθερη Ελλάδα.
Να ευχαριστήσω τον κύριο Γιάννο, από το διπλανό όμορφο Νικολίτσι που μου έστειλε το κείμενο. Χαίρομαι που υπάρχουν άνθρωποι όπως αυτός που αφιερώνουν τον πολύτιμο ελεύθερο χρόνο τους για τις ιδιαίτερες πατρίδες τους.
Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2007
Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2007
Συνέντευξη ΠΥΞ ΛΑΞ στο περιοδικό Ωs3
Τους είχα πρωτογνωρίσει στην Άρτα, στο club Moby, ένα κρύο χειμωνιάτικο βράδυ. Ακούσαμε ωραίες μουσικές και μιλήσαμε για έρωτες και άλλα δαιμόνια. Ωραίοι τύποι χαλαροί, χωρίς τουπέ και με μεγάλες δόσεις μελαγχολίας. Όπως και τα τραγούδια τους. Λίγες ημέρες αργότερα μου τηλεφώνησαν και μου ζήτησαν να παίξω μουσική πριν την συναυλία που θα έδιναν στα Γιάννενα. Πήγα. Ρόκ και Σόουλ μουσικές πρίν και στο διάλλειμα της συναυλίας τους. Μερικά χρόνια αργότερα τηλεφώνησα στον Φίλιππο Πλιάτσικα και του ζήτησα μια συνέντευξη για το συγκρότημα. Μου μίλησε για όλους και για όλα. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό τέχνης Ωs3, το 2003, αν θυμάμαι καλά. Την αναδημοσιεύω για να θυμηθούμε τι έλεγε ο Φίλιππος πρίν διαλυθεί το συγκρότημα.
Πως προέκυψε η συνεργασία με τον Eric Burdon;
Ξεκίνησε από μια ιδέα που είχαμε και κατέληξε ευτυχώς για μας αισίως, να πάρουμε κάποια παλιότερα τραγούδια δικά μας και να γίνει παραλλαγή με νέα ενορχήστρωση και αγγλικό στίχο. Επιπλέον θέλαμε να τα τραγουδήσουν άνθρωποι που έχουμε αγαπήσει πάρα πολύ την ιστορία τους, αλλά και τον τρόπο που δρουν και ζουν μέσα στην μουσική. Ένας από αυτούς ήταν ο Eric Burdon και νομίζω πως όλοι όσοι ασχολούνται με την μουσική καταλαβαίνουν ότι είναι μια από τις μεγαλύτερες μορφές της παγκόσμιας ροκ σκηνής.
Ήταν δύσκολο να τον προσεγγίσετε;
Τελικά δεν ήταν και τόσο δύσκολο όσο φαινόταν στην αρχή, γιατί συνδυάστηκε η δισκογραφική συνεργασία που κάναμε με τις ζωντανές εμφανίσεις στο ΒΟΞ τον Απρίλη. Κάτι που επίσης θεωρούσαμε ακατόρθωτο, να έρθει να παίξει μαζί μας τα τραγούδια του. Όλα έγιναν τελείως απλά. Τελικά η μουσική έχει πολύ μεγαλύτερη δύναμη από αυτή που νομίζουμε.
Η συνεργασία με τον Gordon Gano κρατάει χρόνια..
Ναι είμαστε φίλοι και έχουμε σχέσεις από το 1996 που έγινε η πρώτη συνεργασία στο δίσκο «Ο μπαμπούλας τραγουδάει μόνος τις νύχτες». Εκεί είχε τραγουδήσει ο Gordon στα Ελληνικά. Και για αμερικανός είπε το τραγούδι πολύ καλά. Το είπε στα Ελληνικά καλύτερα κι από μας που τα μιλάμε, τονίζοντας αυτά που έπρεπε να τονίσει. Είναι λάτρης της Ελλάδας, αγαπάει το πνεύμα της, τους ποιητές της, αγαπάει την Ελληνική μουσική και για αυτό εκτός από την συμμετοχή του, μας έδωσε ένα ακόμη τραγούδι που είναι με Ελληνικούς στίχους... Και είναι γραμμένο από ένα τύπο που ζει στην Νέα Υόρκη. Για μας ήταν έκπληξη αυτό.
Ο Ψαραντώνης ερμηνεύει μοναδικά τα τραγούδια σας. 'Εχει μια φοβερή δύναμη, η φωνή του που σπρώχνει νομίζω την μουσική μπροστά...
Είναι δύσκολο να μιλήσεις για ανθρώπους σαν τον Ψαραντώνη που είναι τόσο πηγαίοι, τόσο αυθόρμητοι και τόσο αληθινοί. Κι αυτό φαίνεται όπως είπες σωστά πριν από τον τρόπο που ερμηνεύει τα κομμάτια, από τον τρόπο που στέκεται απέναντι στην μουσική. Είναι ένας Κρητικός, ένας 'Έλληνας και νομίζω λίγοι από μας θα μπορούσαν να καταλάβουν, να μεταφέρουν το Ελληνικό πνεύμα και την Ελληνική ενέργεια που διαχέεται, με τον τρόπο που το κάνει ο Ψαραντώνης. Μόνο αυτά μπορώ να πω για αυτόν νομίζω. Τα υπόλοιπα ακούγονται. Εξάλλου είναι ο μόνος Έλληνας που παίζει σε συναυλίες στο εξωτερικό και σε αντίθεση με όλους εμάς που παίζουμε μπροστά σε Ελληνικό κοινό εκείνος παίζει για ξένους. Είναι κάτι που δεν το ξέρει ο κόσμος γιατί δεν το δείχνουν τα κανάλια, οι τηλεοράσεις...
Ούτε εγώ το ήξερα...
Η πληροφόρηση έτσι και αλλιώς στην Ελλάδα είναι μια υποκειμενική υπόθεση και γίνεται από ανθρώπους που επιλέγουν πράγματα για άλλους λόγους και όχι για λόγους είδησης.
Μια και πήγε η κουβέντα μας εκεί, πως σου φαίνεται που όλα τα μέσα παίζουν συγκεκριμένα πράγματα, όπως για παράδειγμα το 99,0% των μεταδόσεων τον τελευταίο καιρό αφορά το τραγούδι που κέρδισε στην Γιουροβίζιον;
Μπορεί σε κάποιους να αρέσει πραγματικά, από την άλλη πλευρά όμως αυτή η εικονική πραγματικότητα που μας ταΐζουν, θα έπρεπε να κάνει σε όλους μας κακή εντύπωση και να αντιδρούμε διαφορετικά.
Μήπως τελικά με τον καταιγιστικό ρυθμό που μεταδίδουν τέτοια τραγούδια, μας αρέσουν αναγκαστικά; Μήπως το κοινό «υποχρεώνεται» τελικά να τα ακούει αφού μόνο αυτά του πασάρουν;
Αυτό το έχουμε κουβεντιάσει και εμείς μεταξύ μας. Εγώ νομίζω ότι υπάρχουν πολύ καλά τραγούδια -που δεν ακούγονται συχνά- αλλά αρέσουν στον κόσμο και από την άλλη υπάρχει αυτός ο «βομβαρδισμός» όπως σωστά είπες, ενός τραγουδιού ή μιας εικόνας, όπου μέσω της επανάληψης γίνεται συνήθεια και τελικά το αποδέχεται ο ακροατής-θεατής. Αυτό για μένα δεν είναι υγιές. Όχι μόνο για το κοινό και το τραγούδι, αλλά για τον ίδιο τον καλλιτέχνη.
Στο τραγούδι που συμμετέχει ο Marc Almοnd, έχετε βάλει κάποια πλήκτρα που θυμίζουν εποχές του New Wave. Ακούγατε αυτό το είδος ή βάλατε τον ήχο αυτό για να βοηθήσει ερμηνευτικά τον Marc Almond;
Συμβαίνουν και τα δύο. Γιατί όταν καλείς κάποιους με το βεληνεκές των ανθρώπων που εμείς καλέσαμε για τον δίσκο, θα πρέπει να σεβαστείς σε κάποιο βαθμό και την δικιά τους προσωπικότητα. Αλλά από την άλλη πλευρά όλοι έχουμε ακούσει αυτόν τον ήχο. Έτσι δεν είναι; Δεν είναι ένας ήχος που χαρακτήριζε τους Πυξ Λαξ, όμως έχει διαπεράσει τα αυτιά μας.
Όταν ολοκληρώθηκε το νέο άλμπουμ και το ακούσατε όλοι μαζί, τι σκεφτήκατε, πως σας φάνηκε; Ρωτάω γιατί έχει πολλά διαφορετικά στοιχεία από προηγούμενες δουλειές.
Το καινούργιο άλμπουμ ίσως να έχει μεγαλύτερες αποκλίσεις και διαφοροποιήσεις από τα προηγούμενα, λόγω του ότι υπάρχουν αγγλικά τραγούδια που δεν υπήρχαν ποτέ στους δίσκους μας. Είναι μεγάλη τιμή για μας που καλλιτέχνες τόσο μεγάλοι και σημαντικοί έχουν ερμηνεύσει τα τραγούδια μας. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, Burdon, Gano, Almond, Wynn, Ψαραντώνης, Μελίνα Τανάγρη, σε ένα δίσκο δεν είναι πολυτέλεια να το αντιμετωπίζουμε σαν ένα άλμπουμ που απλώς κυκλοφόρησε και δεν τρέχει τίποτε. Και δεν το λέω εγωιστικά. Δεν ξέρω αν είναι καλός ή κακός δίσκος, αυτό που ξέρω είναι ότι δεν μπορεί κανείς να αδιαφορήσει.
Τελικά από τις πρώτες μέρες που συναντηθήκατε, παιδιά από το Μενίδι και τους Άγιους Ανάργυρους, μέχρι σήμερα με την επιτυχία, τις χιλιάδες πωλήσεις και τις κορυφαίες συνεργασίες, έχει αλλάξει κάτι στους Πυξ Λαξ;
Είμασταν στην Ορεστιάδα για συναυλία και προχθες το βράδυ τα πίναμε όλοι μαζί και συζητούσαμε αυτό που με ρωτάς. Ξέρεις νοιώθω ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Έχουν περάσει 14 χρόνια από τότε που ξεκίνησε η μπάντα αλλά πραγματικά δεν ξεφύγαμε από την πορεία που είχαμε ακολουθήσει ή καλύτερα δεν έχουμε μεγάλη απόκλιση. Η ουσία είναι πάντως ότι σε κάποια πράγματα μπορεί να φταίμε και εμείς μπορεί και όχι, μιλάω για τις φήμες ότι διαλύονται οι Πυξ Λαξ, δεν διαλύονται και όλα αυτά. Κάποιοι τα διέρρευσαν αυτά κακοπροαίρετα, καλοπροαίρετα δεν έχει σημασία, μέσα στα πλαίσια της εικονικής πραγματικότητας στην οποία ζούμε. Εμείς δεν διαλυθήκαμε ποτέ. Αν συμβεί ποτέ οτιδήποτε και νοιώθουμε ότι δεν έχουμε να προσφέρουμε κάτι άλλο, θα είμαστε οι πρώτοι που θα βγούμε και θα το πούμε. Υπήρξαν προσωπικές δουλειές που έκαναν κάποιοι από μας, αλλά δεν πάψαμε ποτέ να είμαστε μαζί να είμαστε μπάντα. Ζούμε σε μια πραγματικότητα που στην βάση της είναι εμπορική και για αυτό περνούν πληροφορίες από τα μέσα ενημέρωσης που δεν λένε όλη την αλήθεια, ούτε καν την μισή. Αυτό είναι πλήγμα και λειτουργεί για την μουσική ανασταλτικά.
Μιας και μίλησες για τα Μ.Μ.Ε. Θα έδινες συνέντευξη σε δελτίο ειδήσεων της τηλεόρασης;
Ουδέποτε αποποιηθήκαμε ότι είμαστε μέρος του συστήματος. Δεν το παίζουμε επαναστάτες. Έχουμε μιλήσει στην τηλεόραση πολλές φορές. Μπορεί να φαίνεται ότι μιλάμε λίγο, αλλά για μας μιλάμε πολύ. Σε ένα δελτίο ειδήσεων όπως είναι σήμερα δεν χωράει η άποψη των Πυξ Λαξ. Δεν είναι κάτι που με αφορά για να προσθέσω την φωνή μου εκεί και δεν νομίζω να αφορά τους ανθρώπους που βλέπουν τα δελτία αυτά.
Οι τίτλοι των δίσκων σας και πολλά από τα τραγούδια αποπνέουν μια μελαγχολία, μια μοναξιά...
Μέσα από αυτή την μελαγχολία, αυτό που καταλήγει σαν συμπέρασμα, που θέλουν να πουν τα τραγούδια μας, είναι η αισιοδοξία. Δεν ξέρω αν ο Έλληνας είναι μελαγχολικός ή αν μέσα από την μελαγχολία βρίσκει το χιούμορ του και την ευτυχία του. Τα τραγούδια αυτά είναι κατά βάση βιωματικά, είναι η αλήθεια η δικιά μας.
Τι μουσική ακούνε οι Πυξ Λαξ;
Εμείς ξεκινήσαμε όπως οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι ακούγοντας ροκ μουσική. Pink Floyd ας πούμε είναι το γκρουπ που αγαπάμε ακόμη και τώρα όλοι μας. Rolling Stones, Beatles, Animals και Soul μουσική έχουμε ακούσει, άλλοι περισσότερο άλλοι λιγότερο. Έχουμε περάσει και από την λεγόμενη dance (new wave) σκηνή του 80' που λέγαμε πριν. Έχουμε μεγαλώσει και με τα Ελληνικά λαϊκά τραγούδια που έτσι και αλλιώς ακούγονται σε κάθε σπίτι. Σήμερα ακούω από κινηματογραφικά σάουντρακ μέχρι Jack.
Ηλεκτρονική μουσική ακούτε;
Νομίζω ότι είναι το μόνο κομμάτι της μουσικής που δεν πολυακούμε, αν εννοείς την μουσική που ακούγεται στα club. Φτάνουν πράγματα στα αυτιά μας αλλά δεν είμαστε πολύ κοντά σε αυτό τον χώρο. Είμαστε κολλημένοι με την ροκ μουσική, με τους Radiohead για παράδειγμα.....
Πες μου, τι σημαίνει έρωτας για τον Φίλιππα, για το συγκρότημα;
Είναι προφανές ..(γέλια). Ο έρωτας είναι μια από τις βασικές κολώνες του ότι υπάρχουμε ως άνθρωποι και ως καλλιτέχνες, αν είμαστε καλλιτέχνες (ξανά γέλια)..
Τα τραγούδια είναι τα μόνα που δεν μπορούν να πουν ψέματα. Αν δηλαδή θέλει κάποιος να μάθει πράγματα για ένα μουσικό, μπορεί να τα μάθει μέσα από τα τραγούδια του!!!
Σε ευχαριστώ πολύ, καλή συνεχεία...
Ευχαριστώ και εγώ, καλή συνέχεια και σε σας, στο «ως3».
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ ΠΥΞ ΛΑΞ
«Τι άλλο να πεις πιο απλά» 1990
«Ζόρικοι καιροί» 1991
«Ο ήλιος του χειμώνα με μελαγχολεί» 1993
«Για τους πρίγκιπες της δυτικής όχθης» 1994
«Ο μπαμπούλας τραγουδά μόνος τις νύχτες» 1996
«Ιερά οδός - live» «παίξε παλιάτσο τα τραγούδια σου τελειώνουν» 1997
«Μοναξιά μου όλα» 1998
«Στίλβη» 1998
«Υπάρχουν χρυσόψαρα εδώ;» 1999
«Τα δοκάρια στο γρασίδι περιμένουν τα παιδία» 2001
«Χαρούμενοι στην πόλη των τρελών» Ιούλιος 2003
Συνέντευξη: Γιώργος Κολοβάτσιος
...Τα τραγούδια είναι τα μόνα που δεν μπορούν να πουν ψέματα. Αν δηλαδή θέλει κάποιος να μάθει πράγματα για ένα μουσικό, μπορεί να τα μάθει μέσα από τα τραγούδια του...
Για πρώτη φορά στον τίτλο ενός δίσκου του συγκροτήματος υπάρχει η λέξη χαρούμενος. Αν υποθέσουμε ότι οφείλεται στις συνεργασίες με μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας rock σκηνής, όπως ο Eric Burdon, o Steve Wynn, o Marc Almond, o Gordon Gano, τότε έχει καλώς. Όλοι οι παραπάνω μαζί με τους δικούς μας Ψαραντώνη, Μελίνα Τανάγρη και Μιχάλη Τζουγανάκη συμμετέχουν στο νέο άλμπουμ των Πυξ Λαξ που περιέχει μια σειρά από καινοτομίες. Πρώτη από όλες, ο αγγλικός στίχος σε πολλά και παλιά τραγούδια. Οι «Παλιές Αγάπες», το «Πούλα με» και το «Μοναξιά μου Όλα» προσαρμοσμένα στα αγγλικά, ενώ μια αργόσυρτη διασκευή του «Satisfaction» των Rolling Stones, τα λέει όλα... Το «ως3» μίλησε με τον Φίλιππο Πλιάτσικα, ο οποίος μας εκμυστηρεύτηκε πολλά για το νέο δίσκο αλλά και για την πορεία του συγκροτήματος.
Πως προέκυψε η συνεργασία με τον Eric Burdon;
Ξεκίνησε από μια ιδέα που είχαμε και κατέληξε ευτυχώς για μας αισίως, να πάρουμε κάποια παλιότερα τραγούδια δικά μας και να γίνει παραλλαγή με νέα ενορχήστρωση και αγγλικό στίχο. Επιπλέον θέλαμε να τα τραγουδήσουν άνθρωποι που έχουμε αγαπήσει πάρα πολύ την ιστορία τους, αλλά και τον τρόπο που δρουν και ζουν μέσα στην μουσική. Ένας από αυτούς ήταν ο Eric Burdon και νομίζω πως όλοι όσοι ασχολούνται με την μουσική καταλαβαίνουν ότι είναι μια από τις μεγαλύτερες μορφές της παγκόσμιας ροκ σκηνής.
Ήταν δύσκολο να τον προσεγγίσετε;
Τελικά δεν ήταν και τόσο δύσκολο όσο φαινόταν στην αρχή, γιατί συνδυάστηκε η δισκογραφική συνεργασία που κάναμε με τις ζωντανές εμφανίσεις στο ΒΟΞ τον Απρίλη. Κάτι που επίσης θεωρούσαμε ακατόρθωτο, να έρθει να παίξει μαζί μας τα τραγούδια του. Όλα έγιναν τελείως απλά. Τελικά η μουσική έχει πολύ μεγαλύτερη δύναμη από αυτή που νομίζουμε.
Η συνεργασία με τον Gordon Gano κρατάει χρόνια..
Ναι είμαστε φίλοι και έχουμε σχέσεις από το 1996 που έγινε η πρώτη συνεργασία στο δίσκο «Ο μπαμπούλας τραγουδάει μόνος τις νύχτες». Εκεί είχε τραγουδήσει ο Gordon στα Ελληνικά. Και για αμερικανός είπε το τραγούδι πολύ καλά. Το είπε στα Ελληνικά καλύτερα κι από μας που τα μιλάμε, τονίζοντας αυτά που έπρεπε να τονίσει. Είναι λάτρης της Ελλάδας, αγαπάει το πνεύμα της, τους ποιητές της, αγαπάει την Ελληνική μουσική και για αυτό εκτός από την συμμετοχή του, μας έδωσε ένα ακόμη τραγούδι που είναι με Ελληνικούς στίχους... Και είναι γραμμένο από ένα τύπο που ζει στην Νέα Υόρκη. Για μας ήταν έκπληξη αυτό.
Ο Ψαραντώνης ερμηνεύει μοναδικά τα τραγούδια σας. 'Εχει μια φοβερή δύναμη, η φωνή του που σπρώχνει νομίζω την μουσική μπροστά...
Είναι δύσκολο να μιλήσεις για ανθρώπους σαν τον Ψαραντώνη που είναι τόσο πηγαίοι, τόσο αυθόρμητοι και τόσο αληθινοί. Κι αυτό φαίνεται όπως είπες σωστά πριν από τον τρόπο που ερμηνεύει τα κομμάτια, από τον τρόπο που στέκεται απέναντι στην μουσική. Είναι ένας Κρητικός, ένας 'Έλληνας και νομίζω λίγοι από μας θα μπορούσαν να καταλάβουν, να μεταφέρουν το Ελληνικό πνεύμα και την Ελληνική ενέργεια που διαχέεται, με τον τρόπο που το κάνει ο Ψαραντώνης. Μόνο αυτά μπορώ να πω για αυτόν νομίζω. Τα υπόλοιπα ακούγονται. Εξάλλου είναι ο μόνος Έλληνας που παίζει σε συναυλίες στο εξωτερικό και σε αντίθεση με όλους εμάς που παίζουμε μπροστά σε Ελληνικό κοινό εκείνος παίζει για ξένους. Είναι κάτι που δεν το ξέρει ο κόσμος γιατί δεν το δείχνουν τα κανάλια, οι τηλεοράσεις...
Ούτε εγώ το ήξερα...
Η πληροφόρηση έτσι και αλλιώς στην Ελλάδα είναι μια υποκειμενική υπόθεση και γίνεται από ανθρώπους που επιλέγουν πράγματα για άλλους λόγους και όχι για λόγους είδησης.
Μια και πήγε η κουβέντα μας εκεί, πως σου φαίνεται που όλα τα μέσα παίζουν συγκεκριμένα πράγματα, όπως για παράδειγμα το 99,0% των μεταδόσεων τον τελευταίο καιρό αφορά το τραγούδι που κέρδισε στην Γιουροβίζιον;
Μπορεί σε κάποιους να αρέσει πραγματικά, από την άλλη πλευρά όμως αυτή η εικονική πραγματικότητα που μας ταΐζουν, θα έπρεπε να κάνει σε όλους μας κακή εντύπωση και να αντιδρούμε διαφορετικά.
Μήπως τελικά με τον καταιγιστικό ρυθμό που μεταδίδουν τέτοια τραγούδια, μας αρέσουν αναγκαστικά; Μήπως το κοινό «υποχρεώνεται» τελικά να τα ακούει αφού μόνο αυτά του πασάρουν;
Αυτό το έχουμε κουβεντιάσει και εμείς μεταξύ μας. Εγώ νομίζω ότι υπάρχουν πολύ καλά τραγούδια -που δεν ακούγονται συχνά- αλλά αρέσουν στον κόσμο και από την άλλη υπάρχει αυτός ο «βομβαρδισμός» όπως σωστά είπες, ενός τραγουδιού ή μιας εικόνας, όπου μέσω της επανάληψης γίνεται συνήθεια και τελικά το αποδέχεται ο ακροατής-θεατής. Αυτό για μένα δεν είναι υγιές. Όχι μόνο για το κοινό και το τραγούδι, αλλά για τον ίδιο τον καλλιτέχνη.
Στο τραγούδι που συμμετέχει ο Marc Almοnd, έχετε βάλει κάποια πλήκτρα που θυμίζουν εποχές του New Wave. Ακούγατε αυτό το είδος ή βάλατε τον ήχο αυτό για να βοηθήσει ερμηνευτικά τον Marc Almond;
Συμβαίνουν και τα δύο. Γιατί όταν καλείς κάποιους με το βεληνεκές των ανθρώπων που εμείς καλέσαμε για τον δίσκο, θα πρέπει να σεβαστείς σε κάποιο βαθμό και την δικιά τους προσωπικότητα. Αλλά από την άλλη πλευρά όλοι έχουμε ακούσει αυτόν τον ήχο. Έτσι δεν είναι; Δεν είναι ένας ήχος που χαρακτήριζε τους Πυξ Λαξ, όμως έχει διαπεράσει τα αυτιά μας.
Όταν ολοκληρώθηκε το νέο άλμπουμ και το ακούσατε όλοι μαζί, τι σκεφτήκατε, πως σας φάνηκε; Ρωτάω γιατί έχει πολλά διαφορετικά στοιχεία από προηγούμενες δουλειές.
Το καινούργιο άλμπουμ ίσως να έχει μεγαλύτερες αποκλίσεις και διαφοροποιήσεις από τα προηγούμενα, λόγω του ότι υπάρχουν αγγλικά τραγούδια που δεν υπήρχαν ποτέ στους δίσκους μας. Είναι μεγάλη τιμή για μας που καλλιτέχνες τόσο μεγάλοι και σημαντικοί έχουν ερμηνεύσει τα τραγούδια μας. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι, Burdon, Gano, Almond, Wynn, Ψαραντώνης, Μελίνα Τανάγρη, σε ένα δίσκο δεν είναι πολυτέλεια να το αντιμετωπίζουμε σαν ένα άλμπουμ που απλώς κυκλοφόρησε και δεν τρέχει τίποτε. Και δεν το λέω εγωιστικά. Δεν ξέρω αν είναι καλός ή κακός δίσκος, αυτό που ξέρω είναι ότι δεν μπορεί κανείς να αδιαφορήσει.
Τελικά από τις πρώτες μέρες που συναντηθήκατε, παιδιά από το Μενίδι και τους Άγιους Ανάργυρους, μέχρι σήμερα με την επιτυχία, τις χιλιάδες πωλήσεις και τις κορυφαίες συνεργασίες, έχει αλλάξει κάτι στους Πυξ Λαξ;
Είμασταν στην Ορεστιάδα για συναυλία και προχθες το βράδυ τα πίναμε όλοι μαζί και συζητούσαμε αυτό που με ρωτάς. Ξέρεις νοιώθω ότι δεν έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Έχουν περάσει 14 χρόνια από τότε που ξεκίνησε η μπάντα αλλά πραγματικά δεν ξεφύγαμε από την πορεία που είχαμε ακολουθήσει ή καλύτερα δεν έχουμε μεγάλη απόκλιση. Η ουσία είναι πάντως ότι σε κάποια πράγματα μπορεί να φταίμε και εμείς μπορεί και όχι, μιλάω για τις φήμες ότι διαλύονται οι Πυξ Λαξ, δεν διαλύονται και όλα αυτά. Κάποιοι τα διέρρευσαν αυτά κακοπροαίρετα, καλοπροαίρετα δεν έχει σημασία, μέσα στα πλαίσια της εικονικής πραγματικότητας στην οποία ζούμε. Εμείς δεν διαλυθήκαμε ποτέ. Αν συμβεί ποτέ οτιδήποτε και νοιώθουμε ότι δεν έχουμε να προσφέρουμε κάτι άλλο, θα είμαστε οι πρώτοι που θα βγούμε και θα το πούμε. Υπήρξαν προσωπικές δουλειές που έκαναν κάποιοι από μας, αλλά δεν πάψαμε ποτέ να είμαστε μαζί να είμαστε μπάντα. Ζούμε σε μια πραγματικότητα που στην βάση της είναι εμπορική και για αυτό περνούν πληροφορίες από τα μέσα ενημέρωσης που δεν λένε όλη την αλήθεια, ούτε καν την μισή. Αυτό είναι πλήγμα και λειτουργεί για την μουσική ανασταλτικά.
Μιας και μίλησες για τα Μ.Μ.Ε. Θα έδινες συνέντευξη σε δελτίο ειδήσεων της τηλεόρασης;
Ουδέποτε αποποιηθήκαμε ότι είμαστε μέρος του συστήματος. Δεν το παίζουμε επαναστάτες. Έχουμε μιλήσει στην τηλεόραση πολλές φορές. Μπορεί να φαίνεται ότι μιλάμε λίγο, αλλά για μας μιλάμε πολύ. Σε ένα δελτίο ειδήσεων όπως είναι σήμερα δεν χωράει η άποψη των Πυξ Λαξ. Δεν είναι κάτι που με αφορά για να προσθέσω την φωνή μου εκεί και δεν νομίζω να αφορά τους ανθρώπους που βλέπουν τα δελτία αυτά.
Οι τίτλοι των δίσκων σας και πολλά από τα τραγούδια αποπνέουν μια μελαγχολία, μια μοναξιά...
Μέσα από αυτή την μελαγχολία, αυτό που καταλήγει σαν συμπέρασμα, που θέλουν να πουν τα τραγούδια μας, είναι η αισιοδοξία. Δεν ξέρω αν ο Έλληνας είναι μελαγχολικός ή αν μέσα από την μελαγχολία βρίσκει το χιούμορ του και την ευτυχία του. Τα τραγούδια αυτά είναι κατά βάση βιωματικά, είναι η αλήθεια η δικιά μας.
Τι μουσική ακούνε οι Πυξ Λαξ;
Εμείς ξεκινήσαμε όπως οι περισσότεροι νέοι άνθρωποι ακούγοντας ροκ μουσική. Pink Floyd ας πούμε είναι το γκρουπ που αγαπάμε ακόμη και τώρα όλοι μας. Rolling Stones, Beatles, Animals και Soul μουσική έχουμε ακούσει, άλλοι περισσότερο άλλοι λιγότερο. Έχουμε περάσει και από την λεγόμενη dance (new wave) σκηνή του 80' που λέγαμε πριν. Έχουμε μεγαλώσει και με τα Ελληνικά λαϊκά τραγούδια που έτσι και αλλιώς ακούγονται σε κάθε σπίτι. Σήμερα ακούω από κινηματογραφικά σάουντρακ μέχρι Jack.
Ηλεκτρονική μουσική ακούτε;
Νομίζω ότι είναι το μόνο κομμάτι της μουσικής που δεν πολυακούμε, αν εννοείς την μουσική που ακούγεται στα club. Φτάνουν πράγματα στα αυτιά μας αλλά δεν είμαστε πολύ κοντά σε αυτό τον χώρο. Είμαστε κολλημένοι με την ροκ μουσική, με τους Radiohead για παράδειγμα.....
Πες μου, τι σημαίνει έρωτας για τον Φίλιππα, για το συγκρότημα;
Είναι προφανές ..(γέλια). Ο έρωτας είναι μια από τις βασικές κολώνες του ότι υπάρχουμε ως άνθρωποι και ως καλλιτέχνες, αν είμαστε καλλιτέχνες (ξανά γέλια)..
Τα τραγούδια είναι τα μόνα που δεν μπορούν να πουν ψέματα. Αν δηλαδή θέλει κάποιος να μάθει πράγματα για ένα μουσικό, μπορεί να τα μάθει μέσα από τα τραγούδια του!!!
Σε ευχαριστώ πολύ, καλή συνεχεία...
Ευχαριστώ και εγώ, καλή συνέχεια και σε σας, στο «ως3».
ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ ΠΥΞ ΛΑΞ
«Τι άλλο να πεις πιο απλά» 1990
«Ζόρικοι καιροί» 1991
«Ο ήλιος του χειμώνα με μελαγχολεί» 1993
«Για τους πρίγκιπες της δυτικής όχθης» 1994
«Ο μπαμπούλας τραγουδά μόνος τις νύχτες» 1996
«Ιερά οδός - live» «παίξε παλιάτσο τα τραγούδια σου τελειώνουν» 1997
«Μοναξιά μου όλα» 1998
«Στίλβη» 1998
«Υπάρχουν χρυσόψαρα εδώ;» 1999
«Τα δοκάρια στο γρασίδι περιμένουν τα παιδία» 2001
«Χαρούμενοι στην πόλη των τρελών» Ιούλιος 2003
Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2007
Οι Έλληνες προελαύνουν στην Ήπειρο. New York Times 1897!
Κάποιος φίλος έγραψε - και έχει δίκιο - ότι το προηγούμενο ντοκουμέντο που παρουσίασα μπορεί να έχει ιστορική αξία, αλλά δυστυχώς δεν ήταν για καλό. Θα πρέπει όμως να διευκρινίσω ότι ο πόλεμος του 1897 ήταν καταστροφικός για την πατρίδα μας και για τις πόλεις μας. Ήταν ο λεγόμενος «ατυχής πόλεμος» όπου πέρα από τις καταστροφές, δεν ελευθερώθηκαν οι περιοχές μας, κάτι που έγινε μερικά χρόνια αργότερα. Για να ανυψώσω όμως το ηθικό του φίλου μας έψαξα και βρήκα ένα ακόμη δημοσίευμα των New York Times (22 Απριλίου του 1897) που αναφέρετε στην προέλαση του Ελληνικού στρατού. Απολαύστε το!
ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΡΟΕΛΑΥΝΟΥΝ ΣΤΗΝ ΗΠΕΙΡΟ
Το κάστρο του Ιμαρέτ κατεστράφη και η Φιλιππιάδα κατελήφθη – Η Πρέβεζα βομβαρδίζετε ανηλεώς.
ΑΘΗΝΑ, 21 Απριλίου – 6 π.μ – Ο Στρατηγός Μάνος, που διοικεί τα Ελληνικά στρατεύματα στις επιχειρήσεις εναντίων των Τούρκων στην Ήπειρο, τηλεγράφησε ότι κατέστρεψε το κάστρο του Ιμαρέτ και πως προελαύνει χωρίς αντίσταση προς την Φιλιππιάδα, την οποία οι Τούρκοι εγκαταλείπουν αφού την κάψουν.
Το κάστρο του Ιμαρέτ κατεστράφη και η Φιλιππιάδα κατελήφθη – Η Πρέβεζα βομβαρδίζετε ανηλεώς.
ΑΘΗΝΑ, 21 Απριλίου – 6 π.μ – Ο Στρατηγός Μάνος, που διοικεί τα Ελληνικά στρατεύματα στις επιχειρήσεις εναντίων των Τούρκων στην Ήπειρο, τηλεγράφησε ότι κατέστρεψε το κάστρο του Ιμαρέτ και πως προελαύνει χωρίς αντίσταση προς την Φιλιππιάδα, την οποία οι Τούρκοι εγκαταλείπουν αφού την κάψουν.
Ο Στρατηγός Μάνος ύψωσε την Ελληνική σημαία πάνω από την Φιλιππιάδα.
Ο βομβαρδισμός της Πρέβεζας στην είσοδο του Κόλπου της Άρτας , έγινε ακόμη πιο βαρύς από τα ξημερώματα. Η τουρκική φρουρά έχει απομονωθεί τελείως από την επέλαση των Ελλήνων στρατιωτών.
Το θωρηκτό «Σπέτζαλ» το οποίο παίρνει μέρος των Τουρκικών θέσεων στην Πρέβεζα, διετάχθη να αναχωρήσει για την Τσαγκέρι στον Παγασητικό κόλπο.
Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2007
Δημοσίευμα των NEW YORK TIMES του 1897 που αναφέρει την Φιλιππιάδα!
ΤΟ ΚΥΡΟΣ ΤΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΗΚΕ
Επί πλέον, αναμενόμενη υποχώρηση ελλήνων από την Άρτα.
ΛΟΝΔΙΝΟ, 3 Μαίου 1897.- Πληροφορίες από την Άρτα λένε ότι οι κεντρικές τοπικές αρχές και περίπου 100 κάτοικοι από την περιοχή επιστρέφουν στην πόλη. Παρόλα αυτά, ο πανικός ακόμη κυριαρχεί στην Άρτα. Όλα τα καταστήματα είναι κλειστά και οι στρατιωτικές αρχές είπαν ότι παρατηρούν περαιτέρω υποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων, από τα περίχωρα.
Κατευθυνόμενος προς Φιλιππιάδα οι φλόγες είναι ορατές.
Ένας οπλισμένος Έλληνας ιερέας επιχειρεί να επαναφέρει το ηθικό των στρατευμάτων της Άρτας κάνοντας τους κήρυγμα για την επίθεση εναντίον των Τούρκων, σε μια πλατεία.
Ένα τηλεγράφημα από την Άρτα λεει ότι οι Τούρκοι έχουν καταλάβει τη γέφυρα στο Λούρο. Τα ελληνικά στρατεύματα, σύμφωνα με πληροφορίες από την Κωνσταντινούπολη, εκκενώνουν την Άρτα.
Ένας οπλισμένος Έλληνας ιερέας επιχειρεί να επαναφέρει το ηθικό των στρατευμάτων της Άρτας κάνοντας τους κήρυγμα για την επίθεση εναντίον των Τούρκων, σε μια πλατεία.
Ένα τηλεγράφημα από την Άρτα λεει ότι οι Τούρκοι έχουν καταλάβει τη γέφυρα στο Λούρο. Τα ελληνικά στρατεύματα, σύμφωνα με πληροφορίες από την Κωνσταντινούπολη, εκκενώνουν την Άρτα.
Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2007
50 Ημερομηνίες σταθμοί για την εξέλιξη της ανθρωπότητας!
Δεν είναι απλώς ημερομηνίες ιστορικού περιεχομένου. Πρόκειται για συγκεκριμένα γεγογότα που συνέβαλαν στην πορεία της ανθρωπότητας μέχρι σήμερα. Απλό και κατανοητό μπορεί κάποιος που ενδιαφέρεται να εντρυφήσει περισσότερο σε κάθε μια από τις παραγράφους. Διδακτικό και για τα σχολεία.
1. 3500 π.Χ. Ο τροχός και το αλέτρι εφευρίσκονται στη Μεσοποταμία· στην Αίγυπτο επινοείται το ιστίο: τρεις ανακαλύψεις θεμελιώδεις για το εμπόριο, τη γεωργία και την εξερεύνηση.
2. 3200 π.Χ. Η γραφή επινοείται στη Μεσοποταμία: το μέσο για την καταγραφή και την κατανόηση της Ιστορίας.
3. 3000 π.Χ. Οι πρώτες πόλεις ιδρύονται στη Σουμερία (σημερινό Ιράκ): η καταγωγή των σύγχρονων κοινωνικών και διοικητικών δομών.
4. 1600 π.Χ. Επινοείται το αλφάβητο: το ουσιώδες μέσο καταγραφής περίπλοκων εννοιών και διάδοσης πολιτισμού.
5. 1600 π.Χ. Αρχή του ελληνικού πολιτισμού: ουσιώδης για τη δυτική κληρονομιά και τις ρίζες των μαθηματικών, της φιλοσοφίας, της πολιτικής σκέψης και της ιατρικής.
6.753 π.Χ. Ίδρυση της Ρώμης: η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία είναι ένας πυλώνας της σύγχρονης εποχής, παραγωγός ιδεών στη Δικαιοσύνη, τον νόμο, τη μηχανική και τον πόλεμο.
7. 670 π.Χ. Επινοείται η σιδηρουργία: κλειδί για περαιτέρω τεχνικές, οικονομικές και στρατιωτικές εξελίξεις.
8. 551 π.Χ. Γέννηση του Κομφούκιου, ιδρυτή ενός από τα μείζονα φιλοσοφικά συστήματα του κόσμου.
9. 490 π.Χ. Μάχη του Μαραθώνα: οι Έλληνες απωθούν την περσική εισβολή διασφαλίζοντας την επιβίωση του ελληνικού πολιτισμού και της επιστήμης.
10. 486 π.Χ. Γέννηση του Βούδα, ιδρυτή μιας από τις μείζονες θρησκείες.
11. 327 π.Χ. Η αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου φτάνει στην Ινδία: το πρώτο δείγμα της μακράς και συχνά βίαιης σχέσης ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ασία.
12. 202 π.Χ. Ο Αννίβας ηττάται από τη Ρώμη: νίκη ουσιώδης για την εξασφάλιση της επιβίωσης και της επέκτασης του ρωμαϊκού πολιτισμού.
13. 27 π.Χ. Ίδρυση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας: η αρχή της κλασικής περιόδου της ρωμαϊκής κυριαρχίας στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο.
14. 5 π.Χ. Γέννηση του Ιησού Χριστού, ιδρυτή του Χριστιανισμού. Η ακριβής ημερομηνία αμφισβητείται.
15. 105 μ.Χ. Πρώτη χρήση του χαρτιού: αντικαθιστά την πέτρα, την πλάκα, τον πάπυρο και την περγαμηνή ως φτηνότερο και βολικότερο μέσο.
16. 280 μ.Χ. Η ενοποίηση της Κίνας υπό τη δυναστεία Τσιν δημιουργεί την πολιτική μορφή της σύγχρονης Κίνας.
17. 312 μ.Χ. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος της Ρώμης ασπάζεται τον Χριστιανισμό: καθίσταται δυνατή η διάδοση της χριστιανικής θρησκείας στην Ευρώπη.
18. 476 μ.Χ. Η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στη Δύση τερματίζει 800 χρόνια ρωμαϊκής ηγεμονίας. Αρχίζει η δημιουργία της σύγχρονης Ευρώπης.
19. 570 μ.Χ. Γέννηση του Μωάμεθ, ιδρυτή μιας από τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου.
20. 730 μ.Χ. Η τυπογραφία εφευρίσκεται στην Κίνα: ένα ουσιώδες βήμα στη μαζική επικοινωνία/ διοίκηση/ πολιτιστική διασπορά.
21. 800 μ.Χ. Ο Καρλομάγνος στέφεται αυτοκράτορας της νέας Δυτικής Αυτοκρατορίας. Σηματοδοτεί την έναρξη της επανένωσης της Ευρώπης.
22. 1054 Σχίσμα ανάμεσα στην Ελληνική και τη Λατινική Εκκλησία. Η Χριστιανοσύνη διχάζεται για πάντα.
23. 1088 Ιδρύεται το πρώτο πανεπιστήμιο στην Μπολόνια της Ιταλίας: η αρχή μια σύγχρονης αντίληψης για τις ανώτερες σπουδές και την γνώση.
24. 1206 Ο Τζένγκις Χαν αρχίζει την κατάκτηση της Ασίας. Επιδρά σημαντικά στην ανάπτυξη της Ασίας και τη μετακίνηση πληθυσμών.
25. 1215 Η Μάγκνα Κάρτα υπογράφεται από τον Βασιλέα Ιωάννη της Αγγλίας: απ΄ αυτή πηγάζει η σύγχρονη αντίληψη της κυριαρχίας του συντάγματος.
26. 1453 Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς.
27. 1455 Τυπώνεται το πρώτο βιβλίο με κινητούς χαρακτήρες: η επανάσταση του Ιωάννη Γουτεμβέργιου στην τεχνολογία της τυπογραφίας καθιστά δυνατή τη μαζική παραγωγή βιβλίων.
28. 1492 Ο Χριστόφορος Κολόμβος ανακαλύπτει τον Νέο Κόσμο και φέρνει την Αμερική στο παγκόσμιο εμπορικό/πολιτιστικό σύστημα.
29. 1509 Επινοείται το φορητό ρολόι: ουσιώδες στη σύγχρονη οικονομία και διοίκηση, εισάγει την έννοια της τακτικής χρονομέτρησης.
30. 1517 Ο Μαρτίνος Λούθηρος κηρύσσει τη Μεταρρύθμιση. Αρχή του Προτεσταντικού Χριστιανισμού και της ιδέας του θρησκευτικού ατομικισμού.
31. 1519 Ο Κορτές αρχίζει την κατάκτηση της Νότιας Αμερικής, η οποία εντάσσεται στο ευρύτερο παγκόσμιο οικονομικό και πολιτικό σύστημα.
32. 1564 Γεννιέται ο Ουίλιαμ Σαίξπηρ: τα θεατρικά έργα του περιέχουν θεμελιώδεις δηλώσεις για την ανθρώπινη συνθήκη.
33. 1651 Εκδίδεται ο «Λεβιάθαν» του Τόμας Χομπς: πηγή της σύγχρονης ιδέας της πολιτικής κοινωνίας, της ισονομίας και του εγωιστικού ατομικισμού.
34. 1687 Ο Ισαάκ Νεύτων εκδίδει το Ρrincipia Μathematica που θεμελίωσε τη σύγχρονη φυσική επιστήμη.
35. 1776 Η αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας καθορίζει την πολιτική εξέλιξη του Νέου Κόσμου και την άνοδο της αμερικανικής δύναμης.
36. 1789 Η Γαλλική Επανάσταση κάνει τομή στην παράδοση της μοναρχίας· καθιερώνονται τα «δικαιώματα του Ανθρώπου».
37. 1815 Μάχη του Βατερλώ: τερματίζεται η Ναπολεόντεια Αυτοκρατορία και μαζί της η φιλοδοξία του Ναπολέοντα για κυριαρχία στην Ευρώπη.
38. 1825 Κατασκευάζεται η ατμομηχανή Rocket, σηματοδοτώντας την αρχή της σιδηροδρομικής εποχής των φτηνών και γρήγορων χερσαίων μεταφορών.
39. 1859 Εκδίδεται το βιβλίο του Δαρβίνου «Περί της Καταγωγής των Ειδών». Η εξελικτική θεωρία του μεταμορφώνει τον τρόπο που βλέπουμε τον Άνθρωπο και το περιβάλλον του, καθώς και την πίστη στον Θεό.
40. 1885 Ο Μπεντς κατασκευάζει το πρώτο αυτοκίνητο που κινείται με βενζίνη ξεκινώντας την πιο βαθιά τεχνική και κοινωνική σύγχρονη επανάσταση.
41. 1893 Η Νέα Ζηλανδία υιοθετεί την ψήφο των γυναικών. Οι γυναίκες κερδίζουν την αρχή της πολιτικής ισότητας.
42. 1905 Δημοσιεύεται η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν. Μεταμορφώνει τη φύση της σύγχρονης γνώσης της Φυσικής.
43. 1917 Η Ρωσική Επανάσταση δημιουργεί το πρώτο επιτυχημένο επαναστατικό κράτος.
44. 1918 Τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι αυτοκρατορίες των Αψβούργων και των Οθωμανών καταρρέουν· χαράσσονται εκ νέου οι χάρτες της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
45. 1939 Ξεσπά ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος: 50 εκατ. άνθρωποι πεθαίνουν σ΄ όλο τον κόσμο από το 1939 ώς το 1945 στη μεγαλύτερη και πιο αιματηρή σύγκρουση στον κόσμο, με την οποία τερματίζεται η μακροχρόνια εποχή των ιμπεριαλισμών.
46. 1945 Τέλος του Β΄ Παγκοσμίου· η έκρηξη της πρώτης ατομικής βόμβας δείχνει πως η ανθρωπότητα έχει αναπτύξει τα μέσα για να αυτοκαταστραφεί.
47. 1949 Ιδρύεται η κομμουνιστική Κίνα: η Κίνα δημιουργείται ως ενιαία εδαφική μονάδα με κοινή διοίκηση και εκσυγχρονισμένη οικονομία.
48. 1959 Επινοείται το μικροκύκλωμα (τσιπ) από πυρίτιο. Είναι η μείζων τεχνική επινόηση του περασμένου αιώνα, που κατέστησε δυνατή την εποχή των ηλεκτρονικών υπολογιστών.
49. 1960 Το πρώτο αντισυλληπτικό χάπι γίνεται διαθέσιμο για τις γυναίκες, οι οποίες μπορούν πλέον να κάνουν τις δικές τους βιολογικές επιλογές όσον αφορά την αναπαραγωγή.
50. 1989-90 Καταρρέουν τα κομμουνιστικά καθεστώτα στην Ευρώπη: σηματοδοτείται το τέλος του μακροχρόνιου κομμουνιστικού πειράματος· ο ασιατικός κομμουνισμός αλλάζει επίσης.
Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2007
Μια εποχή, μια ιστορία: BLAXPLOITATION
Η δεκαετία του 1970 δεν ήταν η πιο ευχάριστη για τις ΗΠΑ, αφού μαζί της έφερνε μια στρατιωτική ήττα, τη διαπόμπευση ενός προέδρου και μια ενεργειακή κρίση. Ακόμη, ήταν η δεκαετία που οδήγησε στη συρρίκνωση των εισιτηρίων του κινηματογράφου λόγω της τηλεοπτικής εισβολής. Τα ετήσια έσοδα έπεσαν από τα 90 εκατομμύρια δολάρια στα 15,5, έτσι τα μεγάλα στούντιο προσπάθησαν να απαντήσουν στρεφόμενα σε ταινίες "με" και "για" μαύρους, οι οποίοι αποτελούσαν το 11% του συνολικού πληθυσμού και το 22% των θεατών στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Μέχρι τότε, οι έγχρωμοι παρέμεναν αναξιοποίητη κατηγορία κοινού, άρα δυνητική πηγή εσόδων για την παραπαίουσα βιομηχανία. Είχαν προηγηθεί, βέβαια, φιλμ με τον Sidney Poitier, που γνώρισαν επιτυχία, αλλά ταυτόχρονα κατηγορήθηκαν για αναπαραγωγή των υπαρχόντων στερεοτύπων και για αδυναμία να καταγράψουν την πραγματικότητα.
Με τις φυλετικές αναταραχές να έχουν ξεσπάσει σε όλη τη χώρα και τους Μαύρους Πάνθηρες να παροτρύνουν για ανάληψη στρατιωτικής δράσης, ο συμβατικός και συμβιβαστικός κινηματογράφος που απευθυνόταν σε μαύρους δεν ήταν εύκολα αποδεκτός. Χρειάζονταν έργα που θα μπορούσαν να παρουσιάσουν την αστική κουλτούρα των γκέτο, να μιλήσουν για τα προβλήματά τους και -κυρίως- να προτείνουν ήρωες, υπερ-ήρωες ή αντι-ήρωες.
Μέσα από αυτές τις συνθήκες αναδύθηκε το περίφημο blaxploitation, που διήρκεσε από το 1971 έως περίπου το 1976. Ο όρος λέγεται ότι έλκει την καταγωγή του από τις "exploitation movies", τις "ταινίες-σκουπίδια" των χρόνων του ΄60. Σύμφωνα με άλλους, πάλι, εκφράζει την εκμετάλλευση των μαύρων θεατών ή συντελεστών από τις εταιρείες.
Το blaxploitation αρχικά στηρίχθηκε στα αστυνομικά/γκανγκστερικά φιλμ, γρήγορα όμως επεκτάθηκε, με τις ευλογίες και τη χρηματοδότηση του Χόλιγουντ, στις ταινίες τρόμου, ακόμη και το γουέστερν. Εμφανίστηκαν, έτσι, έργα με τους εύγλωττους τίτλους "Blacula" (1972), "Blackenstein" (1973), "Dr. Black, Mr. Hyde" (1976) και "Boss Nigger" (1974, ελλ. τίτλος "Οι Επικηρυγμένοι του Τέξας").
Τα θεμέλια τα έβαλαν, πάντως, τρεις θρυλικές ταινίες, με την υπογραφή μαύρων σκηνοθετών: το "Sweet Sweetback΄s Baadaass Song" (1971) του Melvin van Peebles, το "Shaft" (1971) του Gordon Parks Sr. και το "Superfly" (1972, ελ. τίτλος "Η Συμμορία με τη Xρυσή Kάντιλακ") του Gordon Parks Jr. Το "Sweet Sweetback΄s Baadaass Song", η αφετηρία του blaxploitation, ήταν ανεξάρτητη παραγωγή που στοίχισε 500.000 δολάρια και επέστρεψε 20 εκατομμύρια.
Οι θεαματικές εισπράξεις της έδωσαν τη δυνατότητα στο "Shaft" να γίνει η πρώτη χολιγουντιανή blaxploitation παραγωγή, με τη σφραγίδα της MGM, που χάρισε και ένα Όσκαρ Μουσικής στον Isaac Hayes για το πολύ γνωστό "Theme From Shaft". Μάλιστα, ήδη από εκείνη την περίοδο, ακολούθησαν δύο σίκουελ: "Το Mεγάλο Kόλπο του Σαφτ" (1972), σε σκηνοθεσία πάλι του Gordon Parks Sr., και ο "Σαφτ στην Αφρική" (1973), από τον John Guillermin, ενώ εμφανίστηκε και ως βραχύβια τηλεοπτική σειρά, με σκηνοθέτες τους Τζον Κασσαβέτη και Lawrence Dobkin.
Όταν τα περιθώρια κέρδους εξαντλήθηκαν αλλά και λόγω της αντίδρασης οργανώσεων όπως η NAACP, που υποστήριζαν ότι αυτού του είδους τα φιλμ διαφθείρουν τη νεολαία και διαστρεβλώνουν την εικόνα των μαύρων, σταδιακά το όλο εγχείρημα περιέπεσε σε ανυποληψία και εξανεμίστηκε, κάπου γύρω στο 1976, αν και άλλοι τοποθετούν την καταληκτική ημερομηνία δύο χρόνια πιο μπροστά, το 1974.
Η επίδρασή του, ωστόσο, συνεχίστηκε στο χώρο της μουσικής, καθώς ανανέωσε την επένδυση των ταινιών με φάνκι ήχους, που έκτοτε τους οικειοποιήθηκαν και αρκετά αστυνομικά σίριαλ, όπως τα "Στάρτσκι και Χατς", "Οι Αγγελοι του Τσάρλι", "Χαβάη 5-0" κ.ά. Ακόμη, αξιοποίησε τους κορυφαίους μαύρους μουσικούς ή συνέβαλε στην καθιέρωση άλλων που ήταν άγνωστοι μέχρι τότε. Εκτός από τον Isaac Hayes, μεταξύ εκείνων που συμμετείχαν σε blaxploitation σάουντρακ συγκαταλέγονται οι Earth Wind and Fire, Curtis Mayfield, Quincy Jones, Barry White, James Brown και Bobby Womack.
Στη δεκαετία του ΄80 το blaxploitation επέστρεψε εντυπωσιακά, χάρη στις δουλειές του Eddie Murphy και, κυρίως, στο "I΄m Gonna Git You Sucka" του Keenan Ivory Wayans (1988), την πρώτη και πιο εύστοχη μετα-blaxploitation παρωδία. Γεμάτες με αναφορές είναι και οι ταινίες του Quentin Tarantino, με αποκορύφωμα το "Jackie Brown" (1997), που -από τον τίτλο και την Pam Grier- παραπέμπει στο "Foxy Brown" (1974, ελλ. τίτλος "Φόξυ Μπράουν, η Mαύρη Tίγρης"). To "Σαφτ" του John Singleton είναι το πιο πρόσφατο στοίχημα για την ανανέωσή του και οι πληροφορίες από περιοδικά και δικτυακούς τόπους λένε ότι, αν τα καταφέρει, έπονται και άλλα ριμέικ.
Ανεξάρτητα όμως από το μέλλον, η πορεία που έχει έως τώρα διανύσει το blaxploitation θα μπορούσε να συμπυκνωθεί άνετα στην πρώτη και την τελευταία σκηνή του πρωτότυπου "Σαφτ". Ο Richard Roundtree λοιπόν έβγαινε από τον υπόγειο αντικρίζοντας έναν κόσμο θεάματος στον οποίο κυριαρχούσαν οι λευκοί. Ύψωνε το μεσαίο δάχτυλο στη γνωστή χειρονομία, τα έβαζε με όλους και με όλα και στο τέλος φώναζε το λευκό αστυνομικό για να "καθαρίσει".
Νίκος Μητρογιαννόπουλος
Μέχρι τότε, οι έγχρωμοι παρέμεναν αναξιοποίητη κατηγορία κοινού, άρα δυνητική πηγή εσόδων για την παραπαίουσα βιομηχανία. Είχαν προηγηθεί, βέβαια, φιλμ με τον Sidney Poitier, που γνώρισαν επιτυχία, αλλά ταυτόχρονα κατηγορήθηκαν για αναπαραγωγή των υπαρχόντων στερεοτύπων και για αδυναμία να καταγράψουν την πραγματικότητα.
Με τις φυλετικές αναταραχές να έχουν ξεσπάσει σε όλη τη χώρα και τους Μαύρους Πάνθηρες να παροτρύνουν για ανάληψη στρατιωτικής δράσης, ο συμβατικός και συμβιβαστικός κινηματογράφος που απευθυνόταν σε μαύρους δεν ήταν εύκολα αποδεκτός. Χρειάζονταν έργα που θα μπορούσαν να παρουσιάσουν την αστική κουλτούρα των γκέτο, να μιλήσουν για τα προβλήματά τους και -κυρίως- να προτείνουν ήρωες, υπερ-ήρωες ή αντι-ήρωες.
Μέσα από αυτές τις συνθήκες αναδύθηκε το περίφημο blaxploitation, που διήρκεσε από το 1971 έως περίπου το 1976. Ο όρος λέγεται ότι έλκει την καταγωγή του από τις "exploitation movies", τις "ταινίες-σκουπίδια" των χρόνων του ΄60. Σύμφωνα με άλλους, πάλι, εκφράζει την εκμετάλλευση των μαύρων θεατών ή συντελεστών από τις εταιρείες.
Το blaxploitation αρχικά στηρίχθηκε στα αστυνομικά/γκανγκστερικά φιλμ, γρήγορα όμως επεκτάθηκε, με τις ευλογίες και τη χρηματοδότηση του Χόλιγουντ, στις ταινίες τρόμου, ακόμη και το γουέστερν. Εμφανίστηκαν, έτσι, έργα με τους εύγλωττους τίτλους "Blacula" (1972), "Blackenstein" (1973), "Dr. Black, Mr. Hyde" (1976) και "Boss Nigger" (1974, ελλ. τίτλος "Οι Επικηρυγμένοι του Τέξας").
Τα θεμέλια τα έβαλαν, πάντως, τρεις θρυλικές ταινίες, με την υπογραφή μαύρων σκηνοθετών: το "Sweet Sweetback΄s Baadaass Song" (1971) του Melvin van Peebles, το "Shaft" (1971) του Gordon Parks Sr. και το "Superfly" (1972, ελ. τίτλος "Η Συμμορία με τη Xρυσή Kάντιλακ") του Gordon Parks Jr. Το "Sweet Sweetback΄s Baadaass Song", η αφετηρία του blaxploitation, ήταν ανεξάρτητη παραγωγή που στοίχισε 500.000 δολάρια και επέστρεψε 20 εκατομμύρια.
Οι θεαματικές εισπράξεις της έδωσαν τη δυνατότητα στο "Shaft" να γίνει η πρώτη χολιγουντιανή blaxploitation παραγωγή, με τη σφραγίδα της MGM, που χάρισε και ένα Όσκαρ Μουσικής στον Isaac Hayes για το πολύ γνωστό "Theme From Shaft". Μάλιστα, ήδη από εκείνη την περίοδο, ακολούθησαν δύο σίκουελ: "Το Mεγάλο Kόλπο του Σαφτ" (1972), σε σκηνοθεσία πάλι του Gordon Parks Sr., και ο "Σαφτ στην Αφρική" (1973), από τον John Guillermin, ενώ εμφανίστηκε και ως βραχύβια τηλεοπτική σειρά, με σκηνοθέτες τους Τζον Κασσαβέτη και Lawrence Dobkin.
Όταν τα περιθώρια κέρδους εξαντλήθηκαν αλλά και λόγω της αντίδρασης οργανώσεων όπως η NAACP, που υποστήριζαν ότι αυτού του είδους τα φιλμ διαφθείρουν τη νεολαία και διαστρεβλώνουν την εικόνα των μαύρων, σταδιακά το όλο εγχείρημα περιέπεσε σε ανυποληψία και εξανεμίστηκε, κάπου γύρω στο 1976, αν και άλλοι τοποθετούν την καταληκτική ημερομηνία δύο χρόνια πιο μπροστά, το 1974.
Η επίδρασή του, ωστόσο, συνεχίστηκε στο χώρο της μουσικής, καθώς ανανέωσε την επένδυση των ταινιών με φάνκι ήχους, που έκτοτε τους οικειοποιήθηκαν και αρκετά αστυνομικά σίριαλ, όπως τα "Στάρτσκι και Χατς", "Οι Αγγελοι του Τσάρλι", "Χαβάη 5-0" κ.ά. Ακόμη, αξιοποίησε τους κορυφαίους μαύρους μουσικούς ή συνέβαλε στην καθιέρωση άλλων που ήταν άγνωστοι μέχρι τότε. Εκτός από τον Isaac Hayes, μεταξύ εκείνων που συμμετείχαν σε blaxploitation σάουντρακ συγκαταλέγονται οι Earth Wind and Fire, Curtis Mayfield, Quincy Jones, Barry White, James Brown και Bobby Womack.
Στη δεκαετία του ΄80 το blaxploitation επέστρεψε εντυπωσιακά, χάρη στις δουλειές του Eddie Murphy και, κυρίως, στο "I΄m Gonna Git You Sucka" του Keenan Ivory Wayans (1988), την πρώτη και πιο εύστοχη μετα-blaxploitation παρωδία. Γεμάτες με αναφορές είναι και οι ταινίες του Quentin Tarantino, με αποκορύφωμα το "Jackie Brown" (1997), που -από τον τίτλο και την Pam Grier- παραπέμπει στο "Foxy Brown" (1974, ελλ. τίτλος "Φόξυ Μπράουν, η Mαύρη Tίγρης"). To "Σαφτ" του John Singleton είναι το πιο πρόσφατο στοίχημα για την ανανέωσή του και οι πληροφορίες από περιοδικά και δικτυακούς τόπους λένε ότι, αν τα καταφέρει, έπονται και άλλα ριμέικ.
Ανεξάρτητα όμως από το μέλλον, η πορεία που έχει έως τώρα διανύσει το blaxploitation θα μπορούσε να συμπυκνωθεί άνετα στην πρώτη και την τελευταία σκηνή του πρωτότυπου "Σαφτ". Ο Richard Roundtree λοιπόν έβγαινε από τον υπόγειο αντικρίζοντας έναν κόσμο θεάματος στον οποίο κυριαρχούσαν οι λευκοί. Ύψωνε το μεσαίο δάχτυλο στη γνωστή χειρονομία, τα έβαζε με όλους και με όλα και στο τέλος φώναζε το λευκό αστυνομικό για να "καθαρίσει".
Νίκος Μητρογιαννόπουλος
Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2007
Παιχνίδια εξουσίας! (Μέχρι τελικής πτώσεως)
... ο εγγυητής της ενότητας. (lol)
Αυτό που συμβαίνει στο ΠΑΣΟΚ είναι συγκλονιστικό από πολλές απόψεις. Για πρώτη φορά οι δελφίνοι ενός μεγάλου κόμματος εξουσίας, έχουν βγάλει όχι απλώς τα μαχαίρια αλλά μιλούν τόσο διχαστικά, όσο ποτέ άλλοτε. Από την άλλη,ούτε καν την σχεδόν ξεχασμένη περίοδο της αποστασίας, δεν αναμείχθηκαν τόσο έντονα τα εκδοτικά συγκροτήματα και τα πιόνια τους . Θα γίνει το ΠΑΣΟΚ, η ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΟΥ, του παρελθόντος; Ο κόσμος του κόμματος θα το αποφασίσει στις 11 Νοεμβρίου.
Το ζήτημα είναι όμως αν η διαδικασία εκλογής του νέου προέδρου θα γίνει με διαφάνεια και χωρίς υπονομεύσεις, κάτι που γίνεται ασταμάτητα από το βράδυ των εκλογών. Έτσι κι αλλιώς προσωπικά θεωρώ ότι μετά από όσα έχουν λεχθεί κι από τις δυο πλευρές, μετά τις εκλογικές διαδικασίες το ΠΑΣΟΚ δεν θα είναι πια το ίδιο. Ούτε ο Παπανδρέου, ούτε ο Βενιζέλος μπορούν να συνυπάρχουν στο ίδιο κόμμα.
Πάντως θέμα διάσπασης προς το παρόν δεν υπάρχει. Αν εκλεγεί ο Παπανδρέου πιστεύω ότι θα κρατήσει την λαική βάση του κόμματος, ακόμη κι αν αποχωρήσει ο αντίπαλός του μαζί με κάποια στελέχη. Και θεωρώ ότι αυτό είναι το θετικό σενάριο για το καλό του ΠΑΣΟΚ. Αν τελικά επικρατήσει ο Βενιζέλος νομίζω ότι θα υπάρξει διάσπαση καθώς ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ θεωρεί τον Βενιζέλο ικανό αλλά αρκετά «δεξιό». Το βασικότερο βέβαια είναι ότι οι ψηφοφόροι του κόμματος δεν θα δούν με καλό μάτι τους συνεργάτες του, καθώς όπως είδατε κι ακούσατε μέχρι τώρα δεν είναι άλλοι από αυτούς που ο κόσμος απαξίωσε εξαιτίας των σκανδάλων, της διαφθοράς και της αλλαζονείας. Με ποιούς θα χτίσει το νέο κόμμα ο Βενιζέλος; Με τον Σημίτη, τον Νεονάκη, τον Τσουκάτο και τον Μπίστη; Τότε θα υπάρχει πρόβλημα συνοχής του κόμματος.
Ας διδαχθούν με το παράδειγμα του Εργατικού Κόμματος στην Αγγλία το οποίο προσπαθώντας να βρεί την ταυτότητά του το 1979 παραχώρησε την εξουσία στην Θάτσερ και παρέμεινε στην αφάνεια και στα χαμηλότερα από ποτέ ποσοστά του, για πολλά χρόνια!
Το ζήτημα είναι όμως αν η διαδικασία εκλογής του νέου προέδρου θα γίνει με διαφάνεια και χωρίς υπονομεύσεις, κάτι που γίνεται ασταμάτητα από το βράδυ των εκλογών. Έτσι κι αλλιώς προσωπικά θεωρώ ότι μετά από όσα έχουν λεχθεί κι από τις δυο πλευρές, μετά τις εκλογικές διαδικασίες το ΠΑΣΟΚ δεν θα είναι πια το ίδιο. Ούτε ο Παπανδρέου, ούτε ο Βενιζέλος μπορούν να συνυπάρχουν στο ίδιο κόμμα.
Πάντως θέμα διάσπασης προς το παρόν δεν υπάρχει. Αν εκλεγεί ο Παπανδρέου πιστεύω ότι θα κρατήσει την λαική βάση του κόμματος, ακόμη κι αν αποχωρήσει ο αντίπαλός του μαζί με κάποια στελέχη. Και θεωρώ ότι αυτό είναι το θετικό σενάριο για το καλό του ΠΑΣΟΚ. Αν τελικά επικρατήσει ο Βενιζέλος νομίζω ότι θα υπάρξει διάσπαση καθώς ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ θεωρεί τον Βενιζέλο ικανό αλλά αρκετά «δεξιό». Το βασικότερο βέβαια είναι ότι οι ψηφοφόροι του κόμματος δεν θα δούν με καλό μάτι τους συνεργάτες του, καθώς όπως είδατε κι ακούσατε μέχρι τώρα δεν είναι άλλοι από αυτούς που ο κόσμος απαξίωσε εξαιτίας των σκανδάλων, της διαφθοράς και της αλλαζονείας. Με ποιούς θα χτίσει το νέο κόμμα ο Βενιζέλος; Με τον Σημίτη, τον Νεονάκη, τον Τσουκάτο και τον Μπίστη; Τότε θα υπάρχει πρόβλημα συνοχής του κόμματος.
Ας διδαχθούν με το παράδειγμα του Εργατικού Κόμματος στην Αγγλία το οποίο προσπαθώντας να βρεί την ταυτότητά του το 1979 παραχώρησε την εξουσία στην Θάτσερ και παρέμεινε στην αφάνεια και στα χαμηλότερα από ποτέ ποσοστά του, για πολλά χρόνια!
Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2007
Το κίνημα του Ρομαντισμού!
Στην εργασία αυτή θα ασχοληθούμε με το κίνημα του Ρομαντισμού που εκδηλώθηκε περίπου στις αρχές του 19ου αιώνα, στη Γερμανία αρχικά και μετέπειτα στην Γαλλία και σε ολόκληρο τον κόσμο.
Μέτρα και σταθμά, κανόνες και συμβατικότητες δεν έχουν θέση στον Ρομαντισμό. Οι συγγραφείς έχουν απόλυτη ελευθερία στην θεματολογία τους. Και βέβαια ο ατομικισμός που διαμορφώθηκε από τις επαναστάσεις των Εθνικο – απελευθερωτικών κινημάτων έχει πρωτεύοντα ρόλο. Αφήνεται έτσι αχαλίνωτη η φαντασία, η ευαισθησία και η έμπνευση του ρομαντικού συγγραφέα.
Θα εξετάσουμε τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που ευνόησαν την εμφάνιση του, όπως για παράδειγμα τα απόνερα που άφησαν στο πέρασμά τους στον πνευματικό κόσμο, η Γαλλική επανάσταση και ο Διαφωτισμός. Θα δούμε ακόμη κατά πόσο βοήθησαν τα πολιτικά φαινόμενα όπως ο Ατομικισμός, η Επανάσταση και τα Εθνικο -απελευθερωτικά κινήματα. Θα σταθούμε αναλυτικά στις ιδέες και στις αρχές του ρομαντισμού και το πώς πήραν την σκυτάλη από τον πεπερασμένο Κλασικισμό.
Από τον 12ο αιώνα που η γαλλική λέξη «rommant» χρησιμοποιούνταν στην έκφραση «ρομανική γλώσσα», μέχρι το 1798 όταν στην Γερμανία το επίθετο «ρομαντικός» πήρε την οριστική του σημασία κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι.
Από τον 12ο αιώνα που η γαλλική λέξη «rommant» χρησιμοποιούνταν στην έκφραση «ρομανική γλώσσα», μέχρι το 1798 όταν στην Γερμανία το επίθετο «ρομαντικός» πήρε την οριστική του σημασία κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι.
Καθοριστικής σημασίας ήταν η εποχή του Διαφωτισμού όταν ο όρος Ρομαντισμός
διαμόρφωσε σιγά σιγά τα «αντικλασικά» χαρακτηριστικά του κι άρχισε να σημαίνει το
μη πραγματικό, το παράλογο.
Η αντίθεση στον Κλασικισμό φανέρωσε μια νέα ρομαντική και ευαίσθητη πλευρά των λογοτεχνών, οι οποίοι έβγαζαν με καθαρότητα στο κείμενο τα εσώψυχά τους. Ο Ρομαντισμός σαν κίνημα εδραιώθηκε κατά τον 19ο αιώνα και εξελίχθηκε εξαιτίας τωνκοινωνικοπολιτικών ζυμώσεων της εποχής με βασικό άξονα την Γαλλική Επανάσταση και τον Διαφωτισμό.
μη πραγματικό, το παράλογο.
Η αντίθεση στον Κλασικισμό φανέρωσε μια νέα ρομαντική και ευαίσθητη πλευρά των λογοτεχνών, οι οποίοι έβγαζαν με καθαρότητα στο κείμενο τα εσώψυχά τους. Ο Ρομαντισμός σαν κίνημα εδραιώθηκε κατά τον 19ο αιώνα και εξελίχθηκε εξαιτίας τωνκοινωνικοπολιτικών ζυμώσεων της εποχής με βασικό άξονα την Γαλλική Επανάσταση και τον Διαφωτισμό.
Τότε ήταν που διαδόθηκαν σε ολόκληρη την Ευρώπη οι ιδέες της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας. Με την εμφάνιση μάλιστα των εθνικών κινημάτων και των επαναστάσεων την περίοδο εκείνη άρχισαν να διαμορφώνονται σε μια κορυφαία και μεγάλη στιγμή για την Ευρώπη, τα ανεξάρτητα Κράτη – Έθνη. Μέσω των επαναστάσεων και των πολιτικών εξελίξεων σχηματίστηκε μια δυτική Ευρώπη που ξεφεύγει από το πεπερασμένο και
αναχρονιστικό καθεστώς και που οδεύει προς το φιλελεύθερο αστικό κράτος. Το
προλεταριάτο έχει πια θέση στο πολιτικό προσκήνιο ενώ η αστική τάξη μέσω μιας έκρηξης των πολιτισμικών παραδόσεων δημιουργεί στις πόλεις κύκλους από φιλελεύθερους διανοούμενους.
Μέσα από αυτές τις εξελίξεις ξεπηδά ένα από τα ισχυρότερα πνευματικά κινήματα
που εμφανίστηκαν στην Ευρώπη μετά την Αναγέννηση. «Το πολιτιστικό λάβαρο της
ιδεολογικής και αισθητικής κρίσης της εποχής αυτής, θα είναι ο Ρομαντισμός. Ωστόσο το ρεύμα αυτό διατηρεί σε κάθε περίπτωση έναν εθνικό και ατομικό χαρακτήρα που το φέρνει κοντά στο φιλελευθερισμό και τον εθνικισμό. Άρα δεν είναι δυνατό να μετρήσουμε με τον πήχη, με ένα μόνο σημείο αναφοράς τη σύνθεσή του, την πρόθεση και την εξέλιξή του στον χώρο και τον χρόνο...» (1)
Από τα μέσα του 18ου αιώνα ο Κλασικισμός βρισκόταν στο επίκεντρο
επιθέσεων και επικρίσεων από τους διανοούμενους. Το Ρομαντικό κίνημα δεσπόζει
από το 1815 στις περισσότερες ευρωπαικές χώρες όπου το κοινό αντιδρά στην σκέψη
και έκφραση του ορθολογισμού. Οι συγγραφείς όλο και περισσότερο δημιουργούν
νέους ήρωες, μελαγχολικούς και ανήσυχους, απογοητευμένους, λάτρεις του
μυστηρίου και των ερειπίων, στους οποίους οι αναγνώστες αναγνωρίζουν τον εαυτό
τους.
που εμφανίστηκαν στην Ευρώπη μετά την Αναγέννηση. «Το πολιτιστικό λάβαρο της
ιδεολογικής και αισθητικής κρίσης της εποχής αυτής, θα είναι ο Ρομαντισμός. Ωστόσο το ρεύμα αυτό διατηρεί σε κάθε περίπτωση έναν εθνικό και ατομικό χαρακτήρα που το φέρνει κοντά στο φιλελευθερισμό και τον εθνικισμό. Άρα δεν είναι δυνατό να μετρήσουμε με τον πήχη, με ένα μόνο σημείο αναφοράς τη σύνθεσή του, την πρόθεση και την εξέλιξή του στον χώρο και τον χρόνο...» (1)
Από τα μέσα του 18ου αιώνα ο Κλασικισμός βρισκόταν στο επίκεντρο
επιθέσεων και επικρίσεων από τους διανοούμενους. Το Ρομαντικό κίνημα δεσπόζει
από το 1815 στις περισσότερες ευρωπαικές χώρες όπου το κοινό αντιδρά στην σκέψη
και έκφραση του ορθολογισμού. Οι συγγραφείς όλο και περισσότερο δημιουργούν
νέους ήρωες, μελαγχολικούς και ανήσυχους, απογοητευμένους, λάτρεις του
μυστηρίου και των ερειπίων, στους οποίους οι αναγνώστες αναγνωρίζουν τον εαυτό
τους.
Τα χαρακτηριστικά των ιδεών και των αρχών του Ρομαντισμού είναι εκ διαμέτρου αντίθετα με αυτά του Κλασικισμού. Ο ρομαντικός συγγραφέας μοιράζεται με τον αναγνώστη τις χαρές και τις λύπες του, ενώ σε ολόκληρο το κείμενο είναι διάχυτος ο λυρισμός.
Η Ελληνο-ρωμαική αρχαιότητα δεν είναι πια πηγή έμπνευσης αλλά οι ιστορίες ξεπηδούν μέσα από τις ιστορίες του κάθε λαού της Ευρώπης και κυρίως από τα κράτη της βόρειας Ευρώπης. Ακόμη και ο μέχρι τότε ξεχασμένος Μεσαίωνας συμμετέχει στην Ρομαντική ιδεολογία. Η λογική, το κύριο χαρακτηριστικό των Κλασικών δίνει την θέση του στην ευαισθησία και ο έντιμος, ευπρεπής και σε όλα του τέλειος άνθρωπος, ο «honnete homme» κατά τα γαλλικά πρότυπα, γίνεται παρελθόν. Τώρα πρωταγωνιστούν ήρωες που τα βάζουν με όλους και με όλα, τον κόσμο και την κοινωνία, που βρίσκονται σε μια διαρκή ανησυχία, σε μια συνεχή ανισορροπία. Διχασμένοι ήρωες που ψάχνουν την ολοκλήρωσή τους.
Μέτρα και σταθμά, κανόνες και συμβατικότητες δεν έχουν θέση στον Ρομαντισμό. Οι συγγραφείς έχουν απόλυτη ελευθερία στην θεματολογία τους. Και βέβαια ο ατομικισμός που διαμορφώθηκε από τις επαναστάσεις των Εθνικο – απελευθερωτικών κινημάτων έχει πρωτεύοντα ρόλο. Αφήνεται έτσι αχαλίνωτη η φαντασία, η ευαισθησία και η έμπνευση του ρομαντικού συγγραφέα.
Όλα αυτά τα στοιχεία συνιστούν τον λεγόμενο Ρομαντικό λυρισμό που είναι απόρροια μιας ξεχωριστής και καθαρά προσωπικής έμπνευσης με την οποία οι ποιητές εκφράζουν την σχέση τους με τον κόσμο, με τα έντονα συναισθήματα που τους κυριεύουν και κυρίως ο ποιητής εκφράζει το «εγώ» του. «Σύμφωνα με τον Βίκτωρα Ουγκώ, αρχηγό της γαλλικής Ρομαντικής σχολής, ο λυρικός ποιητής «ηχηρός αντίλαλος» της εποχής του, έχει την ιδιόμορφη αποστολή μέσα από την έκφραση της ατομικότητας του να εκφράζει τον κόσμο που τον περιβάλλει. Η ιδιαίτερη σημασία που απέδωσε ο Ρομαντισμός στην υποκειμενική έκφραση ευνόησε την λογοτεχνική απογύμνωση της ψυχής του ποιητή, που θεωρεί άλλωστε ότι αποτελεί προνομιούχο μάρτυρα των γεγονότων της εποχής του...» (2)
Το έργο και η προσωπικότητα του Ρομαντικού καλλιτέχνη κατά τον 19ο αιώνα έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις από την κοινωνία. Από την μία ο θαυμασμός και η δίψα του κοινού για το καινούργιο, κι από την άλλη η κόντρα με την άρχουσα αστική τάξη που βλέπει την επαναστατικότητα και το φλογερό ταμπεραμέντο των ρομαντικών, δημιουργεί προβλήματα. Έτσι κάθε φορά που προσπαθούν να δράσουν πολιτικά ή ανθρωπιστικά βλέπουν οι συγγραφείς το τεράστιο χάσμα μεταξύ της προσδοκίας τους και της πραγματικότητας. Κάποιοι λοιπόν που είναι αντίθετοι με την κυρίαρχη ιδεολογία της εποχής, αρχίζουν να αισθάνονται απομονωμένοι, να εγκλωβίζονται μέσα στα τείχη της μοναξιάς τους και να διακατέχονται από ένα ακραίο πεσιμισμό που είναι ευδιάκριτος στα έργα τους.
Τα γεγονότα της εποχής (τέλη 18ου αιώνα) δημιουργούν ένα κλίμα όπου οι αντιφάσεις συνυπάρχουν στην συνείδηση του ίδιου ατόμου. Από την μία οι έντονες κοινωνικές ανακατατάξεις. Από την άλλη η ελπίδα για πρόοδο στα κοινωνικοπολιτικά θέματα και βέβαια οι απογοητεύσεις – μικρές και μεγάλες – της καθημερινότητας δημιουργούν αυτό το αντιφατικό πεδίο σκέψης.
Το έργο και η προσωπικότητα του Ρομαντικού καλλιτέχνη κατά τον 19ο αιώνα έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις από την κοινωνία. Από την μία ο θαυμασμός και η δίψα του κοινού για το καινούργιο, κι από την άλλη η κόντρα με την άρχουσα αστική τάξη που βλέπει την επαναστατικότητα και το φλογερό ταμπεραμέντο των ρομαντικών, δημιουργεί προβλήματα. Έτσι κάθε φορά που προσπαθούν να δράσουν πολιτικά ή ανθρωπιστικά βλέπουν οι συγγραφείς το τεράστιο χάσμα μεταξύ της προσδοκίας τους και της πραγματικότητας. Κάποιοι λοιπόν που είναι αντίθετοι με την κυρίαρχη ιδεολογία της εποχής, αρχίζουν να αισθάνονται απομονωμένοι, να εγκλωβίζονται μέσα στα τείχη της μοναξιάς τους και να διακατέχονται από ένα ακραίο πεσιμισμό που είναι ευδιάκριτος στα έργα τους.
Τα γεγονότα της εποχής (τέλη 18ου αιώνα) δημιουργούν ένα κλίμα όπου οι αντιφάσεις συνυπάρχουν στην συνείδηση του ίδιου ατόμου. Από την μία οι έντονες κοινωνικές ανακατατάξεις. Από την άλλη η ελπίδα για πρόοδο στα κοινωνικοπολιτικά θέματα και βέβαια οι απογοητεύσεις – μικρές και μεγάλες – της καθημερινότητας δημιουργούν αυτό το αντιφατικό πεδίο σκέψης.
Ο καλλιτέχνης βρίσκει έτσι καταφύγιο και αντλεί στοιχεία από το ιστορικό του παρελθόν, από την θρησκεία, την ονειροπόληση αλλά και από την μαύρη αισθητική του τρόμου και του θανάτου. Αυτή η υπαρξιακή αγωνία και η αβεβαιότητα του Ρομαντικού ποιητή
χαρακτηρίζεται ως η «αρρώστια του αιώνα» και οδηγούν τον ήρωα σε ακραίες συμπεριφορές. Στην περιφρόνηση της ζωής, ακόμη και του ίδιου του θανάτου. Η απόλυτη μελαγχολία γίνεται δεύτερη φύση και έχει ως επακόλουθο ακόμη και σκέψεις για
χαρακτηρίζεται ως η «αρρώστια του αιώνα» και οδηγούν τον ήρωα σε ακραίες συμπεριφορές. Στην περιφρόνηση της ζωής, ακόμη και του ίδιου του θανάτου. Η απόλυτη μελαγχολία γίνεται δεύτερη φύση και έχει ως επακόλουθο ακόμη και σκέψεις για
αυτοκτονία.
Ο θάνατος είναι η μόνη διέξοδος για τις απογοητεύσεις και
την ασφυκτική ψυχική κατάσταση του καλλιτέχνη.
την ασφυκτική ψυχική κατάσταση του καλλιτέχνη.
Γιώργος Κολοβάτσιος
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Ευρωπαικά Γράμματα – Β΄ τόμος – Σελ. 337
(2) Δ. Γκότση – Δ. Προβατά – Ι.Ε.Λ. – Β΄ τόμος – Ενότητα 2.1.2 – Σελ. 49
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Ευρωπαικά Γράμματα – Β΄ τόμος – Σελ. 337
(2) Δ. Γκότση – Δ. Προβατά – Ι.Ε.Λ. – Β΄ τόμος – Ενότητα 2.1.2 – Σελ. 49
Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2007
Η ιστορία των TOOL!
Όλα άρχισαν πίσω στα '80s όταν τα μετέπειτα μέλη των Tool, Paul D' Amour (κιθάρα και μπάσο), Danny Carey (τύμπανα), Adam Jones (κιθάρα) και Maynard James Keenan (φωνή) μετακόμισαν στο Los Angeles, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Αρχικά, ο D' Amour και ο Jones ήθελαν να ασχοληθούν με τον κινηματογράφο, o Maynard, που μόλις είχε τελειώσει τις σπουδές του γύρω από την τέχνη και αφού πρώτα είχε παραιτηθεί από το στρατό, είχε αναλάβει να διακοσμεί pet shops στην πόλη και ο Carey έγινε επαγγελματίας drummer παίζοντας για τους Carole King, Pigmy Love Circus και Green Jelly. Ο Keenan μαζί με τον D' Amour και τον Jones δημιούργησαν μια μπάντα κοντά στο τέλος της δεκαετίας, η οποία μετά την προσθήκη του Carey το 1990 πήρε το όνομα Tool. O Carey είχε γνωρίσει στην αρχή τον Jones μέσω του Tom Morello (ex- Rage Against The Machine, Audioslave) και αργότερα, ως γείτονας του Keenan και μοναδικός υποψήφιος για τη θέση, προσχώρησε στο γκρουπ.
Τον επόμενο χρόνο, μετά από πάμπολλες πρόβες, οι Tool ξεκινούν να περιοδεύουν μαζί με τους Rollins Band, τους Skitzo, τους Fishbone και τους Rage Against The Machine. Κάπου εκεί κυκλοφορεί και το πρώτο τους ep "Opiate" (1992), που δανείστηκε το όνομα του από τη διάσημη δήλωση του Karl Marx: «η θρησκεία είναι το όπιο των λαών». Το "Opiate" αν και είναι αρκετά πρωτόλειο και πολύ λίγο μας φέρνει στο μυαλό τις μετέπειτα κυκλοφορίες του γκρουπ, δημιούργησε αρκετό θόρυβο για την εποχή. Από το ep αυτό βγήκαν δύο singles, τα "Hush" και "Opiate", με το video του πρώτου να λογοκρίνεται από την αρμόδια αμερικανική επιτροπή γιατί έδειχνε τα μέλη του συγκροτήματος γυμνά με δύο κομμάτια μονωτική ταινία στο στόμα τους, πράγμα που αποτελούσε σχόλιο κατά της λογοκρισίας.
Πολύ γρήγορα, σε σχέση με το χρόνο που χρειάζονται σήμερα για να κυκλοφορήσουν μια καινούργια τους δουλειά, εμφανίζεται στην αγορά το πρώτο τους full-length άλμπουμ με τίτλο "Undertow" (1993). Ο λόγος που το άλμπουμ δεν καθυστέρησε καθόλου ήταν ότι αρκετά τραγούδια του υπήρχαν ήδη από τα sessions του "Opiate". Κατά τη γνώμη μου, με το "Undertow" οι Tool ξεκινάνε το μεγάλο τους σερί από αριστουργηματικούς δίσκους. Το εξώφυλλο σε προϊδεάζει για το τι πρόκειται να επακολουθήσει καθώς είναι σκοτεινό και υποβλητικό. Τα «χειρότερα» όμως έρχονται μόλις πρωτοαντικρίσεις τις φωτογραφίες του ένθετου booklet. Κάποιες είναι απωθητικές, κάποιες ακατάληπτες και όλες μαζί συνηγορούν στο να κάνουν το ηχητικό φορτίο του δίσκου αυτού αβάσταχτο. Σκοτάδι κυρίες και κύριοι, από το "Prison Sex", το εκπληκτικό "Sober", το "Bottom" με τη συμμετοχή του Henry Rollins, το "Crawl Away" και το τεράστιο "Disgustipated", όλα εδώ είναι μαύρα. Και φυσικά μη φανταστείτε ότι το γκρουπ παίζει υποτονικά. Υπάρχει θυμός και ένταση σε κάθε νότα. Η χαρισματική φωνή του Keenan και οι παράξενες φωνητικές μελωδίες, οι στακάτες μπασογραμμές, τα χαρακτηριστικά riff και το αρτιστικό παίξιμο στα τύμπανα, που συνθέτουν τους Tool του μέλλοντος, εδώ αρχίζουν για πρώτη φορά να αποκρυσταλλώνονται.
Με έναν τέτοιο δίσκο στις αποσκευές τους και τις εκρηκτικές τους εμφανίσεις επί της δεύτερης σκηνής του Lollapalooza και της πρώτης αργότερα, μετά από την απαίτηση του κόσμου, οι Tool βάζουν τις βάσεις για το τι θα επακολουθήσει (το "Undertow" γίνεται χρυσό και διπλά πλατινένιο αργότερα, στις 14 Μαίου του 2001). Μετά από αυτή την επιτυχία και με το σάλο της αρνητικής δημοσιότητας που κέρδισαν με το video του "Prison Sex", το οποίο αναφερόταν στην παιδική κακοποίηση και ήταν σκηνοθετημένο από τον Adam Jones (το MTV σταμάτησε τις προβολές και τους κάλεσαν σε απολογία από την MuchMusic), οι Tool μπαίνουν στο στούντιο στο μέσο του 1995 με σκοπό να ηχογραφήσουν το δεύτερο τους άλμπουμ. Αυτή η χρονιά, εκτός από την έναρξη των ηχογραφήσεων, σημαδεύεται και από την αποχώρηση, μέσα σε φιλικό κλίμα, του μπασίστα τους Paul D' Amour και την αντικατάσταση του από τον μπασίστα της μπάντας με την οποία είχαν πρόσφατα περιοδεύσει στηn Ευρώπη, τον Justin Chancellor και τους Peach αντίστοιχα.
Το 1996, και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο, κυκλοφορεί το άλμπουμ το οποίο έμελλε να εκτοξεύσει τους Tool και να τους κάνει super γκρουπ. Το "Aenima", αφιερωμένο στον κωμικό Bill Hicks (που πέθανε δυόμιση χρόνια πριν την κυκλοφορία του - "another dead hero" όπως λένε και οι ίδιοι), είναι αυτό που τους χαρίζει το πρώτο τους βραβείο Grammy. Στο άλμπουμ αυτό περιέχονται πολλές αναφορές σε νούμερα από τη σάτιρα του Hicks, όπως το εσώφυλλο που δείχνει την πολιτεία της Καλιφόρνια να πέφτει μέσα στον Ειρηνικό Ωκεανό και ο στίχος "Learn to swim, I'll see you down in Arizona Bay" από το "Aenema". Από όποια μεριά και να το δείτε, το "Aenima" είναι ένα αριστούργημα, όπου τα χαρακτηριστικά πλέον στοιχεία τους υπάρχουν και εδώ, μόνο που έχουν γίνει κατά ένα βαθμό πιο διεστραμμένα (αν είναι ποτέ δυνατόν...). Απίστευτο δέσιμο και απόδοση των μελών του γκρουπ, καινούργια στοιχεία τραγουδοποιίας που θέλουν τα πιο πολλά τραγούδια να χτίζονται σιγά-σιγά και να οδηγούνται σε κορύφωση, αμεσότητα στη μετάδοση των συναισθημάτων και, για ακόμα μια φορά, σκοτάδι. Ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνετε τους στίχους του Keenan, τους ρυθμούς που παίζουν Carey και Chanchellor και τις τονικές που χρησιμοποιεί ο Jones, ακούστε το άλμπουμ αυτό με ακουστικά ολόκληρο, από την αρχή μέχρι το τέλος, και το μόνο σίγουρο είναι ότι θα σας μαυρίσει την ψυχή και θα σας αφήσει με ένα αίσθημα κενότητας. Δεν ξέρω πως να το περιγράψω, παρ' όλο που η μουσική τους εδώ και ένταση έχει και δύναμη, είναι τέτοιο το βάρος της συναισθηματικής ματαιοδοξίας που σου μεταφέρει που θεωρώ αδύνατο για κάποιον να το ακούσει δυο φορές συνεχόμενα.
Οι Tool με το "Aenima" στις αποσκευές τους θα ξεκινήσουν για περιοδεία η οποία θα τους βρει το 1997 να επιστρέφουν στο Lollapalooza (αυτή τη φορά ως headliners), κερδίζοντας αποθεωτικές κριτικές, ακόμα και από τη N.Y. Times. Την ίδια χρονιά, καθώς λήγει το συμβόλαιο του γκρουπ με την τότε δισκογραφική του εταιρία (Volcano Records), ξεκινάει μια κόντρα μεταξύ τους στην προσπάθεια των μεν να φύγουν και να διαπραγματευτούν νέο συμβόλαιο και των δε να τους κρατήσουν στις τάξεις τους. Οι νομικές διαδικασίες βάζουν στον πάγο το γκρουπ, κάτι που θα κάνει και τη δουλειά του στο νέο δίσκο να καθυστερήσει, τα media να αρχίσουν να διαδίδουν φήμες για τυχόν διάλυση τους και τον Keenan να χρησιμοποιήσει το στάσιμο χρόνο του στη δημιουργία ενός project με τον (για πολύ καιρό τεχνικό κιθάρας τους) Billy Howerdel, τους A Perfect Circle.
Όλα αυτά βέβαια θα τελειώσουν με την υπογραφή ενός επαναπροσδιορισμένου συμβολαίου με τη Volcano Records και την κυκλοφορία της συλλογής "Salival" (2000) που περιλάμβανε ένα καινούργιο τραγούδι, το "Mercaba", μια καταπληκτική διασκευή στο "No Quarter" των Led Zeppelin, live εκδοχές των τραγουδιών τους, μια καινούργια εκδοχή του "Pushit" , τέσσερα από τα βίντεο της μπάντας ("Stinkfist", "Aenema", "Prison Sex", "Sober") συν το βίντεο του "Hush" από την εποχή του "Opiate" ep.
Τον Ιανουάριο του 2001 οι Tool ανακοινώνουν τον τίτλο του νέου τους άλμπουμ, "Systema Encephale", μάζι με τους τίτλους κάποιων τραγουδιών, όπως "Encephatalis", "Musick", "Numbereft" και "Coeliacus", που στην ουσία δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα κόλπο του γκρουπ για να χτυπήσει το Napster και άλλες παρόμοιες μηχανές file-sharing. Με αυτό τον τρόπο οι Tool ήθελαν να δείξουν την αντίθεση τους στη μείωση των πωλήσεων των δίσκων, λόγω της εξάπλωσης της διαδικτυακής ανταλλαγής κομματιών. Ένα μήνα αργότερα αποκαλύπτουν ότι το πραγματικό όνομα του καινούργιου δίσκου θα είναι "Lateralus".
Αν είναι δυνατόν, το γκρουπ για μια ακόμη φορά δείχνει τα δόντια του, βγάζοντας ένα δίσκο που αν δεν ξεπερνάει τον απίστευτο προκάτοχο του, σίγουρα τον πλησιάζει κατά πάρα πολύ. Με συνθέσεις που έχουν μέση διάρκεια πάνω από 6 λεπτά, οι Tool θα εξελίξουν το μοναδικό τους στυλ και θα το πάνε μερικά βήματα παρακάτω. Με το "Lateralus" oι Tool θα κολλήσουν πλέον για τα καλά την ταμπέλα του «progressive» που κουβαλάνε ακόμα και σήμερα (περισσότερο γιατί ο μουσικός τύπος δεν ξέρει που ακριβώς να τους τοποθετήσει). Αποτελούμενο από σχιζοειδή μουσικά θέματα, ψυχωτικά φωνητικά και ψυχοφθόρα διάθεση (τα συνηθισμένα δηλαδή), το "Lateralus" μας βυθίζει ακόμα μια φορά στο απόλυτο σκοτάδι. Ο καθένας από τους τέσσερις είναι απλά καταπληκτικός στο ρόλο του, με ιδιαίτερη μνεία στον Danny Carey και το εξωφρενικό του παίξιμο στα τύμπανα (υπήρχε μέχρι και μουσικός διαγωνισμός για τους ρυθμούς και τα μέτρα που έπαιζε στο "Triad" ). Αν θέλετε να πάρετε μια γεύση από το δίσκο, ακούστε τα "Schism", "Parabol / Parabola" και "Ticks & Leeches" και θαυμάστε το μεγαλείο τους.
Το "Lateralus" θα γίνει τεράστια επιτυχία σε όλο τον κόσμο, θα τους πάει στο νούμερο ένα του Billboard top 200 από την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του και θα τους χαρίσει το δεύτερο τους βραβείο Grammy για το best metal performance του τραγουδιού τους "Schism". Η περιοδεία θα ξεκινήσει το 2001, θα περικλείει και μια σειρά 10 ημερομηνιών με τους ήρωες τους, King Crimson, και θα τελειώσει το Νοέμβριο του 2002.
Θα ακολουθήσει ένα, μάλλον μεγάλο, διάλειμμα με τον Keenan να περιοδεύει και να ηχογραφεί για τους A Perfect Circle και κάπου στις αρχές του 2005 να ενώνεται με το υπόλοιπο γκρουπ για να ηχογραφήσει το διάδοχο του "Lateralus". Στις 2 Μαΐου του 2006 (όπως και αρχικά είχε ανακοινωθεί) θα κυκλοφορήσει το τέταρτο άλμπουμ των Tool με τίτλο "10.000 Days" και, παρ' όλο που είχε ήδη διαρρεύσει στο internet (κάτι που πάλευαν πολύ σκληρά να μη γίνει ), θα πουλήσει 564.000 αντίτυπα την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του, βάζοντας ακόμα μια φορά πλώρη για να κατακτήσει τις κορυφές των charts.
Με επιρροές (όπως οι ίδιοι αναφέρουν) από μπάντες που είχαν περιοδεύσει μαζί τους, όπως οι Meshuggah και οι Fantomas, το νέο άλμπουμ παραμένει κοντά στον γνωστό Tool ήχο, αλλά όπως είναι αναμενόμενο μας προσφέρει και μια καινούργια διάσταση της μουσικής τους. Τραγούδια όπως το ομώνυμο επικό "10.000 Days", το "Rosetta Stoned" και το "Jambi" μας δίνουν αυτή την καινούργια πνοή, ενώ ιδιαίτερη εντύπωση μας κάνουν τα "Vicarious" και "The Pot" με τον σχετικά πιο «πιασάρικο» προσανατολισμό τους. Προσωπικά θεωρώ το ομώνυμο τραγούδι ένα από τα δέκα καλύτερα που έχω ακούσει ποτέ στη ζωή μου! Σου βγάζει την ψυχή ξεκινώντας αργά, χτίζει σιγά- σιγά τη δύναμη του και όταν γίνεται το τελικό ξέσπασμα σε παρασύρει στο ρυθμό του και δε σου αφήνει κανένα περιθώριο.
Τάσος Γαλάνης
Τον επόμενο χρόνο, μετά από πάμπολλες πρόβες, οι Tool ξεκινούν να περιοδεύουν μαζί με τους Rollins Band, τους Skitzo, τους Fishbone και τους Rage Against The Machine. Κάπου εκεί κυκλοφορεί και το πρώτο τους ep "Opiate" (1992), που δανείστηκε το όνομα του από τη διάσημη δήλωση του Karl Marx: «η θρησκεία είναι το όπιο των λαών». Το "Opiate" αν και είναι αρκετά πρωτόλειο και πολύ λίγο μας φέρνει στο μυαλό τις μετέπειτα κυκλοφορίες του γκρουπ, δημιούργησε αρκετό θόρυβο για την εποχή. Από το ep αυτό βγήκαν δύο singles, τα "Hush" και "Opiate", με το video του πρώτου να λογοκρίνεται από την αρμόδια αμερικανική επιτροπή γιατί έδειχνε τα μέλη του συγκροτήματος γυμνά με δύο κομμάτια μονωτική ταινία στο στόμα τους, πράγμα που αποτελούσε σχόλιο κατά της λογοκρισίας.
Πολύ γρήγορα, σε σχέση με το χρόνο που χρειάζονται σήμερα για να κυκλοφορήσουν μια καινούργια τους δουλειά, εμφανίζεται στην αγορά το πρώτο τους full-length άλμπουμ με τίτλο "Undertow" (1993). Ο λόγος που το άλμπουμ δεν καθυστέρησε καθόλου ήταν ότι αρκετά τραγούδια του υπήρχαν ήδη από τα sessions του "Opiate". Κατά τη γνώμη μου, με το "Undertow" οι Tool ξεκινάνε το μεγάλο τους σερί από αριστουργηματικούς δίσκους. Το εξώφυλλο σε προϊδεάζει για το τι πρόκειται να επακολουθήσει καθώς είναι σκοτεινό και υποβλητικό. Τα «χειρότερα» όμως έρχονται μόλις πρωτοαντικρίσεις τις φωτογραφίες του ένθετου booklet. Κάποιες είναι απωθητικές, κάποιες ακατάληπτες και όλες μαζί συνηγορούν στο να κάνουν το ηχητικό φορτίο του δίσκου αυτού αβάσταχτο. Σκοτάδι κυρίες και κύριοι, από το "Prison Sex", το εκπληκτικό "Sober", το "Bottom" με τη συμμετοχή του Henry Rollins, το "Crawl Away" και το τεράστιο "Disgustipated", όλα εδώ είναι μαύρα. Και φυσικά μη φανταστείτε ότι το γκρουπ παίζει υποτονικά. Υπάρχει θυμός και ένταση σε κάθε νότα. Η χαρισματική φωνή του Keenan και οι παράξενες φωνητικές μελωδίες, οι στακάτες μπασογραμμές, τα χαρακτηριστικά riff και το αρτιστικό παίξιμο στα τύμπανα, που συνθέτουν τους Tool του μέλλοντος, εδώ αρχίζουν για πρώτη φορά να αποκρυσταλλώνονται.
Με έναν τέτοιο δίσκο στις αποσκευές τους και τις εκρηκτικές τους εμφανίσεις επί της δεύτερης σκηνής του Lollapalooza και της πρώτης αργότερα, μετά από την απαίτηση του κόσμου, οι Tool βάζουν τις βάσεις για το τι θα επακολουθήσει (το "Undertow" γίνεται χρυσό και διπλά πλατινένιο αργότερα, στις 14 Μαίου του 2001). Μετά από αυτή την επιτυχία και με το σάλο της αρνητικής δημοσιότητας που κέρδισαν με το video του "Prison Sex", το οποίο αναφερόταν στην παιδική κακοποίηση και ήταν σκηνοθετημένο από τον Adam Jones (το MTV σταμάτησε τις προβολές και τους κάλεσαν σε απολογία από την MuchMusic), οι Tool μπαίνουν στο στούντιο στο μέσο του 1995 με σκοπό να ηχογραφήσουν το δεύτερο τους άλμπουμ. Αυτή η χρονιά, εκτός από την έναρξη των ηχογραφήσεων, σημαδεύεται και από την αποχώρηση, μέσα σε φιλικό κλίμα, του μπασίστα τους Paul D' Amour και την αντικατάσταση του από τον μπασίστα της μπάντας με την οποία είχαν πρόσφατα περιοδεύσει στηn Ευρώπη, τον Justin Chancellor και τους Peach αντίστοιχα.
Το 1996, και συγκεκριμένα τον Οκτώβριο, κυκλοφορεί το άλμπουμ το οποίο έμελλε να εκτοξεύσει τους Tool και να τους κάνει super γκρουπ. Το "Aenima", αφιερωμένο στον κωμικό Bill Hicks (που πέθανε δυόμιση χρόνια πριν την κυκλοφορία του - "another dead hero" όπως λένε και οι ίδιοι), είναι αυτό που τους χαρίζει το πρώτο τους βραβείο Grammy. Στο άλμπουμ αυτό περιέχονται πολλές αναφορές σε νούμερα από τη σάτιρα του Hicks, όπως το εσώφυλλο που δείχνει την πολιτεία της Καλιφόρνια να πέφτει μέσα στον Ειρηνικό Ωκεανό και ο στίχος "Learn to swim, I'll see you down in Arizona Bay" από το "Aenema". Από όποια μεριά και να το δείτε, το "Aenima" είναι ένα αριστούργημα, όπου τα χαρακτηριστικά πλέον στοιχεία τους υπάρχουν και εδώ, μόνο που έχουν γίνει κατά ένα βαθμό πιο διεστραμμένα (αν είναι ποτέ δυνατόν...). Απίστευτο δέσιμο και απόδοση των μελών του γκρουπ, καινούργια στοιχεία τραγουδοποιίας που θέλουν τα πιο πολλά τραγούδια να χτίζονται σιγά-σιγά και να οδηγούνται σε κορύφωση, αμεσότητα στη μετάδοση των συναισθημάτων και, για ακόμα μια φορά, σκοτάδι. Ακόμα κι αν δεν καταλαβαίνετε τους στίχους του Keenan, τους ρυθμούς που παίζουν Carey και Chanchellor και τις τονικές που χρησιμοποιεί ο Jones, ακούστε το άλμπουμ αυτό με ακουστικά ολόκληρο, από την αρχή μέχρι το τέλος, και το μόνο σίγουρο είναι ότι θα σας μαυρίσει την ψυχή και θα σας αφήσει με ένα αίσθημα κενότητας. Δεν ξέρω πως να το περιγράψω, παρ' όλο που η μουσική τους εδώ και ένταση έχει και δύναμη, είναι τέτοιο το βάρος της συναισθηματικής ματαιοδοξίας που σου μεταφέρει που θεωρώ αδύνατο για κάποιον να το ακούσει δυο φορές συνεχόμενα.
Οι Tool με το "Aenima" στις αποσκευές τους θα ξεκινήσουν για περιοδεία η οποία θα τους βρει το 1997 να επιστρέφουν στο Lollapalooza (αυτή τη φορά ως headliners), κερδίζοντας αποθεωτικές κριτικές, ακόμα και από τη N.Y. Times. Την ίδια χρονιά, καθώς λήγει το συμβόλαιο του γκρουπ με την τότε δισκογραφική του εταιρία (Volcano Records), ξεκινάει μια κόντρα μεταξύ τους στην προσπάθεια των μεν να φύγουν και να διαπραγματευτούν νέο συμβόλαιο και των δε να τους κρατήσουν στις τάξεις τους. Οι νομικές διαδικασίες βάζουν στον πάγο το γκρουπ, κάτι που θα κάνει και τη δουλειά του στο νέο δίσκο να καθυστερήσει, τα media να αρχίσουν να διαδίδουν φήμες για τυχόν διάλυση τους και τον Keenan να χρησιμοποιήσει το στάσιμο χρόνο του στη δημιουργία ενός project με τον (για πολύ καιρό τεχνικό κιθάρας τους) Billy Howerdel, τους A Perfect Circle.
Όλα αυτά βέβαια θα τελειώσουν με την υπογραφή ενός επαναπροσδιορισμένου συμβολαίου με τη Volcano Records και την κυκλοφορία της συλλογής "Salival" (2000) που περιλάμβανε ένα καινούργιο τραγούδι, το "Mercaba", μια καταπληκτική διασκευή στο "No Quarter" των Led Zeppelin, live εκδοχές των τραγουδιών τους, μια καινούργια εκδοχή του "Pushit" , τέσσερα από τα βίντεο της μπάντας ("Stinkfist", "Aenema", "Prison Sex", "Sober") συν το βίντεο του "Hush" από την εποχή του "Opiate" ep.
Τον Ιανουάριο του 2001 οι Tool ανακοινώνουν τον τίτλο του νέου τους άλμπουμ, "Systema Encephale", μάζι με τους τίτλους κάποιων τραγουδιών, όπως "Encephatalis", "Musick", "Numbereft" και "Coeliacus", που στην ουσία δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα κόλπο του γκρουπ για να χτυπήσει το Napster και άλλες παρόμοιες μηχανές file-sharing. Με αυτό τον τρόπο οι Tool ήθελαν να δείξουν την αντίθεση τους στη μείωση των πωλήσεων των δίσκων, λόγω της εξάπλωσης της διαδικτυακής ανταλλαγής κομματιών. Ένα μήνα αργότερα αποκαλύπτουν ότι το πραγματικό όνομα του καινούργιου δίσκου θα είναι "Lateralus".
Αν είναι δυνατόν, το γκρουπ για μια ακόμη φορά δείχνει τα δόντια του, βγάζοντας ένα δίσκο που αν δεν ξεπερνάει τον απίστευτο προκάτοχο του, σίγουρα τον πλησιάζει κατά πάρα πολύ. Με συνθέσεις που έχουν μέση διάρκεια πάνω από 6 λεπτά, οι Tool θα εξελίξουν το μοναδικό τους στυλ και θα το πάνε μερικά βήματα παρακάτω. Με το "Lateralus" oι Tool θα κολλήσουν πλέον για τα καλά την ταμπέλα του «progressive» που κουβαλάνε ακόμα και σήμερα (περισσότερο γιατί ο μουσικός τύπος δεν ξέρει που ακριβώς να τους τοποθετήσει). Αποτελούμενο από σχιζοειδή μουσικά θέματα, ψυχωτικά φωνητικά και ψυχοφθόρα διάθεση (τα συνηθισμένα δηλαδή), το "Lateralus" μας βυθίζει ακόμα μια φορά στο απόλυτο σκοτάδι. Ο καθένας από τους τέσσερις είναι απλά καταπληκτικός στο ρόλο του, με ιδιαίτερη μνεία στον Danny Carey και το εξωφρενικό του παίξιμο στα τύμπανα (υπήρχε μέχρι και μουσικός διαγωνισμός για τους ρυθμούς και τα μέτρα που έπαιζε στο "Triad" ). Αν θέλετε να πάρετε μια γεύση από το δίσκο, ακούστε τα "Schism", "Parabol / Parabola" και "Ticks & Leeches" και θαυμάστε το μεγαλείο τους.
Το "Lateralus" θα γίνει τεράστια επιτυχία σε όλο τον κόσμο, θα τους πάει στο νούμερο ένα του Billboard top 200 από την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του και θα τους χαρίσει το δεύτερο τους βραβείο Grammy για το best metal performance του τραγουδιού τους "Schism". Η περιοδεία θα ξεκινήσει το 2001, θα περικλείει και μια σειρά 10 ημερομηνιών με τους ήρωες τους, King Crimson, και θα τελειώσει το Νοέμβριο του 2002.
Θα ακολουθήσει ένα, μάλλον μεγάλο, διάλειμμα με τον Keenan να περιοδεύει και να ηχογραφεί για τους A Perfect Circle και κάπου στις αρχές του 2005 να ενώνεται με το υπόλοιπο γκρουπ για να ηχογραφήσει το διάδοχο του "Lateralus". Στις 2 Μαΐου του 2006 (όπως και αρχικά είχε ανακοινωθεί) θα κυκλοφορήσει το τέταρτο άλμπουμ των Tool με τίτλο "10.000 Days" και, παρ' όλο που είχε ήδη διαρρεύσει στο internet (κάτι που πάλευαν πολύ σκληρά να μη γίνει ), θα πουλήσει 564.000 αντίτυπα την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας του, βάζοντας ακόμα μια φορά πλώρη για να κατακτήσει τις κορυφές των charts.
Με επιρροές (όπως οι ίδιοι αναφέρουν) από μπάντες που είχαν περιοδεύσει μαζί τους, όπως οι Meshuggah και οι Fantomas, το νέο άλμπουμ παραμένει κοντά στον γνωστό Tool ήχο, αλλά όπως είναι αναμενόμενο μας προσφέρει και μια καινούργια διάσταση της μουσικής τους. Τραγούδια όπως το ομώνυμο επικό "10.000 Days", το "Rosetta Stoned" και το "Jambi" μας δίνουν αυτή την καινούργια πνοή, ενώ ιδιαίτερη εντύπωση μας κάνουν τα "Vicarious" και "The Pot" με τον σχετικά πιο «πιασάρικο» προσανατολισμό τους. Προσωπικά θεωρώ το ομώνυμο τραγούδι ένα από τα δέκα καλύτερα που έχω ακούσει ποτέ στη ζωή μου! Σου βγάζει την ψυχή ξεκινώντας αργά, χτίζει σιγά- σιγά τη δύναμη του και όταν γίνεται το τελικό ξέσπασμα σε παρασύρει στο ρυθμό του και δε σου αφήνει κανένα περιθώριο.
Τάσος Γαλάνης
Κυριακή 5 Αυγούστου 2007
Η ιστορία της ραδιοτηλεόρασης στην Ελλάδα!(Μέρος τρίτο και τελευταίο)
Η ιδιωτική τηλεόραση
Αρχικά, η εναλλακτική λύση στα δύο ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια ήταν το βίντεο. Από το 1982 έως το 1987 υπήρξε μια αύξηση της τάξεως του 900% στον αριθμό των βίντεο στην Ελλάδα, και περισσότερα από 40% των ελληνικών νοικοκυριών κατείχαν ένα. Μέχρι το 1987 περισσότερα από 2.000 βιντεολέσχες (βιντεοκλάμπ) άνοιξαν σε όλη την χώρα. Αυτή η ζήτηση για ενοικιάσεις βιντεοκασετών είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο τη δημιουργία βιομηχανίας ελληνικών παραγωγών, αλλά και σοβαρή πειρατεία βιντεοκασετών. Θεωρείται ότι το 1988 η βιντεοπειρατεία ήταν επιχείρηση με τζίρο 6 δισ. δρχ.. Αυτήν την περίοδο υπήρχαν περισσότερες από 200 νόμιμες εταιρείες παραγωγής ταινιών βίντεο, ενώ ο αριθμός των βίντεο κλαμπς είχε αυξηθεί στα 2.500.
Εντούτοις, η δορυφορική τηλεόραση έγινε σύντομα η νέα εναλλακτική λύση στο πρόγραμμα της ΕΡΤ και στις ενοικιάσεις βιντεοκασετών, προκαλώντας 30% πτώση στις βιντεοενοικιάσεις και το κλείσιμο πολλών μικρών βιντεοκλάμπ. Με το που τα πολιτικά κόμματα συνειδητοποίησαν τα κέρδη που θα μπορούσαν να έχουν από τη δυσαρέσκεια του κοινού για την τηλεόραση της ΕΡΤ, άρχισαν να εξετάζουν τρόπους για να εκμεταλλευτούν την κατάσταση. Τον Οκτώβριο του 1987 ο δήμαρχος του Πειραιά, Ανδρέας Ανδριανόπουλος, εγκατέστησε μια δορυφορική κεραία σε πλατεία της πόλης για να επιδείξει τη δορυφορική τηλεόραση στους κατοίκους της πόλης.
Τον Νοέμβριο 1987, λιγότερο από 6 μήνες μετά την εισαγωγή του δημοτικού ραδιοφώνου στην Θεσσαλονίκη, ο δήμαρχος Σωτήρης Κούβελας ανακοίνωσε την πρόθεσή του να κατασκευάσει δημοτικό τηλεοπτικό κανάλι που θα αναμετάδιδε επίσης δορυφορικά κανάλια. Ο Σ. Κούβελας είπε ότι ο πρωθυπουργός δεν θα έπρεπε να είναι ο μόνος που λαμβάνει δορυφορικά κανάλια, αναφερόμενος στην χρήση δορυφορικής κεραίας από τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Παρ’ όλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ επέμενε να αρνείται να επιτρέψει την εισαγωγή της δορυφορικής τηλεόρασης. Ακόμα αρνήθηκε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα δορυφορικής τηλεόρασης «Europa» της Ευρωπαϊκής Κοινότητας γιατί φοβόταν «την πολιτιστική εισβολή και τεχνολογική εξάρτηση». Στην πραγματικότητα, το 1987 περισσότερα από 200 άτομα ή ομάδες στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων και πολιτικών αρχηγών και ξένων πολιτιστικών ινστιτούτων, είχαν δορυφορικές κεραίες, αν και ακόμα δεν θεωρούνταν νόμιμες. Μόλις το 1988 η κυβέρνηση καθόρισε τους όρους για δορυφορική λήψη.
Η δορυφορική λήψη εισήχθηκε σε μεγάλη κλίμακα στην Αθήνα το 1987, ως ένας τρόπος να ενθαρρυνθούν οι κάτοικοι της Πλάκας να εγκαταλείψουν τις ιδωτικές τους κεραίες. Η κυβέρνηση ήθελε να διατηρήσει την παραδοσιακή εμφάνιση της Πλάκας – για να το πετύχει, όλη η περιοχή συνδέθηκε σε κεντρική κεραία, και στους κατοίκους προσφέρθηκαν δορυφορικά κανάλια πέρα από τους ελληνικούς σταθμούς. Ομοίως, το 1983 μερικοί κάτοικοι της Βόρειας Ελλάδας στην Κομοτινή και την Ξάνθη αντικατέστησαν τις δικές τους τηλεοπτικές κεραίες με καλωδιακό δίκτυο.
Τον Ιανουάριο του 1988 ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης προχώρησε στα σχέδιά του, και άρχισε την αναμετάδοση των δορυφορικών καναλιών RTL, TV-5, Super Channel, Sky και RAI-Uno. Αυτή η πράξη οδήγησε σε μακρόχρονη δικαστική διαμάχη, επειδή η ΕΡΤ είχε αποκλειστικά το δικαίωμα να εκπέμπει στην Ελλάδα – το Συμβούλιο της Επικρατείας τελικά αποφάσισε υπέρ της ΕΡΤ. Οι δορυφορικοί σταθμοί αρχικά έγιναν πολύ δημοφιλής, προκαλώντας απότομη πτώση στις βιντεο-ενοικιάσεις. Η κυβέρνηση, στο μεταξύ, έστειλε αστυνομικές δυνάμεις να γκρεμίσουν την κεραία εκπομπής του δήμου Θεσσαλονίκης, αλλά τους εμπόδισαν οι κάτοικοι της πόλης.
Λίγους μήνες αργότερα ο δήμαρχος της Αθήνας εξέδωσε νέο τελεσίγραφο: αν η κυβέρνηση δεν πρόσφερε δορυφορικά προγράμματα στους Αθηναίους μέχρι τα Χριστούγεννα του 1988, θα το έκανε αυτός. Αμέσως μετά η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα αναμετάδιδε δορυφορικά κανάλια στις ελληνικές επίγειες συχνότητες σε δέκα πόλεις, συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης. Άρχισε διαπραγματεύσεις με τα δορυφορικά κανάλια για να πάρει την άδεια τους για επίγεια ερτζιανή εκπομπή, κάτι που ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης δεν είχε κάνει.
Τον Οκτώβριο του 1988 τα πρώτα έξι τέτοια κανάλια άρχισαν να αναμεταδίδονται στην Αθήνα. Ήσαν το SAT-1 (Γερμανικό), Super Channel (Βρετανικό), CNN (Αμερικάνικο), TV-5 Γαλλικό), RAI-due (Ιταλικό) και Horizon (Σοβιετικό). Παρά τα αρχικά προβλήματα με τη λήψη, το κοινό ήταν ευχαριστημένο που είχε περισσότερες τηλεοπτικές επιλογές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια γενικευμένη μανία να σπεύσουν να εγκαταστήσουν όλοι της «καλύτερες και πιο ακριβές» τηλεοπτικές κεραίες για την καλύτερη δυνατή λήψη των δορυφορικών καναλιών. Η κυβέρνηση όμως κατάφερε να πάρει την πρωτοβουλία από την αντιπολίτευση, ενώ ταυτόχρονα απασχολούσε πολλές συχνότητες μ’ αυτά τα κανάλια και έτσι κατέστησε δύσκολη για την αντιπολίτευση την ίδρυση δικών της τηλεοπτικών καναλιών.
Η ιδιωτική τηλεόραση, εντούτοις, εθεωρείτο ακόμη από πολλούς ανέφικτη. Ο πρωθυπουργός επέμενε ότι η τηλεόραση διαφέρει από το ραδιόφωνο, και ό,τι το πολύ, η μόνη αλλαγή που ήταν πιθανό να γίνει θα ήταν ένα τρίτο κανάλι της ΕΡΤ με συμμετοχή ιδιωτικών συμφερόντων.
Παρ’ όλα αυτά, η τηλεοπτική ιδιωτικοποίηση στην Ευρώπη και οι εσωτερικές εξελίξεις, ενίσχυσαν την θέση για ίδρυση ιδιωτικών καναλιών. Η αντιπολίτευση συνέχισε την επίθεσή της κατά του κρατικού τηλεοπτικού μονοπωλίου, πρωταρχικά για αυτό που αποκαλούσε «άνιση μεταχείριση στις τηλεοπτικές ειδήσεις». Στην Αθήνα ο δήμαρχος ίδρυσε μια υπηρεσία βινετοκασσετών, οι οποίες πωλούνταν ή ενοικιάζονταν μέσω των βιντεοκλάμπ, για να διακινεί εβδομαδιαία προγράμματα, όπως «εναλλακτικές ειδήσεις», μουσική, σόου και ντοκιμαντέρ.
Την ίδια περίοδο, τα διαφημιστικά γραφεία επέμεναν ότι η ΕΡΤ δεν ικανοποιούσε την υπάρχουσα ζήτηση για τηλεοπτικά προγράμματα και διαφημιστικό χρόνο, και ζητούσαν να επιτραπεί η ιδιωτική τηλεόραση. Υπήρχαν ακόμη περιπτώσεις τηλεοπτικής πειρατείας, μια από τις οποίες αφορούσε «ελαφρές» πορνοταινίες στη συχνότητα της ΕΤ-2, μετά το τέλος του προγράμματος του σταθμού.
Στο μεταξύ, οι δήμαρχοι της Θεσσαλονίκης και του Πειραιά ανακοίνωσαν ότι θα έθεταν σε λειτουργία δημοτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς στις πόλεις τους. Και οι δύο δήμαρχοι άρχισαν πειραματικές εκπομπές, αλλά η ΕΡΤ απάντησε οδηγώντας τους στα δικαστήρια για παραβίαση του μονοπωλίου της και ανακοινώνοντας σχέδια να ιδρύσει σταθμούς στην Κρήτη και στην Πάτρα. Η ΕΡΤ ακόμη προσέφερε στην πόλη του Πειραιά περισσότερη κάλυψη των δημοτικών της υποθέσεων στις ειδήσεις, και προσέφερε ένα εβδομαδιαίο πληροφοριακό πρόγραμμα στην Τοπική Διοικητική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Αττικής.
Τον Δεκέμβριο του 1988 στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, για να προλάβουν τον υπό ίδρυση δημοτικό σταθμό, άρχισε να εκπέμπει η ΕΤ-3, το τρίτο κρατικό κανάλι. Όμως ο δημοτικός σταθμός Θεσσαλονίκης άρχισε, παρ΄ όλα αυτά, να εκπέμπει τηλεοπτικό πρόγραμμα από τον Ιανουάριο του 1989, σε μια νέα πρόκληση του δημάρχου κατά της ΕΡΤ και της κυβέρνησης.
Ο δήμαρχος Πειραιώς αντιθέτως δεν ακολούθησε το παράδειγμά του: υπέβαλε αίτηση για άδεια να χρησιμοποιήσει τηλεοπτική συχνότητα. Εντούτοις, με το να μην πάρει απάντηση από την κυβέρνηση και διαπιστώνοντας ότι οι συχνότητες θα καταλαμβάνονταν σύντομα από δορυφορικα κανάλια, κατέλαβε κι αυτός μια τηλεοπτική συχνότητα για τον σταθμό του TV Plus. Αυτός ο σταθμός ήταν προσπάθεια συνεργασίας με μια ιδιωτική εταιρεία και θα εισήγαγε τη συνδρομητική τηλεόραση στην Ελλάδα. Θα λειτουργούσε έξι ώρες την ημέρα για τους συνδρομητές του, ενώ την υπόλοιπη μέρα θα εξυπηρετούσε ως δημοτικό τηλεοπτικό κανάλι τον Πειραιά.
Ο σταθμός βγήκε στον αέρα ως δημοτικό κανάλι στις 30 Δεκεμβρίου 1988, αλλά δεν εξέπεμψε περισσότερο από μια εβδομάδα. Η ΕΡΤ απάντησε όχι μόνο κάνοντας αγωγές στα δικαστήρια και προσπαθώντας να γκρεμίσει τους πομπούς του δημάρχου, αλλά και τοποθετώντας το Super Channel στη συχνότητα του TV Plus. Όταν το Super Channel αρνήθηκε να αναμεταδίδεται χωρίς να εισπράττει δικαιώματα, η ΕΡΤ τοποθέτησε την ΕΤ-3 σε αυτή τη συχνότητα, κάνοντας την έτσι διαθέσιμη στην περιοχή της Αθήνας.
Το πρόγραμμα της ΕΤ-3 περιλάμβανε παλιά προγράμματα της ΕΡΤ, καθώς και ειδήσεις, αθλητικά, και ενημερωτικές εκπομπές από τη Βόρεια Ελλάδα. Η δημιουργία της ΕΤ-3 ήταν κάτι που οι εκπρόσωποι της Βόρειας Ελλάδας απαιτούσαν από καιρό. Το πρόγραμμα του δημοτικού TV-100 διαρκούσε από τις 6 μ.μ. μέχρι τα μεσάνυχτα κάθε μέρα και περιελάμβανε ειδήσεις (αντιθετικές προς τις ειδήσεις της ΕΡΤ), φτηνές ταινίες, ελληνικές βιντεοταινίες, αθλητικά, συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου και μερικά προγράμματα που έπαιρναν από τα δορυφορικά κανάλια. Οι σταθμοί της ΕΡΤ στην Κρήτη και την Πάτρα μετέδιδαν μόνο περιφερειακές ανταποκρίσεις για το εθνικό δελτίο ειδήσεων της ΕΤ-1.
Στο μεταξύ, τον Μάρτιο του 1989, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ανακοίνωσε την πρόθεσή της να επιτρέψει την ίδρυση τρίτου σταθμού με εθνική εμβέλεια, που θα ανήκει σε ιδιώτες. Την ίδια περίοδο, ο δήμαρχος της Αθήνας διαπραγματευόταν με την Ένωση Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΙΗΕΑ) για να ιδρύσουν από κοινού τηλεοπτική επιχείρηση. Προβλήματα στο να συνεταιριστούν όλοι οι εκδότες δεν επέτρεψαν να υλοποιηθεί αυτό το σχέδιο, αλλά έγινε η σπίθα για επόμενες εξελίξεις, καθώς το ΠΑΣΟΚ άρχισε μυστικές διαπραγματεύσεις με μερικούς από τους εκδότες για ένα τρίτο εθνικο τηλεοπτικο κανάλι.
(Πρωτογήρου, 1989).
Πάντως, φαίνεται ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν απρόθυμο να ολοκληρώσει τις διαδικασίες πριν από τις προγραμματισμένες εκλογές του Ιουνίου του 1989, ή πιθανότατα προσπαθούσε να πιέσει τους εκδότες να καλύψουν ευνοϊκά την προεκλογική εκστρατεία του. Έτσι ή αλλιώς, τίποτα δεν έγινε πριν τις εκλογές.
Μετά τις εκλογές του Ιουνίου 1989, στις οποίες κανένα κόμμα δεν κατάκτησε την απόλυτη πλειοψηφία, η Νέα Δημοκρατία και ο Συνασπισμός της Αριστεράς δημιούργησαν προσωρινή κυβέρνηση, για να διερευνηθούν τα καταγγελλόμενα σκάνδαλα του ΠΑΣΟΚ και για να προετοιμάσουν τις νέες εκλογές. Έναν μήνα αργότερα η προσωρινή κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα παραχωρούσε άδεια τηλεοπτικού σταθμού σε δύο ομάδες εκδοτών εφημερίδων.
Η οικογένεια Βαρδινογιάννη της Μεσημβρινής, ο Γιώργος Μπόμπολας του Έθνους, ο Χρήστος Τεγόπουλος της Ελευθεροτυπίας, ο Χρήστος Λαμπράκης από το Βήμα και τα Νέα, και ο Αριστείδης Αλαφούζος της Καθημερινής, θα αποκτούσαν το Mega Channel.
Η άλλη άδεια δόθηκε στους εκδότες Άρη Βουδούρη του Ελεύθερου Τύπου, Πάνο Καραγιάννη της Απογευματινής, Χρήστο Καλογρίτσα της αριστερής εφημερίδας Πρώτη, Μάκη και Γιώργο Κουρή της Αυριανής και Μίνω Κυριακού, έναν εφοπλιστή που ήθελε να δημιουργήσει δικό του σταθμό αλλά η πρότασή του είχε απορριφθεί από την κυβέρνηση. Η δεύτερη ομάδα θα δημιουργούσε τη Νέα Τηλεόραση (210/2-2 Δεκ. 1989). Εντούτοις, τα σχέδια αυτής της ομάδας για τηλεοπτικό σταθμό δεν υλοποιήθηκαν, αν και της είχε παραχωρηθεί προσωρινή άδεια.
Παρ’ όλα αυτά, οι εκδότες της φιλικής προς το ΠΑΣΟΚ Αυριανής δημιούργησαν τον δικό τους σταθμό (Κανάλι 29), ενώ ο Μ. Κυριακού έκανε επίσης σχέδια να ιδρύσει σταθμό. Φαίνεται ότι η ιδιωτική τηλεόραση θα εισαγόταν στην Ελλάδα με τον ίδιο
τρόπο που είχε εισαχθεί και το ραδιόφωνο.
Τον Σεπτέμβριο του 1989, καθώς η χώρα ετοιμαζόταν για νέες εκλογές, το Υπουργικό Συμβούλιο ψήφισε να δώσει στην εταιρεία Τηλέτυπος Α.Ε., άδεια για να λειτουργήσει το «Μέγα» στο κανάλι 7 στην Αθήνα, όπως αποδέχθηκε το Υπουργειο Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Το Μέγα βγήκε στον αέρα στις 20 Νοεμβρίου 1989, με προσωρινή άδεια (19710/2-20 Αυγ. 1988), ενώ το Κανάλι 29 της Αυριανής βγήκε επίσης στον αέρα, χωρίς άδεια, για να υποστηρίξει το ΠΑΣΟΚ το οποίο είχε περάσει στην αντιπολίτευση. Ομοίως, ο δήμος Καλαμαριάς στην Θεσσαλονίκη, του οποίου οι αρχές ήσαν προσκείμενες στο ΠΑΣΟΚ, ίδρυσε το δικό του κανάλι, το Αργώ-TV σε αντίθεση προς το TV-100, που ελεγχόταν από τις νεοδημοκρατικές τοπικές αρχές της Θεσσαλονίκης.
Μέχρι το τέλος του 1989 είχαν αρχίσει να εκπέμπουν και άλλοι τηλεοπτικοί σταθμοί, συμπεριλαμβανομένου και του πειραιώτικου TV-PLUS, το οποίο ξανάρχισε η λειτουργία του τον Αύγουστο του 1989. Ο Αντέννα TV του Μ. Κυριακού, βγήκε στον αέρα στις 31 Δεκεμβρίου 1989, με την υποστήριξη της οικουμενικής κυβέρνησης που είχαν δημιουργήσει και τα τρία κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Συνασπισμός), αφού και στις εκλογές του Νοεμβρίου 1989 (όπως και σε αυτές που είχαν προηγηθεί τον Ιούνιο του ’89) κανένα δεν είχε κατακτήσει την απόλυτη πλειοψηφία. Από όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς, μόνο στο Mega είχε παραχωρηθεί (προσωρινή) άδεια.
Νέες εκλογές προγραμματίζονταν για τον Απρίλιο του 1990 αλλά πριν από αυτές τις εκλογές η οικουμενική κυβέρνηση κατάφερε να θέσει σε εφαρμογή έναν νέο τηλεοπτικό νόμο που καθιέρωνε το πλαίσιο λειτουργίας των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, ενισχύοντας έτσι τις ελπίδες του κοινού για μια δημιουργική χρήση των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων.
Σημειώσεις
Θ. Ζαχαρόπουλου- Μ. Παράσχου : Mass Media in Greece
Δημήτρης Ψυχογιός - Μέσα επικοιωνίας
Γιώργος Κολοβάτσιος
Αρχικά, η εναλλακτική λύση στα δύο ελληνικά τηλεοπτικά κανάλια ήταν το βίντεο. Από το 1982 έως το 1987 υπήρξε μια αύξηση της τάξεως του 900% στον αριθμό των βίντεο στην Ελλάδα, και περισσότερα από 40% των ελληνικών νοικοκυριών κατείχαν ένα. Μέχρι το 1987 περισσότερα από 2.000 βιντεολέσχες (βιντεοκλάμπ) άνοιξαν σε όλη την χώρα. Αυτή η ζήτηση για ενοικιάσεις βιντεοκασετών είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο τη δημιουργία βιομηχανίας ελληνικών παραγωγών, αλλά και σοβαρή πειρατεία βιντεοκασετών. Θεωρείται ότι το 1988 η βιντεοπειρατεία ήταν επιχείρηση με τζίρο 6 δισ. δρχ.. Αυτήν την περίοδο υπήρχαν περισσότερες από 200 νόμιμες εταιρείες παραγωγής ταινιών βίντεο, ενώ ο αριθμός των βίντεο κλαμπς είχε αυξηθεί στα 2.500.
Εντούτοις, η δορυφορική τηλεόραση έγινε σύντομα η νέα εναλλακτική λύση στο πρόγραμμα της ΕΡΤ και στις ενοικιάσεις βιντεοκασετών, προκαλώντας 30% πτώση στις βιντεοενοικιάσεις και το κλείσιμο πολλών μικρών βιντεοκλάμπ. Με το που τα πολιτικά κόμματα συνειδητοποίησαν τα κέρδη που θα μπορούσαν να έχουν από τη δυσαρέσκεια του κοινού για την τηλεόραση της ΕΡΤ, άρχισαν να εξετάζουν τρόπους για να εκμεταλλευτούν την κατάσταση. Τον Οκτώβριο του 1987 ο δήμαρχος του Πειραιά, Ανδρέας Ανδριανόπουλος, εγκατέστησε μια δορυφορική κεραία σε πλατεία της πόλης για να επιδείξει τη δορυφορική τηλεόραση στους κατοίκους της πόλης.
Τον Νοέμβριο 1987, λιγότερο από 6 μήνες μετά την εισαγωγή του δημοτικού ραδιοφώνου στην Θεσσαλονίκη, ο δήμαρχος Σωτήρης Κούβελας ανακοίνωσε την πρόθεσή του να κατασκευάσει δημοτικό τηλεοπτικό κανάλι που θα αναμετάδιδε επίσης δορυφορικά κανάλια. Ο Σ. Κούβελας είπε ότι ο πρωθυπουργός δεν θα έπρεπε να είναι ο μόνος που λαμβάνει δορυφορικά κανάλια, αναφερόμενος στην χρήση δορυφορικής κεραίας από τον Ανδρέα Παπανδρέου.
Παρ’ όλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ επέμενε να αρνείται να επιτρέψει την εισαγωγή της δορυφορικής τηλεόρασης. Ακόμα αρνήθηκε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα δορυφορικής τηλεόρασης «Europa» της Ευρωπαϊκής Κοινότητας γιατί φοβόταν «την πολιτιστική εισβολή και τεχνολογική εξάρτηση». Στην πραγματικότητα, το 1987 περισσότερα από 200 άτομα ή ομάδες στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων και πολιτικών αρχηγών και ξένων πολιτιστικών ινστιτούτων, είχαν δορυφορικές κεραίες, αν και ακόμα δεν θεωρούνταν νόμιμες. Μόλις το 1988 η κυβέρνηση καθόρισε τους όρους για δορυφορική λήψη.
Η δορυφορική λήψη εισήχθηκε σε μεγάλη κλίμακα στην Αθήνα το 1987, ως ένας τρόπος να ενθαρρυνθούν οι κάτοικοι της Πλάκας να εγκαταλείψουν τις ιδωτικές τους κεραίες. Η κυβέρνηση ήθελε να διατηρήσει την παραδοσιακή εμφάνιση της Πλάκας – για να το πετύχει, όλη η περιοχή συνδέθηκε σε κεντρική κεραία, και στους κατοίκους προσφέρθηκαν δορυφορικά κανάλια πέρα από τους ελληνικούς σταθμούς. Ομοίως, το 1983 μερικοί κάτοικοι της Βόρειας Ελλάδας στην Κομοτινή και την Ξάνθη αντικατέστησαν τις δικές τους τηλεοπτικές κεραίες με καλωδιακό δίκτυο.
Τον Ιανουάριο του 1988 ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης προχώρησε στα σχέδιά του, και άρχισε την αναμετάδοση των δορυφορικών καναλιών RTL, TV-5, Super Channel, Sky και RAI-Uno. Αυτή η πράξη οδήγησε σε μακρόχρονη δικαστική διαμάχη, επειδή η ΕΡΤ είχε αποκλειστικά το δικαίωμα να εκπέμπει στην Ελλάδα – το Συμβούλιο της Επικρατείας τελικά αποφάσισε υπέρ της ΕΡΤ. Οι δορυφορικοί σταθμοί αρχικά έγιναν πολύ δημοφιλής, προκαλώντας απότομη πτώση στις βιντεο-ενοικιάσεις. Η κυβέρνηση, στο μεταξύ, έστειλε αστυνομικές δυνάμεις να γκρεμίσουν την κεραία εκπομπής του δήμου Θεσσαλονίκης, αλλά τους εμπόδισαν οι κάτοικοι της πόλης.
Λίγους μήνες αργότερα ο δήμαρχος της Αθήνας εξέδωσε νέο τελεσίγραφο: αν η κυβέρνηση δεν πρόσφερε δορυφορικά προγράμματα στους Αθηναίους μέχρι τα Χριστούγεννα του 1988, θα το έκανε αυτός. Αμέσως μετά η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα αναμετάδιδε δορυφορικά κανάλια στις ελληνικές επίγειες συχνότητες σε δέκα πόλεις, συμπεριλαμβανομένης και της Θεσσαλονίκης. Άρχισε διαπραγματεύσεις με τα δορυφορικά κανάλια για να πάρει την άδεια τους για επίγεια ερτζιανή εκπομπή, κάτι που ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης δεν είχε κάνει.
Τον Οκτώβριο του 1988 τα πρώτα έξι τέτοια κανάλια άρχισαν να αναμεταδίδονται στην Αθήνα. Ήσαν το SAT-1 (Γερμανικό), Super Channel (Βρετανικό), CNN (Αμερικάνικο), TV-5 Γαλλικό), RAI-due (Ιταλικό) και Horizon (Σοβιετικό). Παρά τα αρχικά προβλήματα με τη λήψη, το κοινό ήταν ευχαριστημένο που είχε περισσότερες τηλεοπτικές επιλογές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα μια γενικευμένη μανία να σπεύσουν να εγκαταστήσουν όλοι της «καλύτερες και πιο ακριβές» τηλεοπτικές κεραίες για την καλύτερη δυνατή λήψη των δορυφορικών καναλιών. Η κυβέρνηση όμως κατάφερε να πάρει την πρωτοβουλία από την αντιπολίτευση, ενώ ταυτόχρονα απασχολούσε πολλές συχνότητες μ’ αυτά τα κανάλια και έτσι κατέστησε δύσκολη για την αντιπολίτευση την ίδρυση δικών της τηλεοπτικών καναλιών.
Η ιδιωτική τηλεόραση, εντούτοις, εθεωρείτο ακόμη από πολλούς ανέφικτη. Ο πρωθυπουργός επέμενε ότι η τηλεόραση διαφέρει από το ραδιόφωνο, και ό,τι το πολύ, η μόνη αλλαγή που ήταν πιθανό να γίνει θα ήταν ένα τρίτο κανάλι της ΕΡΤ με συμμετοχή ιδιωτικών συμφερόντων.
Παρ’ όλα αυτά, η τηλεοπτική ιδιωτικοποίηση στην Ευρώπη και οι εσωτερικές εξελίξεις, ενίσχυσαν την θέση για ίδρυση ιδιωτικών καναλιών. Η αντιπολίτευση συνέχισε την επίθεσή της κατά του κρατικού τηλεοπτικού μονοπωλίου, πρωταρχικά για αυτό που αποκαλούσε «άνιση μεταχείριση στις τηλεοπτικές ειδήσεις». Στην Αθήνα ο δήμαρχος ίδρυσε μια υπηρεσία βινετοκασσετών, οι οποίες πωλούνταν ή ενοικιάζονταν μέσω των βιντεοκλάμπ, για να διακινεί εβδομαδιαία προγράμματα, όπως «εναλλακτικές ειδήσεις», μουσική, σόου και ντοκιμαντέρ.
Την ίδια περίοδο, τα διαφημιστικά γραφεία επέμεναν ότι η ΕΡΤ δεν ικανοποιούσε την υπάρχουσα ζήτηση για τηλεοπτικά προγράμματα και διαφημιστικό χρόνο, και ζητούσαν να επιτραπεί η ιδιωτική τηλεόραση. Υπήρχαν ακόμη περιπτώσεις τηλεοπτικής πειρατείας, μια από τις οποίες αφορούσε «ελαφρές» πορνοταινίες στη συχνότητα της ΕΤ-2, μετά το τέλος του προγράμματος του σταθμού.
Στο μεταξύ, οι δήμαρχοι της Θεσσαλονίκης και του Πειραιά ανακοίνωσαν ότι θα έθεταν σε λειτουργία δημοτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς στις πόλεις τους. Και οι δύο δήμαρχοι άρχισαν πειραματικές εκπομπές, αλλά η ΕΡΤ απάντησε οδηγώντας τους στα δικαστήρια για παραβίαση του μονοπωλίου της και ανακοινώνοντας σχέδια να ιδρύσει σταθμούς στην Κρήτη και στην Πάτρα. Η ΕΡΤ ακόμη προσέφερε στην πόλη του Πειραιά περισσότερη κάλυψη των δημοτικών της υποθέσεων στις ειδήσεις, και προσέφερε ένα εβδομαδιαίο πληροφοριακό πρόγραμμα στην Τοπική Διοικητική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Αττικής.
Τον Δεκέμβριο του 1988 στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, για να προλάβουν τον υπό ίδρυση δημοτικό σταθμό, άρχισε να εκπέμπει η ΕΤ-3, το τρίτο κρατικό κανάλι. Όμως ο δημοτικός σταθμός Θεσσαλονίκης άρχισε, παρ΄ όλα αυτά, να εκπέμπει τηλεοπτικό πρόγραμμα από τον Ιανουάριο του 1989, σε μια νέα πρόκληση του δημάρχου κατά της ΕΡΤ και της κυβέρνησης.
Ο δήμαρχος Πειραιώς αντιθέτως δεν ακολούθησε το παράδειγμά του: υπέβαλε αίτηση για άδεια να χρησιμοποιήσει τηλεοπτική συχνότητα. Εντούτοις, με το να μην πάρει απάντηση από την κυβέρνηση και διαπιστώνοντας ότι οι συχνότητες θα καταλαμβάνονταν σύντομα από δορυφορικα κανάλια, κατέλαβε κι αυτός μια τηλεοπτική συχνότητα για τον σταθμό του TV Plus. Αυτός ο σταθμός ήταν προσπάθεια συνεργασίας με μια ιδιωτική εταιρεία και θα εισήγαγε τη συνδρομητική τηλεόραση στην Ελλάδα. Θα λειτουργούσε έξι ώρες την ημέρα για τους συνδρομητές του, ενώ την υπόλοιπη μέρα θα εξυπηρετούσε ως δημοτικό τηλεοπτικό κανάλι τον Πειραιά.
Ο σταθμός βγήκε στον αέρα ως δημοτικό κανάλι στις 30 Δεκεμβρίου 1988, αλλά δεν εξέπεμψε περισσότερο από μια εβδομάδα. Η ΕΡΤ απάντησε όχι μόνο κάνοντας αγωγές στα δικαστήρια και προσπαθώντας να γκρεμίσει τους πομπούς του δημάρχου, αλλά και τοποθετώντας το Super Channel στη συχνότητα του TV Plus. Όταν το Super Channel αρνήθηκε να αναμεταδίδεται χωρίς να εισπράττει δικαιώματα, η ΕΡΤ τοποθέτησε την ΕΤ-3 σε αυτή τη συχνότητα, κάνοντας την έτσι διαθέσιμη στην περιοχή της Αθήνας.
Το πρόγραμμα της ΕΤ-3 περιλάμβανε παλιά προγράμματα της ΕΡΤ, καθώς και ειδήσεις, αθλητικά, και ενημερωτικές εκπομπές από τη Βόρεια Ελλάδα. Η δημιουργία της ΕΤ-3 ήταν κάτι που οι εκπρόσωποι της Βόρειας Ελλάδας απαιτούσαν από καιρό. Το πρόγραμμα του δημοτικού TV-100 διαρκούσε από τις 6 μ.μ. μέχρι τα μεσάνυχτα κάθε μέρα και περιελάμβανε ειδήσεις (αντιθετικές προς τις ειδήσεις της ΕΡΤ), φτηνές ταινίες, ελληνικές βιντεοταινίες, αθλητικά, συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου και μερικά προγράμματα που έπαιρναν από τα δορυφορικά κανάλια. Οι σταθμοί της ΕΡΤ στην Κρήτη και την Πάτρα μετέδιδαν μόνο περιφερειακές ανταποκρίσεις για το εθνικό δελτίο ειδήσεων της ΕΤ-1.
Στο μεταξύ, τον Μάρτιο του 1989, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ανακοίνωσε την πρόθεσή της να επιτρέψει την ίδρυση τρίτου σταθμού με εθνική εμβέλεια, που θα ανήκει σε ιδιώτες. Την ίδια περίοδο, ο δήμαρχος της Αθήνας διαπραγματευόταν με την Ένωση Ιδιοκτητών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΙΗΕΑ) για να ιδρύσουν από κοινού τηλεοπτική επιχείρηση. Προβλήματα στο να συνεταιριστούν όλοι οι εκδότες δεν επέτρεψαν να υλοποιηθεί αυτό το σχέδιο, αλλά έγινε η σπίθα για επόμενες εξελίξεις, καθώς το ΠΑΣΟΚ άρχισε μυστικές διαπραγματεύσεις με μερικούς από τους εκδότες για ένα τρίτο εθνικο τηλεοπτικο κανάλι.
(Πρωτογήρου, 1989).
Πάντως, φαίνεται ότι το ΠΑΣΟΚ ήταν απρόθυμο να ολοκληρώσει τις διαδικασίες πριν από τις προγραμματισμένες εκλογές του Ιουνίου του 1989, ή πιθανότατα προσπαθούσε να πιέσει τους εκδότες να καλύψουν ευνοϊκά την προεκλογική εκστρατεία του. Έτσι ή αλλιώς, τίποτα δεν έγινε πριν τις εκλογές.
Μετά τις εκλογές του Ιουνίου 1989, στις οποίες κανένα κόμμα δεν κατάκτησε την απόλυτη πλειοψηφία, η Νέα Δημοκρατία και ο Συνασπισμός της Αριστεράς δημιούργησαν προσωρινή κυβέρνηση, για να διερευνηθούν τα καταγγελλόμενα σκάνδαλα του ΠΑΣΟΚ και για να προετοιμάσουν τις νέες εκλογές. Έναν μήνα αργότερα η προσωρινή κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα παραχωρούσε άδεια τηλεοπτικού σταθμού σε δύο ομάδες εκδοτών εφημερίδων.
Η οικογένεια Βαρδινογιάννη της Μεσημβρινής, ο Γιώργος Μπόμπολας του Έθνους, ο Χρήστος Τεγόπουλος της Ελευθεροτυπίας, ο Χρήστος Λαμπράκης από το Βήμα και τα Νέα, και ο Αριστείδης Αλαφούζος της Καθημερινής, θα αποκτούσαν το Mega Channel.
Η άλλη άδεια δόθηκε στους εκδότες Άρη Βουδούρη του Ελεύθερου Τύπου, Πάνο Καραγιάννη της Απογευματινής, Χρήστο Καλογρίτσα της αριστερής εφημερίδας Πρώτη, Μάκη και Γιώργο Κουρή της Αυριανής και Μίνω Κυριακού, έναν εφοπλιστή που ήθελε να δημιουργήσει δικό του σταθμό αλλά η πρότασή του είχε απορριφθεί από την κυβέρνηση. Η δεύτερη ομάδα θα δημιουργούσε τη Νέα Τηλεόραση (210/2-2 Δεκ. 1989). Εντούτοις, τα σχέδια αυτής της ομάδας για τηλεοπτικό σταθμό δεν υλοποιήθηκαν, αν και της είχε παραχωρηθεί προσωρινή άδεια.
Παρ’ όλα αυτά, οι εκδότες της φιλικής προς το ΠΑΣΟΚ Αυριανής δημιούργησαν τον δικό τους σταθμό (Κανάλι 29), ενώ ο Μ. Κυριακού έκανε επίσης σχέδια να ιδρύσει σταθμό. Φαίνεται ότι η ιδιωτική τηλεόραση θα εισαγόταν στην Ελλάδα με τον ίδιο
τρόπο που είχε εισαχθεί και το ραδιόφωνο.
Τον Σεπτέμβριο του 1989, καθώς η χώρα ετοιμαζόταν για νέες εκλογές, το Υπουργικό Συμβούλιο ψήφισε να δώσει στην εταιρεία Τηλέτυπος Α.Ε., άδεια για να λειτουργήσει το «Μέγα» στο κανάλι 7 στην Αθήνα, όπως αποδέχθηκε το Υπουργειο Μεταφορών και Επικοινωνιών.
Το Μέγα βγήκε στον αέρα στις 20 Νοεμβρίου 1989, με προσωρινή άδεια (19710/2-20 Αυγ. 1988), ενώ το Κανάλι 29 της Αυριανής βγήκε επίσης στον αέρα, χωρίς άδεια, για να υποστηρίξει το ΠΑΣΟΚ το οποίο είχε περάσει στην αντιπολίτευση. Ομοίως, ο δήμος Καλαμαριάς στην Θεσσαλονίκη, του οποίου οι αρχές ήσαν προσκείμενες στο ΠΑΣΟΚ, ίδρυσε το δικό του κανάλι, το Αργώ-TV σε αντίθεση προς το TV-100, που ελεγχόταν από τις νεοδημοκρατικές τοπικές αρχές της Θεσσαλονίκης.
Μέχρι το τέλος του 1989 είχαν αρχίσει να εκπέμπουν και άλλοι τηλεοπτικοί σταθμοί, συμπεριλαμβανομένου και του πειραιώτικου TV-PLUS, το οποίο ξανάρχισε η λειτουργία του τον Αύγουστο του 1989. Ο Αντέννα TV του Μ. Κυριακού, βγήκε στον αέρα στις 31 Δεκεμβρίου 1989, με την υποστήριξη της οικουμενικής κυβέρνησης που είχαν δημιουργήσει και τα τρία κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Συνασπισμός), αφού και στις εκλογές του Νοεμβρίου 1989 (όπως και σε αυτές που είχαν προηγηθεί τον Ιούνιο του ’89) κανένα δεν είχε κατακτήσει την απόλυτη πλειοψηφία. Από όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς, μόνο στο Mega είχε παραχωρηθεί (προσωρινή) άδεια.
Νέες εκλογές προγραμματίζονταν για τον Απρίλιο του 1990 αλλά πριν από αυτές τις εκλογές η οικουμενική κυβέρνηση κατάφερε να θέσει σε εφαρμογή έναν νέο τηλεοπτικό νόμο που καθιέρωνε το πλαίσιο λειτουργίας των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών, ενισχύοντας έτσι τις ελπίδες του κοινού για μια δημιουργική χρήση των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων.
Σημειώσεις
Θ. Ζαχαρόπουλου- Μ. Παράσχου : Mass Media in Greece
Δημήτρης Ψυχογιός - Μέσα επικοιωνίας
Γιώργος Κολοβάτσιος
Δευτέρα 23 Ιουλίου 2007
Η ιστορία της ραδιοτηλεόρασης στην Ελλάδα!(Μέρος δεύτερο)
Η Ραδιοτηλεόραση στην μεταπολίτευση
Το 1974, με την αποκατάσταση της δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο ψήφισε νέο Σύνταγμα που τέθηκε σε ισχύ το 1975. Το άρθρο 15 του Συντάγματος αναφέρεται στον κινηματογράφο, τη μουσική και τη ραδιοτηλεόραση. Αν και το πλειοψηφών συντηρητικό κόμμα, η Νέα Δημοκρατία, θεωρούσε τη λογοκρισία που είχε ασκηθεί από τη χούντα ως ανεπιθύμητη, δεν ήταν πρόθυμη να παραχωρήσει στη ραδιοτηλεόραση την ελευθερία που το Σύνταγμα παρεχει στα έντυπα μέσα. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15, αναφέρει:
Η ραδιοφωνία και η τηλεόρασις τελούν υπό τον άμεσον έλεγχον του κράτους, σκοπούν δε εις την αντικειμενικήν και επί ίσοις όροις μετάδοσιν πληροφοριών και ειδήσεων, ως και προϊόντων του λόγου και της τέχνης, διασφαλιζομένης πάντως της εκ της κοινωνικής αποστολής αυτών και της εκ της πολιτιστικής αναπτύξεως της χώρας επιβαλλομένης ποιοτικής στάθμης των εκπομπών.
Με βάση το παραπάνω άρθρο του Συντάγματος του 1975, νέος νόμος για την Ραδιοτηλεόραση (Ρ/Τ) ψηφίστηκε από το ελεγχόμενο από την Νέα Δημοκρατία κοινοβούλιο, ουσιαστικά αναδομώντας την. Με τον νόμο 230/1975, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1ην Απριλίου 1975, ιδρύθηκε η Ελληνική Ραδιοφωνία-Τηλεόραση (ΕΡΤ) που αντικατέστησε το ΕΙΡΤ. Η ΕΡΤ έγινε ΝΠΔΔ διοικούμενο από εικοσαμελή Γενική Συνέλευση που διοριζόταν από το υπουργικό συμβούλιο και η οποία περιελάμβανε ανώτατους κρατικούς υπαλλήλους, πρυτάνεις και ακαδημαϊκούς «εγνωσμένου κύρους», με πρόεδρο τον Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος. Ο ρόλος της ΓΣ ήταν συμβουλευτικός και σπάνια το σώμα συνερχόταν.
Η έγχρωμη τηλεόραση έφτασε στην Ελλάδα το 1979, όταν η κυβέρνηση Καραμανλή διάλεξε το γαλλικό σύστημα SECAM. Επρόκειτο για ένα άλλο παράδειγμα Προέδρου Κυβερνήσεως που στράφηκε σε μια ξένη δύναμη, με την οποία τον συνέδεαν στενές σχέσεις, για την εισαγωγή μιας νέας τεχνολογίας. Το 1979 μερικά τηλεοπτικά προγράμματα εκπέμπονταν έγχρωμα, αλλά χρειάστηκε άλλος ένας χρόνος έως ότου γίνουν όλα.
Η νομική δομή της ΕΡΤ ήταν ένας από τους στόχους πολεμικής του ΠΑΣΟΚ, πριν έρθει στην εξουσία το 1981. Το ΠΑΣΟΚ υποσχεθηκε να αλλάξει τη δομή επειδή ήταν συνηθισμένη κατάσταση να υπηρετεί το κόμμα που κατείχε την εξουσία, ιδιαίτερα στις προεκλογικές περιόδους. Εντούτοις, το ΠΑΣΟΚ όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση δεν έκανε την ΕΡΤ περισσότερο ανεξάρτητη από την κυβέρνηση, αν και τα κόμματα που αντιπροσωπεύονταν στο κοινοβούλιο απέκτησαν μεγαλύτερη πρόσβαση στην οθόνη.
Το 1982, το ΠΑΣΟΚ υλοποίησε την πρόθεση του νόμου 230/1975 να απομακρύνει τις ένοπλες δυνάμεις από τη Ρ/Τ. Ο νέος νόμος, 1288/1982, μετέτρεψε την ΥΕΝΕΔ σε ΕΡΤ-2, και την ΕΡΤ σε ΕΡΤ-1. Η ΕΡΤ-1 παρέμεινε ΝΠΔΔ, διοικούμενο, θεωρητικά, από γενική συνέλευση. Η ΕΡΤ-2 από την άλλη μεριά, έγινε δημόσια υπηρεσία του Υπουργείου Προεδρίας και διοικούνταν από πενταμελές ΔΣ, διοριζόμενο από τον Υπουργό. Ο πρόεδρος του ΔΣ ήταν και διευθυντής όλων των υπηρεσιών της ΕΡΤ-2. Έτσι, το κόμμα που ήταν στην εξουσία έλεγχε την ΕΡΤ-2, αφού οι διοικούντες διορίζονταν από αυτό.
Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε διαφορά στον έλεγχο της ΕΡΤ-1 και της ΕΡΤ-2 διότι ο υφυπουργός Προεδρίας ήταν αρμόδιος και για τις δύο. Όχι μόνο οι ανώτερες διοικητικές θέσεις αλλά και όλες οι μη-μόνιμες θέσεις επίσης, ελέγχονταν από την κυβέρνηση, αν και οι μόνιμοι υπάλληλοι ήταν κάπως ασφαλείς όταν συνέβαιναν κυβερνητικές αλλαγές. Συνήθως, λοιπόν, η κυβέρνηση διόριζε τους επικεφαλής της ΕΡΤ-1 και ΕΡΤ-2, οι οποίοι ενέκριναν ακόμη και τους ηθοποιούς και τις ηθοποιούς των διαφόρων εκπομπών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους την κομματική τους ένταξη. Ο τρόπος που χειριζόταν τη Ρ/Τ το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν πολύ διαφορετικός από αυτόν της ΝΔ.
Φαίνεται ότι κανένα κόμμα δεν επιθυμούσε να μοιραστεί με άλλους το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, αν και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 1985 η Νέα Δημοκρατία υποσχέθηκε, αν εκλεγεί, να επιτρέψει την ιδιωτική Ρ/Τ, μέσα στα όρια του Συντάγματος. Το ΠΑΣΟΚ απάντησε ότι, αν αυτό συνέβαινε, η Ρ/Τ θα έπεφτε στα χέρια ξένων και εγχωρίων καπιταλιστικών συμφερόντων. Παρ’ όλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ υποσχέθηκε να δημιουργήσει έναν ενιαίο, περισσότερο αποτελεσματικό ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό.
Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν κέρδισε και τις εκλογές του 1985, και δύο χρόνια αργότερα, μετά από πολλές συζητήσεις ψηφίστηκε ο νέος νόμος για την Ρ/Τ (1730/1987) που τέθηκε σε ισχύ τον Οκτώβριο του 1987. Η σημαντική αλλαγή που επέφερε αυτός ο νόμος ήταν ότι μια ανώνυμη εταιρεία, η Ελληνική Ραδιοφωνία-Τηλεόραση (ΕΡΤ ΑΕ) είχε τον ολοκληρωτικό έλεγχο της κρατικης Ρ/Τ ως ο λεγόμενος «Ενιαίος Φορέας». Η νέα εταιρεία έχει πέντε τμήματα, από τα οποία τα σημαντικότερα τρία είναι η Ελληνική Τηλεόραση 1 (ΕΤ-1), (η προηγούμενη ΕΡΤ-1 δηλαδή), η Ελληνική Τηλεόραση 2 (ΕΤ-2), (Προηγουμένως ΕΡΤ-2) και η Ελληνική Ραδιοφωνία (ΕΡΑ), που συνίσταται από τις υπάρχουσες τρεις ραδιοφωνικές υπηρεσίες της ΕΡΤ-1 (ΕΡΑ-1, ΕΡΑ-2, ΕΡΑ-3), το παλιό ραδιόφωνο της ΕΡΤ-2 (ΕΡΑ-4), και την υπηρεσία εκπομπών προς το εξωτερικο σε βραχέα κύματα (ΕΡΑ-5), ή «Φωνή της Ελλάδας».
Ακόμη, με βάση τον νόμο προβλεπόταν να δημιουργηθούν από την ΕΡΤ ΑΕ Ινστιτούτο Οπτικοακουστικών Μέσων και Εταιρεία Παραγωγής και Εμπορίας Εκπομπών και Προγραμμάτων Ραδιοτηλεόρασης, τα οποία όμως έμειναν στα χαρτιά.
Παρ’ όλα αυτά, η μεγάλη σημασία αυτού του νόμου είναι ότι, παρά την αρχική της αντίθεση, η κυβέρνηση περιέλαβε σ΄αυτόν διάταξη που επέτρεπε την ίδρυση ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών. Όμως η ιδιωτική ραδιοφωνία αποτελούσε ήδη γεγονος τον Αύγουστο του 1987 που ψηφίστηκε ο νόμος, καθώς το 1987 άνοιξε ολοκληρωτικά το κουτί της Πανδώρας που ονομαζόταν «ελεύθερη ραδιοφωνία».
Ιδιωτική Ραδιοτηλεόραση
Η ιδέα της μη δημόσιας ραδιοφωνίας κυκλοφορούσε στην Ελλάδα πολύ πριν την δεκαετία του 1980. Η «ελεύθερη ραδιοφωνία», όπως κατέληξε να ονομάζεται η μη κρατική ραδιοφωνία, είχε εξαπλωθεί πολύ από τη δεκαετία του 1950 από «ραδιοπειρατές», που αντιμετώπιζαν σοβαρές ποινές εκπέμποντας λίγες ώρες κάθε μέρα από τα σπίτια τους. Αν και οι περισσότεροι εξέπεμπαν σε ΑΜ, ο πρώτος ραδιοπειρατής σε FM βγήκε στον αέρα το 1957.
(Ρουμελιώτης, 1991, σελ. 253).
Ο νόμος 1244/1972, που καταρτίστηκε από την χούντα το 1972, προέβλεπε σοβαρά μέτρα κατά των πειρατών, που περιλάμβαναν πρόστιμα, δημεύσεις μηχανημάτων και φυλάκιση
(Μπαλή και Καψής, 1986).
Οι ραδιοπειρατές ήσαν ποικίλων ειδών, αλλά είχαν όλοι ένα κοινό σημείο: αγάπη για τη μουσική και για τη συγκίνηση της αλληλεπίδρασης με το ακροατήριο που τους εκτιμούσε. Για παράδειγμα, το 1987 ο «Γιάννης», ένας ραδιοπειρατής, κατασκεύασε έναν πομπό 30 W (βατ) στα FM στο σπίτι του. Λειτουργούσε δύο φορές την εβδομάδα, τέσσερις ωρες κάθε φορά, εκπέμποντας μετά τα μεσάνυχτα, έτσι ώστε να μη δημιουργεί παράσιτα στους εθνικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς. Εξέπεμπε κυρίως αγγλο-αμερικάνικη μουσική και συχνά δεχόταν αφιερώσεις. Όπως οι περισσότεροι ραδιοφωνικοί πειρατές, χρησιμοποιούσε ένα κωδικό νούμερο σαν ταυτότητα. δεν δεχόταν διαφημίσεις και δεν συμπαθούσε τους πειρατές που δέχονταν. Το πειρατικό ραδιόφωνο ήταν το χόμπι του.
Η εργασία της ίδρυσης τέτοιων επαρχιακών σταθμών θα γινόταν από την Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ), η οποία άρχισε να εκπαιδεύει στελέχη για τους προτεινόμενους σταθμούς. Ο πρώτος τέτοιος άρχισε να λειτουργεί τον Ιούλιο του 1990, στο Αγρίνιο. Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Νομού Αιτωλοακαρνανίας, όπως λεγόταν ήταν μικτή επιχείρηση διαφόρων δημοτικών αρχών και ιδιωτικών συμφερόντων.
(Ρουμελιώτης, 1990, Ιούλιος).
Στο μεταξύ, δημοτικές αρχές σε όλη τη χώρα πειραματίζονταν με ραδιοφωνικές εκπομπές. Πριν από το τέλος του 1987 η πρώτη συλλογική προσπάθεια προήλθε από δέκα δήμους Δυτικής Αττικής, που ίδρυσαν τον «Δίαυλο 10». Μέχρι τον Μάρτιο 1989 υπήρχαν 13 δημοτικοί σταθμοί σε όλη τη χώρα και ο αριθμός τους συνέχιζε να αυξάνεται με γρήγορο ρυθμό.
Στο μεταξύ, αν και το ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε να καταργήσει το κρατικό μονοπώλιο στην Ρ/Τ, ήταν αποφασισμένο να κρατήσει τους νέους σταθμούς υπό έλεγχο. Η κυβέρνηση συχνά δοκίμασε να κρατήσει τους δημάρχους μέσα στο πλαίσιο του νόμου με το να προσπαθεί, σε ορισμένες περιπτώσεις χωρίς επιτυχία, να καταστρέψει τις παράνομες κεραίες των δημοτικών σταθμών στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Οι δήμαρχοι αντεπιτέθηκαν, με οπαδούς του κόμματος να φρουρούν τις κεραίες.
Εντούτοις, τα πρώτα δείγματα του δημοτικού ραδιοφώνου δεν ήταν αυτό που μερικοί πρόβλεπαν για την ελεύθερη ραδιοφωνία. Όπως ο αρθρογράφος Πέτρος Ευθυμίου (1987) ανέφερε, «Η ελεύθερη ραδιοφωνία είναι μια ευκαιρία για να αλλάξουν συνολικά οι νοοτροπίες και πρακτικές μας», αλλά δυστυχώς, το δημοτικό ραδιόφωνο απλώς διαιώνιζε την παλιά νοοτροπία. Ήταν το ραδιόφωνο των πολιτικών και όχι του κοινού. ούτε αμερόληπτο ραδιόφωνο ήταν. Ακόμη και οι διευθυντές των δύο πρώτων δημοτικών σταθμών είχαν αμφιβολίες για το δημοτικό ραδιόφωνο. Ο Γ. Τζανετάκος είχε δηλώσει ότι η ελεύθερη ραδιοφωνία έπρεπε να είναι κάτι περισσότερο από δημοτικο ραδιόφωνο, ενώ ο διευθυντής του σταθμού «Κανάλι 1» του Πειραιά Α. Βέλιος δήλωσε ότι δεν πίστευε στο δημοτικό ραδιόφωνο, επειδή οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούν για τα μικροπροβλήματα συνοικιών.
(Παπασπύρου 1987, σελ. 69).
Στο αρχικό στάδιο της ελεύθερης ραδιοφωνίας παρουσιάστηκαν πολλά προβλήματα, ανάμεσα στα οποία ήταν τόσο η απειρία των εκφωνητών, όσο και οι διάφορες ερωτήσεις όσον αφορά το ρόλο και την ταυτότητα της ελεύθερης ραδιοφωνίας. Μερικές απ’ αυτές τις ερωτήσεις ήσαν οι εξής: Θα ’πρεπε άραγε να υπάρχουν οι ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί; Τι θα γίνει με τους ερασιτεχνικούς σταθμούς; Μπορούν οι μη-κρατικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί να μεταδίδουν ειδήσεις; Και αν ναι, κάτω από ποιες συνθήκες; Από πού προέρχονταν τα χρήματα που ξοδεύονταν για τη συντήρηση αυτών των σταθμών; Και τελικά, ποια επρόκειτο να είναι η πολιτική γραμμή αυτών των σταθμών, λαμβάνοντας υπόψη οτι οι πολιτικοί έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ίδρυσή τους;
Γενικά, δημιουργήθηκαν πλήθος προβλήματα. Υπήρχαν πειρατικοί σταθμοί που χρησιμοποιούσαν συχνότητες που ανήκαν σε σταθμούς με άδειες. σταθμοί που εξέπεμπαν με μεγαλύτερη ισχύ απ’ ότι επιτρεπόταν. σταθμοί που κατασκεύαζαν πομπούς σε μέρη που δεν είχαν δικαίωμα. και δήμαρχοι που είχαν θέση σε λειτουργία περισσότερους από ένα σταθμούς, χωρίς άδεια. Για παράδειγμα, εκτός από τον FM-100, ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης, Σωτήρης Κούβελας, κατασκεύασε δύο ακόμα σταθμούς στην ίδια πόλη, τον FM-101, έναν σταθμό προσανατολισμένο στη νεολαία που έπαιζε κυρίως ξένη μουσική, και τον FM-100,5, πολιτιστικό σταθμό.
Υπό την πίεση αυτών των προβλημάτων, πολλοί ιδιοκτήτες σταθμών το 1989 ίδρυσαν τη Διαρκή Επιτροπή Τοπικών Ραδιοσταθμών (ΔΕΤΟΡΣ). Αλλά οι ιδιοκτήτες δεν είχαν συνοχή, καθώς ανήκαν σε διαφορετικά πολιτικά στρατόπεδα. Γιατί βέβαια, από τα μεγαλύτερα προβλήματα της «ελεύθερης ραδιοφωνίας» ήσαν τα πολιτικά. Αν και οι μεγάλοι δημοτικοί σταθμοί επέτρεπαν να ακουστούν όλα τα κόμματα (γεγονός για το οποίο μερικοί δήμαρχοι είχαν επικριθεί από τα δικά τους κόμματα ως μη αρκετά κομματικοί), οι περισσότεροι δημοτικοί σταθμοί ήταν κάτω από τον άμεσο έλεγχο του δημάρχου. Πάντως οι ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί έτειναν να θέτουν σε υγιέστερη βάση τη συζήτηση των πολιτικών θεμάτων με τις ειδήσεις τους και τα προγράμματα δημοσίων υποθέσεων, ιδιαίτερα με συνεντεύξεις, οι οποίες συχνά αποτελούσαν ειδήσεις από μόνες τους, δημιουργώντας ένα φόρουμ για πολιτικά πρόσωπα και διαμορφωτές της κοινής γνώμης.
Μπρος σε αυτή τη νέα κατάσταση, το κρατικό ραδιόφωνο δεν έμεινε ανεπηρέαστο. Στην Θεσσαλονίκη, όπου ο FM-100, έφτασε να συγκεντρώνει το 50% του ακροατηρίου, η ΕΡΤ δημιούργησε έναν νέο ραδιοφωνικό σταθμό, τον 102 FM Stereo, με στοιχεία ελεύθερης ραδιοφωνίας, με μεγαλύτερη έμφαση στην ελληνική μουσική. Ακομα αύξησε το ποσοστό του «ζωντανού προγράμματος», το οποίο αρχικά είχε μέσο όρο λιγότερο από 25%, ενώ το Τέταρτο Πρόγραμμα ολοκληρωτικά άλλαξε τη φόρμουλά του στοχεύοντας σε νεότερο κοινό. Μια από τις νεωτερικές αλλαγές ήταν να ανοίξει τα ραδιοφωνικά κύματα του σε ραδιοπειρατές για μια ώρα κάθε νύχτα. Οι σταθμοί της ΕΡΑ μείωσαν επίσης το ποσοστό της ελληνικής λαϊκής και παραδοσιακής μουσικής με σκοπό να εμπλουτίσουν το πρόγραμμά τους με τον αγγλο-αμερικάνικο ήχο των ιδιωτικών σταθμών. Επιπλέον, η ΕΡΤ ίδρυσε έναν νέο περιφερειακό FM σταθμό, τον «Ράδιο Αιγαίο», στην Λέσβο. Την ίδια περίοδο, πολλοί κρατικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί που είχαν εκπέμψει για χρόνια στα ΑΜ άρχισαν να εκπέμπουν επίσης στα FM.
Εντούτοις, οικονομικά προβλήματα άρχισαν να εμφανίζονται στους νέους σταθμούς. Αν και ο Αθήνα 98,4 είχε καταφέρει να έχει κέρδος 105 εκατομμυρίων δραχμών μέσα στους πρώτους επτά μήνες της λειτουργίας του, όντας ο πιο δημοφιλής σταθμος στην Αθήνα, συνάμα υπήρχαν τόσοι πολλοί νέοι σταθμοί που η ραδιοφωνική διαφημιστική δαπάνη, αρχικά μόνο 6% του συνόλου, δεν επαρκούσε. Το 1989, το ραδιοφωνικό μερίδιο των συνολικών διαφημιστικών δαπανών αυξήθηκε στο 7,3%, αλλά και αυτό ακόμα δεν ήταν αρκετό.
Οι οικονομικές δυσκολίες έγιναν έντονες ιδιαίτερα στους συνεταιρικούς δημοτικούς σταθμούς που λειτουργούσαν γύρω από την Αθήνα, και είχαν ως αποτέλεσμα την πρώτη απεργία των υπαλλήλων μη κρατικών ραδιοφωνικών σταθμών –αλλά και οι υπάλληλοι σε άλλους σταθμούς δεν πληρώνονταν κανονικά. Ακόμη, εκπρόσωποι των οργανισμών πνευματικών δικαιωμάτων απείλησαν να προσφύγουν στα δικαστήρια γιατί οι σταθμοί δεν κατέβαλαν τα δικαιώματα για τους δίσκους που έπαιζαν.
Γενικά, το ελληνικό κρατικό ραδιόφωνο ήδη παρείχε τη μεγαλύτερη ποικιλία προγραμμάτων που ένα ραδιόφωνο μπορούσε πιθανώς να προσφέρει, με τον αριθμό των σταθμών και τα τέσσερα προγράμματα που διέθετε. Τα ραδιοφωνικά προγράμματα της ΕΡΑ δεν ήταν συνήθως «ζωντανά», και είχαν μουσική μαζί με άλλα διάφορα θέματα είτε ενημερωτικά ή ψυχαγωγικά. Τα προγράμματα σε ιδιωτικούς ή δημοτικούς σταθμούς συνήθως ήσαν «ζωντανά», περιείχαν διαφημίσεις, και συχνά περιείχαν διάφορους διαγωνισμούς.
Οι περισσότεροι νέοι ραδιοφωνικοί σταθμοί δεν στόχευαν σε συγκεκριμένα ακροατήρια (narrowcasting) όλη την ημέρα, αλλά διαμόρφωναν τρίωρες ζώνες προγράμματος. Για παράδειγμα, ο δημοτικός σταθμός του Πειραιά είχε δέκα παραγωγούς ζώνης, ο καθένας υπεύθυνος για ένα τρίωρο. Επειδή αυτοί οι νέοι σταθμοί βγήκαν στον αέρα όλοι μαζί, πολλοί παραγωγοί/εκφωνητές είτε ερχόντουσαν από το κρατικό ραδιόφωνο είτε ήταν πρώην ραδιοπειρατές. Αυτοί οι πρώην πειρατές ήταν αυστηρά disc jockeys.
Οι περισσότεροι νέοι ραδιοφωνικοί σταθμοί αφιέρωναν περίπου 30% του προγράμματός τους σε ειδήσεις, συζητήσεις για θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος και αθλητικά, ενώ το υπόλοιπο ήταν μουσική. Το μερίδιο της μουσικής είχε ισχυρή αμερικανική συνιστώσα.
Τα εβδομαδιαία μερίδια ακροαματικότητας των ραδιοφωνικών σταθμών προκαλούσαν αντιπαραθέσεις, καθώς συχνά έδειχναν αντίθετα αποτελέσματα. Σύμφωνα με αυτά, οι πιο δημοφιλείς σταθμοί στην Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ήταν ο «Αθήνα 98,4» και οι ιδιωτικοί σταθμοί Sky, Top FM και Αντέννα. Ένας άλλος δημοφιλής σταθμός ήταν ο Jeronymo Groovy, πρώην πειραματικός σταθμός που είχε βγει στον αέρα από το 1966.
Εδώ θα πρέπει να αναφερθούμε όσο διεξοδικά γίνεται και στην πρώτη προσπάθεια ιδιωτικού ραδιοφώνου στην περιοχή μας. Συγκεκριμένα το 1987 ιδρύεται στην Άρτα, το Ράδιο Άρτα, μια συλλογική προσπάθεια από νεαρούς, πρώην ραδιοπειρατές οι περισσότεροι, όπως ο Σαλαμούρας, οι αδερφοί Παπαθανασίου, ο Κολοβάτσιος, ο Πανοδήμος και άλλοι που δεν θυμάμαι τα ονοματά τους. Το Ράδιο Άρτα ήταν μάλιστα από τους πρώτους ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς της χώρας, σε μια δύσκολη περίοδο. Φυσικά επειδή λειτούργησε σε επαγγελματικό επίπεδο ήταν και από τους πρώτους στην χώρα που απέκτησε άδεια λειτουργίας. Μπορεί να μιλάμε για επαγγελματικό επίπεδο αλλά οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γινόταν οι εκπομπές ήταν εξαιρετικά δυσχερής. Μηχανήματα απαρχαιωμένα, πομποί ιδιοκατασκευές με μεράκι από τους συνεργάτες μας, πικάπ τα οποία σταματούσαμε με τα χέρια για να ξεκινήσει το τραγούδι μετά την πρόζα και διάφορα τέτοια. Όμως επικρατούσε τέτοιο μεράκι, κέφι, ζωντάνια και γνώση του αντικειμένου (της ξένης μουσικής) που αμέσως ο σταθμός αγαπήθηκε από το κοινό όλης της γύρω περιοχής, άρτας, φιλιππιάδας, πρέβεζας, αμφιλοχίας.
Το 1974, με την αποκατάσταση της δημοκρατίας, το Κοινοβούλιο ψήφισε νέο Σύνταγμα που τέθηκε σε ισχύ το 1975. Το άρθρο 15 του Συντάγματος αναφέρεται στον κινηματογράφο, τη μουσική και τη ραδιοτηλεόραση. Αν και το πλειοψηφών συντηρητικό κόμμα, η Νέα Δημοκρατία, θεωρούσε τη λογοκρισία που είχε ασκηθεί από τη χούντα ως ανεπιθύμητη, δεν ήταν πρόθυμη να παραχωρήσει στη ραδιοτηλεόραση την ελευθερία που το Σύνταγμα παρεχει στα έντυπα μέσα. Η παράγραφος 2 του άρθρου 15, αναφέρει:
Η ραδιοφωνία και η τηλεόρασις τελούν υπό τον άμεσον έλεγχον του κράτους, σκοπούν δε εις την αντικειμενικήν και επί ίσοις όροις μετάδοσιν πληροφοριών και ειδήσεων, ως και προϊόντων του λόγου και της τέχνης, διασφαλιζομένης πάντως της εκ της κοινωνικής αποστολής αυτών και της εκ της πολιτιστικής αναπτύξεως της χώρας επιβαλλομένης ποιοτικής στάθμης των εκπομπών.
Με βάση το παραπάνω άρθρο του Συντάγματος του 1975, νέος νόμος για την Ραδιοτηλεόραση (Ρ/Τ) ψηφίστηκε από το ελεγχόμενο από την Νέα Δημοκρατία κοινοβούλιο, ουσιαστικά αναδομώντας την. Με τον νόμο 230/1975, ο οποίος τέθηκε σε ισχύ την 1ην Απριλίου 1975, ιδρύθηκε η Ελληνική Ραδιοφωνία-Τηλεόραση (ΕΡΤ) που αντικατέστησε το ΕΙΡΤ. Η ΕΡΤ έγινε ΝΠΔΔ διοικούμενο από εικοσαμελή Γενική Συνέλευση που διοριζόταν από το υπουργικό συμβούλιο και η οποία περιελάμβανε ανώτατους κρατικούς υπαλλήλους, πρυτάνεις και ακαδημαϊκούς «εγνωσμένου κύρους», με πρόεδρο τον Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος. Ο ρόλος της ΓΣ ήταν συμβουλευτικός και σπάνια το σώμα συνερχόταν.
Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΡΤ είχε μεγαλύτερη δυνατότητα να συμμετέχει ενεργά στις καθημερινές λειτουργίες απ’ ότι η ΓΣ. Το ΔΣ περιελάμβανε επτά μέλη, διορισμένα για τρία χρόνια από το Υπουργικό συμβούλιο. Αρμοδιότητα του ΔΣ ήταν να επιβλέπει και να ελέγχει τις υπηρεσίες της ΕΡΤ, να συντάσσει προϋπολογισμούς και σχέδια για την ανάπτυξη της ΕΡΤ, και να εκφράζει τη γνώμη του για τη συνολική της πολιτική.
Εν τούτοις, τον πραγματικο έλεγχο της ΕΡΤ σύμφωνα με αυτόν τον νόμο, τον ασκούσε το υπουργείο Προεδρίας. Ειδικότερα, ο υφυπουργός Προεδρίας διόριζε ουσιαστικά τον γενικό διευθυντή της ΕΡΤ που ήταν υπεύθυνος για την καθημερινή λειτουργία της, βοηθούμενος από δύο βοηθούς διευθυντές. Έτσι, η νομική και λειτουργική δομή της ΕΡΤ βρισκόταν υπό πλήρη κυβερνητικό έλεγχο.
Εν τούτοις, τον πραγματικο έλεγχο της ΕΡΤ σύμφωνα με αυτόν τον νόμο, τον ασκούσε το υπουργείο Προεδρίας. Ειδικότερα, ο υφυπουργός Προεδρίας διόριζε ουσιαστικά τον γενικό διευθυντή της ΕΡΤ που ήταν υπεύθυνος για την καθημερινή λειτουργία της, βοηθούμενος από δύο βοηθούς διευθυντές. Έτσι, η νομική και λειτουργική δομή της ΕΡΤ βρισκόταν υπό πλήρη κυβερνητικό έλεγχο.
Σύμφωνα με το νόμο 230/1975 και όλους τους ακόλουθους νόμους για την Ρ/Τ, σκοπός της ΕΡΤ είναι να παρέχει πληροφορίες, μόρφωση και ψυχαγωγία στον Ελληνικό λαό με την λειτουργία και ανάπτυξη της Ρ/Τ (Άρθρο 1). Το άρθρο 3 της ανέφερε ότι «αι εκπομπαί της ΕΡΤ οφείλουν να διαπνέονται από δημοκρατικόν πνεύμα, συνείδησιν πολιτιστικής ευθύνης, ανθρωπισμόν και αντικειμενικότητα, να είναι δε προσηρμοσμέναι εις την ελληνικήν πραγματικότητα». Τέλος ο νόμος 230/1975 (άρθρο 4, παραγρ. 1) απαγόρευε σαφώς τη μετάδοση κάθε είδους ήχου ή εικόνων μέσω ραδιοφώνου ή τηλεοράσεως από κάθε άλλο φυσικό ή νομικο πρόσωπο εκτός από την ΕΡΤ και την ΥΕΝΕΔ.
Ο νόμος 230/1975 εξέφραζε και κάποια αμυδρά πρόθεση να αφαιρεθεί το προνόμιο Ρ/Τ εκπομπών από τις ένοπλες δυνάμεις: το άρθρο 4, παράγραφος 4, ανέφερε ότι μέσα σε δυο χρόνια, από τον Απρίλιο του 1976, η ΥΕΝΕΔ θα συγχωνευόταν με την ΕΡΤ, εάν δημιουργηθούν οι αναγκαίες οικονομικές τεχνικές και οργανωτικές συνθήκες. Αυτό το «εάν» εμπόδισε την εφαρμογή του νόμου μέχρι το 1987.
Ο νόμος 230/1975 εξέφραζε και κάποια αμυδρά πρόθεση να αφαιρεθεί το προνόμιο Ρ/Τ εκπομπών από τις ένοπλες δυνάμεις: το άρθρο 4, παράγραφος 4, ανέφερε ότι μέσα σε δυο χρόνια, από τον Απρίλιο του 1976, η ΥΕΝΕΔ θα συγχωνευόταν με την ΕΡΤ, εάν δημιουργηθούν οι αναγκαίες οικονομικές τεχνικές και οργανωτικές συνθήκες. Αυτό το «εάν» εμπόδισε την εφαρμογή του νόμου μέχρι το 1987.
Η έγχρωμη τηλεόραση έφτασε στην Ελλάδα το 1979, όταν η κυβέρνηση Καραμανλή διάλεξε το γαλλικό σύστημα SECAM. Επρόκειτο για ένα άλλο παράδειγμα Προέδρου Κυβερνήσεως που στράφηκε σε μια ξένη δύναμη, με την οποία τον συνέδεαν στενές σχέσεις, για την εισαγωγή μιας νέας τεχνολογίας. Το 1979 μερικά τηλεοπτικά προγράμματα εκπέμπονταν έγχρωμα, αλλά χρειάστηκε άλλος ένας χρόνος έως ότου γίνουν όλα.
Η νομική δομή της ΕΡΤ ήταν ένας από τους στόχους πολεμικής του ΠΑΣΟΚ, πριν έρθει στην εξουσία το 1981. Το ΠΑΣΟΚ υποσχεθηκε να αλλάξει τη δομή επειδή ήταν συνηθισμένη κατάσταση να υπηρετεί το κόμμα που κατείχε την εξουσία, ιδιαίτερα στις προεκλογικές περιόδους. Εντούτοις, το ΠΑΣΟΚ όταν ανέλαβε τη διακυβέρνηση δεν έκανε την ΕΡΤ περισσότερο ανεξάρτητη από την κυβέρνηση, αν και τα κόμματα που αντιπροσωπεύονταν στο κοινοβούλιο απέκτησαν μεγαλύτερη πρόσβαση στην οθόνη.
Το 1982, το ΠΑΣΟΚ υλοποίησε την πρόθεση του νόμου 230/1975 να απομακρύνει τις ένοπλες δυνάμεις από τη Ρ/Τ. Ο νέος νόμος, 1288/1982, μετέτρεψε την ΥΕΝΕΔ σε ΕΡΤ-2, και την ΕΡΤ σε ΕΡΤ-1. Η ΕΡΤ-1 παρέμεινε ΝΠΔΔ, διοικούμενο, θεωρητικά, από γενική συνέλευση. Η ΕΡΤ-2 από την άλλη μεριά, έγινε δημόσια υπηρεσία του Υπουργείου Προεδρίας και διοικούνταν από πενταμελές ΔΣ, διοριζόμενο από τον Υπουργό. Ο πρόεδρος του ΔΣ ήταν και διευθυντής όλων των υπηρεσιών της ΕΡΤ-2. Έτσι, το κόμμα που ήταν στην εξουσία έλεγχε την ΕΡΤ-2, αφού οι διοικούντες διορίζονταν από αυτό.
Στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε διαφορά στον έλεγχο της ΕΡΤ-1 και της ΕΡΤ-2 διότι ο υφυπουργός Προεδρίας ήταν αρμόδιος και για τις δύο. Όχι μόνο οι ανώτερες διοικητικές θέσεις αλλά και όλες οι μη-μόνιμες θέσεις επίσης, ελέγχονταν από την κυβέρνηση, αν και οι μόνιμοι υπάλληλοι ήταν κάπως ασφαλείς όταν συνέβαιναν κυβερνητικές αλλαγές. Συνήθως, λοιπόν, η κυβέρνηση διόριζε τους επικεφαλής της ΕΡΤ-1 και ΕΡΤ-2, οι οποίοι ενέκριναν ακόμη και τους ηθοποιούς και τις ηθοποιούς των διαφόρων εκπομπών, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους την κομματική τους ένταξη. Ο τρόπος που χειριζόταν τη Ρ/Τ το ΠΑΣΟΚ δεν ήταν πολύ διαφορετικός από αυτόν της ΝΔ.
Φαίνεται ότι κανένα κόμμα δεν επιθυμούσε να μοιραστεί με άλλους το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, αν και κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 1985 η Νέα Δημοκρατία υποσχέθηκε, αν εκλεγεί, να επιτρέψει την ιδιωτική Ρ/Τ, μέσα στα όρια του Συντάγματος. Το ΠΑΣΟΚ απάντησε ότι, αν αυτό συνέβαινε, η Ρ/Τ θα έπεφτε στα χέρια ξένων και εγχωρίων καπιταλιστικών συμφερόντων. Παρ’ όλα αυτά, το ΠΑΣΟΚ υποσχέθηκε να δημιουργήσει έναν ενιαίο, περισσότερο αποτελεσματικό ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό.
Το ΠΑΣΟΚ λοιπόν κέρδισε και τις εκλογές του 1985, και δύο χρόνια αργότερα, μετά από πολλές συζητήσεις ψηφίστηκε ο νέος νόμος για την Ρ/Τ (1730/1987) που τέθηκε σε ισχύ τον Οκτώβριο του 1987. Η σημαντική αλλαγή που επέφερε αυτός ο νόμος ήταν ότι μια ανώνυμη εταιρεία, η Ελληνική Ραδιοφωνία-Τηλεόραση (ΕΡΤ ΑΕ) είχε τον ολοκληρωτικό έλεγχο της κρατικης Ρ/Τ ως ο λεγόμενος «Ενιαίος Φορέας». Η νέα εταιρεία έχει πέντε τμήματα, από τα οποία τα σημαντικότερα τρία είναι η Ελληνική Τηλεόραση 1 (ΕΤ-1), (η προηγούμενη ΕΡΤ-1 δηλαδή), η Ελληνική Τηλεόραση 2 (ΕΤ-2), (Προηγουμένως ΕΡΤ-2) και η Ελληνική Ραδιοφωνία (ΕΡΑ), που συνίσταται από τις υπάρχουσες τρεις ραδιοφωνικές υπηρεσίες της ΕΡΤ-1 (ΕΡΑ-1, ΕΡΑ-2, ΕΡΑ-3), το παλιό ραδιόφωνο της ΕΡΤ-2 (ΕΡΑ-4), και την υπηρεσία εκπομπών προς το εξωτερικο σε βραχέα κύματα (ΕΡΑ-5), ή «Φωνή της Ελλάδας».
Ακόμη, με βάση τον νόμο προβλεπόταν να δημιουργηθούν από την ΕΡΤ ΑΕ Ινστιτούτο Οπτικοακουστικών Μέσων και Εταιρεία Παραγωγής και Εμπορίας Εκπομπών και Προγραμμάτων Ραδιοτηλεόρασης, τα οποία όμως έμειναν στα χαρτιά.
Παρ’ όλα αυτά, η μεγάλη σημασία αυτού του νόμου είναι ότι, παρά την αρχική της αντίθεση, η κυβέρνηση περιέλαβε σ΄αυτόν διάταξη που επέτρεπε την ίδρυση ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών. Όμως η ιδιωτική ραδιοφωνία αποτελούσε ήδη γεγονος τον Αύγουστο του 1987 που ψηφίστηκε ο νόμος, καθώς το 1987 άνοιξε ολοκληρωτικά το κουτί της Πανδώρας που ονομαζόταν «ελεύθερη ραδιοφωνία».
Ιδιωτική Ραδιοτηλεόραση
Ελεύθερη Ραδιοφωνία
Η ιδέα της μη δημόσιας ραδιοφωνίας κυκλοφορούσε στην Ελλάδα πολύ πριν την δεκαετία του 1980. Η «ελεύθερη ραδιοφωνία», όπως κατέληξε να ονομάζεται η μη κρατική ραδιοφωνία, είχε εξαπλωθεί πολύ από τη δεκαετία του 1950 από «ραδιοπειρατές», που αντιμετώπιζαν σοβαρές ποινές εκπέμποντας λίγες ώρες κάθε μέρα από τα σπίτια τους. Αν και οι περισσότεροι εξέπεμπαν σε ΑΜ, ο πρώτος ραδιοπειρατής σε FM βγήκε στον αέρα το 1957.
(Ρουμελιώτης, 1991, σελ. 253).
Ο νόμος 1244/1972, που καταρτίστηκε από την χούντα το 1972, προέβλεπε σοβαρά μέτρα κατά των πειρατών, που περιλάμβαναν πρόστιμα, δημεύσεις μηχανημάτων και φυλάκιση
(Μπαλή και Καψής, 1986).
Οι ραδιοπειρατές ήσαν ποικίλων ειδών, αλλά είχαν όλοι ένα κοινό σημείο: αγάπη για τη μουσική και για τη συγκίνηση της αλληλεπίδρασης με το ακροατήριο που τους εκτιμούσε. Για παράδειγμα, το 1987 ο «Γιάννης», ένας ραδιοπειρατής, κατασκεύασε έναν πομπό 30 W (βατ) στα FM στο σπίτι του. Λειτουργούσε δύο φορές την εβδομάδα, τέσσερις ωρες κάθε φορά, εκπέμποντας μετά τα μεσάνυχτα, έτσι ώστε να μη δημιουργεί παράσιτα στους εθνικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς. Εξέπεμπε κυρίως αγγλο-αμερικάνικη μουσική και συχνά δεχόταν αφιερώσεις. Όπως οι περισσότεροι ραδιοφωνικοί πειρατές, χρησιμοποιούσε ένα κωδικό νούμερο σαν ταυτότητα. δεν δεχόταν διαφημίσεις και δεν συμπαθούσε τους πειρατές που δέχονταν. Το πειρατικό ραδιόφωνο ήταν το χόμπι του.
Για τους περισσότερους πειρατές το ραδιόφωνο ήταν εντούτοις ένα ακριβό χόμπι. Ο πειρατής «397», για παράδειγμα, λειτουργούσε με κόστος 20.000 δραχμές την εβδομάδα, αλλά ανταμοιβόταν από 200 νυκτερινά τηλεφωνήματα ακροατών κατά μέσον όρο.
(Μπαλή και Καψής, 1986).
Ακόμα περισσότερο, αυτό το χόμπι είχε κινδύνους. Ο «Γιάννης» είχε ανακαλυφθεί δύο φορές από την αστυνομία και είχε αφεθεί ελεύθερος αφού τον προειδοποίησαν. Δεν είχε μεγάλη σημασία για αυτόν αν οι ερασιτεχνικοί σταθμοί θα νομιμοποιούνταν, γιατί ήταν σίγουρος ότι θα συνέχιζε να λειτουργεί ότι και αν γινόταν. Δυστυχώς, ο «Γιάννης» πιάστηκε για τρίτη φορά, και όλα τα μηχανήματά του, κατασχέθηκαν. (Χάκου, 1987).
Το 1986 το ειδικό γραφείο ελέγχου τηλεπικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνικών συνέλαβε 500 πειρατές στην Αθήνα, αλλά μήνυσαν μόνο αυτούς που μετέδιδαν διαφημίσεις (Χασαπόπουλος, 1986). Αυτό όμως δεν απέτρεψε τους υπόλοιπους ραδιοπειρατές, που εκτιμώνταν σε 1.000 στην Αθήνα μόνο, να συνεχίσουν να εκπέμπουν.
Ένας άλλος πειραματικός σταθμός ήταν το «Ράδιο Σταρ», ο οποίος από απλός πειρατικός αριθμός (772), κατέληξε σταθμός με άδεια. Ξεκινώντας σαν πειρατικός σταθμος, ο «772» σύντομα ένωσε τις δυνάμεις του με άλλους πειρατές και φίλους, και η λειτουργία σιγά-σιγά αυξήθηκε σε σημείο καθημερινής λειτουργίας από τις 8 το βράδυ ως τις 2 τα μεσάνυχτα. Η φόρμουλα του Ράδιο Σταρ ήταν απλή: οι εκφωνητές μιλούσαν για πράγματα που ενδιέφεραν αυτούς και τους ακροατές τους, οι οποίοι ήταν στα τέλη της εφηβείας και στις αρχές της ηλικίας των 20. Οι εκφωνητές έπαιζαν κυρίως ξένη μουσική, διάβαζαν ποίηση και γράμματα στον αέρα, και δέχονταν αφιερώσεις. Σταδιακά δημιούργησαν ένα fan club, έναν οδηγό προγράμματος, και διεξήγαγαν μυστικές συναντήσεις με μερικούς αφοσιωμένους ακροατές.
Ο σταθμός αυτός άλλαξε τέσσερις φορές ονομασία μέχρι να κατασταλάξει στο «Ράδιο Σταρ». Το πρόγραμμα άλλαζε συνεχώς, καθώς μερικά μέλη έφευγαν για το Πανεπιστήμιο, ενώ άλλοι έπρεπε να καταταγούν στρατιώτες. Οι περισσότεροι από τους 17 νέους ανθρώπους που ασχολούνταν με το Ράδιο Σταρ το 1987 ήσαν φοιτητές στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Ο καθένας-καθεμία είχε τη δική του εκπομπή, παίζοντας προσωπικούς δίσκους ή άλμπουμ που τα δώριζαν δύο εταιρίες δίσκων. Ο σταθμός βρισκόταν σε μικρό δωμάτιο σπιτιού που απείχε 20 χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας .
(Μαργιώρη, 1987).
(Μπαλή και Καψής, 1986).
Ακόμα περισσότερο, αυτό το χόμπι είχε κινδύνους. Ο «Γιάννης» είχε ανακαλυφθεί δύο φορές από την αστυνομία και είχε αφεθεί ελεύθερος αφού τον προειδοποίησαν. Δεν είχε μεγάλη σημασία για αυτόν αν οι ερασιτεχνικοί σταθμοί θα νομιμοποιούνταν, γιατί ήταν σίγουρος ότι θα συνέχιζε να λειτουργεί ότι και αν γινόταν. Δυστυχώς, ο «Γιάννης» πιάστηκε για τρίτη φορά, και όλα τα μηχανήματά του, κατασχέθηκαν. (Χάκου, 1987).
Το 1986 το ειδικό γραφείο ελέγχου τηλεπικοινωνιών του Υπουργείου Μεταφορών και Επικοινωνικών συνέλαβε 500 πειρατές στην Αθήνα, αλλά μήνυσαν μόνο αυτούς που μετέδιδαν διαφημίσεις (Χασαπόπουλος, 1986). Αυτό όμως δεν απέτρεψε τους υπόλοιπους ραδιοπειρατές, που εκτιμώνταν σε 1.000 στην Αθήνα μόνο, να συνεχίσουν να εκπέμπουν.
Ένας άλλος πειραματικός σταθμός ήταν το «Ράδιο Σταρ», ο οποίος από απλός πειρατικός αριθμός (772), κατέληξε σταθμός με άδεια. Ξεκινώντας σαν πειρατικός σταθμος, ο «772» σύντομα ένωσε τις δυνάμεις του με άλλους πειρατές και φίλους, και η λειτουργία σιγά-σιγά αυξήθηκε σε σημείο καθημερινής λειτουργίας από τις 8 το βράδυ ως τις 2 τα μεσάνυχτα. Η φόρμουλα του Ράδιο Σταρ ήταν απλή: οι εκφωνητές μιλούσαν για πράγματα που ενδιέφεραν αυτούς και τους ακροατές τους, οι οποίοι ήταν στα τέλη της εφηβείας και στις αρχές της ηλικίας των 20. Οι εκφωνητές έπαιζαν κυρίως ξένη μουσική, διάβαζαν ποίηση και γράμματα στον αέρα, και δέχονταν αφιερώσεις. Σταδιακά δημιούργησαν ένα fan club, έναν οδηγό προγράμματος, και διεξήγαγαν μυστικές συναντήσεις με μερικούς αφοσιωμένους ακροατές.
Ο σταθμός αυτός άλλαξε τέσσερις φορές ονομασία μέχρι να κατασταλάξει στο «Ράδιο Σταρ». Το πρόγραμμα άλλαζε συνεχώς, καθώς μερικά μέλη έφευγαν για το Πανεπιστήμιο, ενώ άλλοι έπρεπε να καταταγούν στρατιώτες. Οι περισσότεροι από τους 17 νέους ανθρώπους που ασχολούνταν με το Ράδιο Σταρ το 1987 ήσαν φοιτητές στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Ο καθένας-καθεμία είχε τη δική του εκπομπή, παίζοντας προσωπικούς δίσκους ή άλμπουμ που τα δώριζαν δύο εταιρίες δίσκων. Ο σταθμός βρισκόταν σε μικρό δωμάτιο σπιτιού που απείχε 20 χιλιόμετρα από το κέντρο της Αθήνας .
(Μαργιώρη, 1987).
Η κίνηση για την ελεύθερη ραδιοφωνία στην Ελλάδα ήταν πολύ επηρεασμένη από τις παρόμοιες προσπάθειες σε άλλες χώρες, όπως η ελεύθερη ραδιοφωνία στη Γαλλία και το πειρατικό ραδιόφωνο στην Αγγλία. Στην Γαλλία, το αίτημα για ελεύθερη ραδιοφωνία (radio-libres) κυριαρχούσε από το 1977 έως το 1981, όταν το κρατικό ραδιοφωνικό μονοπώλιο καταργήθηκε. Κατά τον ίδιο τρόπο, ομάδες πολιτών στην Ελλάδα άρχισαν σοβαρά να απαιτούν το δικαίωμα να δημιουργήσουν ραδιοφωνικούς σταθμούς, ιδρύοντας σημαντικούς παράνομους σταθμούς όπως ο Αντίλαλος (του περιοδικού Αντι), που εξέπεμψε φανερά για 24 ώρες το 1983, και το Κανάλι 15, το οποίο κάλυψε τις εθνικές εκλογές του 1985. Και τους δύο, εντούτοις, τους έκλεισε η αστυνομία. Ομάδες όπως το Κανάλι 15 ερμήνευαν την ελεύθερη ραδιοφωνία ως την ικανότητα να γίνονται εκπομπές όπως το Σύνταγμα προέβλεπε, για να προσφέρουν εκπομπές με ποιότητα, αντικειμενικότητα, και για πολιτιστική ανάπτυξη. Ερμήνευαν την ελεύθερη ραδιοφωνία πρωτίστως ως «το ραδιόφωνο των πολιτών».
(Κούνδουρος, 1987).
Αυτό όμως που έδωσε ώθηση στην υπόθεση της ελεύθερης ελληνικής ραδιοφωνίας ήταν η πίεση από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία διεκδικούσαν ένα κομμάτι από τα ερτζιανά κύματα. Πολλοί πολιτικοί απλώς ήθελαν να ακουστούν οι φωνές τους, αφού το κρατικό ραδιόφωνο ήταν πρωτίστως η φωνή του κόμματος που βρισκόταν στην εξουσία. Κατά τη διάρκεια των δημοτικών εκλογών του 1986, έξι υποψήφιοι δήμαρχοι για τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας, προερχόμενοι κυρίως από τη ΝΔ που βρισκόταν τότε στην αντιπολίτευση, έκαναν το αίτημα για ελεύθερη ραδιοφωνία στοιχείο του πολιτικού τους προγράμματος. Τα αιτήματά τους δεν αφορούσαν τόσο την υποστήριξη των δικαιωμάτων αυτών που εξέπεμπαν ερασιτεχνικά στο ραδιόφωνο αλλά το να επιτύχουν κατάργηση του κυβερνητικού μονοπωλίου στα ερτζιανά, ιδιαίτερα για τα προγράμματα ειδήσεων και ενημέρωσης. Η νίκη, στις τρεις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας, των υποψηφίων της ΝΔ, που είχαν υποσχεθεί να ιδρύσουν ραδιοφωνικούς σταθμούς, ανάγκασαν την κυβέρνηση να δραστηριοποιηθεί.
Τον Νοέμβριο του 1986 ο γιος του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, Γεώργιος Α. Παπανδρέου, υφυπουργός Πολιτισμού, τοποθετήθηκε υπέρ της ελεύθερης ραδιοφωνίας, την οποία ερμήνευσε σαν άνοιγμα των συχνοτήτων στους νέους ανθρώπους, σε ραδιοερασιτέχνες, και σε νεολαίες πολιτικών κομμάτων. Δήλωσε ότι «οι συνθήκες για να επιτραπεί στη χώρα μας η ελεύθερη ραδιοφωνία είναι ώριμες, όσο ποτέ άλλοτε».
(Τόλιος, 1986, σελ. 25).
Ακόμα ανέφερε ότι η ελεύθερη ραδιοφωνία πρέπει να ξεκινήσει με τη νομιμοποίηση των ερασιτεχνικών ραδιοφωνικών σταθμών, αλλά ότι θα μπορούσε να επιτραπούν και δημοτικοί ραδιοσταθμοί, ακόμη και πολιτικοί σταθμοί. Αυτή η ανακοίνωση, δημιούργησε αντιθέσεις στο κυβερνών ΠΑΣΟΚ, διότι ορισμένα ηγετικά στελέχη του δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τον έλεγχο των ερτζιανών. Η αντιπαράθεση αυτή έληξε τον Δεκέμβριο του 1986, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την υποστήριξή του προς την ιδέα να δημιουργηθεί Κοινοβουλευτική Επιτροπή που να μελετήσει το θέμα και να υποβάλλει προτάσεις για τα «όρια της ελεύθερης ραδιοφωνίας». Ερμήνευσε την ελεύθερη ραδιοφωνία ως: «κάθε πολίτης θα έχει δικαίωμα να διαμορφώσει σταθμό τοπικής εμβέλειας».
(Φάτσης, 1986).
Η ιδέα κατάργησης του κρατικού μονοπώλιου στο ραδιόφωνο είχε έρθει στο προσκήνιο το 1982 και το 1985, όταν ορισμένοι μέσα στο ΠΑΣΟΚ πρότειναν να υπάρξει νόμος που να επιτρέπει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης να ιδρύουν δημοτικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς. Την περίοδο αυτή μέλη του ΠΑΣΟΚ είχαν τον έλεγχο της τοπικής αυτοδιοίκησης στις περισσότερες μεγάλες πόλεις. Εντούτοις, μετά τις δημοτικές εκλογές του 1986, κατά τις οποίες οι υποψήφιοι δήμαρχοι της Νέας Δημοκρατίας κέρδισαν μεγάλες πόλεις, το ΠΑΣΟΚ εγκατέλειψε την ιδέα μέχρι ότου ο Γεώργιος Α. Παπανδρέου πήρε τη δημόσια θέση που αναφέρθηκε προηγούμενα δυο μήνες μετά τις εκλογές.
Το δημοτικό ραδιόφωνο δεν ήταν νέα ιδέα στην Ελλάδα. Ιδιωτικοί, μη κερδοσκοπικοί σταθμοί, κάτω από την προστασία των τοπικών αρχών, ήταν σε λειτουργία σε τρεις πόλεις στις αρχές του 1960. Αυτοί οι σταθμοί (στην Αμαλιάδα, Ιεράπετρα και το Μεσσολόγι) επετράπη να λειτουργήσουν επειδή είχαν μεγάλη δημόσια υποστήριξη και επειδή συνεργάζονταν με την ΕΡΤ. Σε μια άλλη περίπτωση, μετά τη συγχώνευση της ΕΡΤ-1 με την ΥΕΝΕΔ το 1982, ο έλεγχος του πρώην ραδιοφωνικού σταθμού της ΥΕΝΕΔ στην Κοζάνη, ανελήφθη ουσιαστικά από τοπικές κοινωνικές ομάδες ενώ παρέμεινε στο δίκτυο της ΕΡΤ-2 (Πετροπούλου, 1986). Επιπλέον, το 1980, 65 δήμαρχοι πόλεων και πρόεδροι κοινοτήτων από όλη τη χώρα απαίτησαν από την ΕΡΤ να παρέχει σύντομο και τακτικό πρόγραμμα αφιερωμένο στην τοπική αυτοδιοίκηση. Τέτοιου είδους πρόγραμμα άρχισε στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ-1 το 1982.
Το επόμενο βήμα στην εξέλιξη του δημοτικού ραδιοφώνου έγινε το 1984, όταν η Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (ΚΕΔΚΕ) υπέβαλε πρόταση για την ίδρυση τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών. Ένας από τους αρχιτέκτονες αυτής της πρότασης ήταν ο υποψήφιος δήμαρχος της Αριστεράς για την δημαρχία της Αθήνας το 1986, Θεόδωρος Κατριβάνος, που δήλωσε ότι, αν εκλεγόταν, θα ίδρυε δημοτικό σταθμό. Ο υποψήφιος της Νέας Δημοκρατίας στις ίδιες εκλογές, και τελικός νικητής, Μιλτιάδης Έβερτ, υιοθέτησε αυτή την πρόταση, και έτσι η πίεση προς την κυβέρνηση έγινε εντονότερη.
Ακόμα και ύστερα από την ανακοίνωση του Πρωθυπουργού, ο νέος δήμαρχος της Αθήνας επέμεινε ότι αν η νομική υποδομή για την ελεύθερη ραδιοφωνία δεν είχε δημιουργηθεί μέχρι το τέλος του Μαρτίου 1987, θα προωθούσε τα σχέδιά του για την ίδρυση δημοτικού ραδιοφωνικού σταθμού, ακόμα κι αυτό σήμαινε παραβίαση του ισχύοντος νόμου. Η κυβέρνηση απάντησε ότι αν η νομική υποδομή δεν ήταν έτοιμη ως τότε, θα έβρισκε τρόπο να διευκολύνει τον δήμαρχο.
Παρ’ όλα αυτά, τα πολιτικά κόμματα δεν συμφώνησαν με τον τρόπο της ανατροπής του κρατικού ραδιοφωνικού μονοπωλίου. Στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ αναπτύχθηκαν διαφωνίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε η ανατροπή αυτή να επιτευχθεί. Πολλοί ήταν αυτοί μέσα στο κόμμα που ήθελαν απλά να νομιμοποιήσουν τους παραδοσιακούς ραδιοπειρατές/ερασιτέχνες, χωρίς όμως να τους επιτρέπουν να μεταδίδουν ειδήσεις. Κάποιοι άλλοι ήθελαν να επιτρέψουν τη λειτουργία των επαρχιακών (τοπικών) ραδιοφωνικών σταθμών υπό τον έλεγχο των νομαρχών, τους οποίους είχε διορίσει το κυβερνών κόμμα, και όχι υπό τον έλεγχο των εκλεγμένων τοπικών δημάρχων, πολλοί από τους οποίους είχαν διασυνδέσεις με την αντιπολίτευση. Αντίθετα, η Νέα Δημοκρατία τάχθηκε υπέρ της ιδιωτικής ραδιοφωνίας, ενώ ο Συνασπισμός της Αριστεράς ήταν αντίθετος όσον αφορά την ιδιωτική ραδιοφωνία, πιστεύοντας ότι θα οδηγούσε στον έλεγχο της ιδιωτικής ραδιοφωνίας- τηλεόρασης από ξένα συμφέροντα. Ο Συνασπισμός ήταν υπέρ των μη-κερδοσκοπικών ερασιτεχνικων ραδιοφωνικών σταθμών και πίστευε ότι η λύση του προβλήματος θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο εάν η κυβέρνηση επέτρεπε στα κρατικά μέσα ενημέρωσης να λειτουργήσουν πιο δημοκρατικά.
Στο μεταξύ, δημοτικές αρχές σε όλη την Ελλάδα άρχισαν να σχεδιάζουν να ιδρύσουν ραδιοφωνικούς σταθμούς, αλλά ο αθηναϊκός ήταν ο πρώτος που «βγήκε στον αέρα». Στις 31 Μαΐου 1987, ο δημοτικός σταθμός Αθήνα 98,4 FM άρχισε να εκπέμπει χωρίς άδεια, αρχικά λειτουργώντας 12 ώρες την ημέρα. Δύο μέρες νωρίτερα, η κυβέρνηση είχε εκδόσει υπουργική απόφαση (14631/22/2691/29-587) ΦΕΚ 267Β με την οποία επιτρεπόταν η ίδρυση δημοτικών ραδιοφωνικών σταθμών.
Τα εγκαίνια του Αθήνα 98,4 ήταν η πρώτη σημαντική πρόκληση στο κρατικό μονοπώλιο στην Ρ/Τ. Ο σταθμος είχε κοστίσει περίπου 100 εκατομμύρια δρχ. αρχικά παίρνοντας ως υπαλλήλους 85 άτομα, από τους οποίους οι περισσότεροι προσλήφθηκαν με σύμβαση ενός μηνός.
(Κανέλλη, 1987).
Ο Γιάννης Τζανετάκος, ένας δικηγόρος και πρώην αριστερός πρόεδρος της ΕΦΕΕ, προσλήφθηκε ως ο πρώτος διευθυντής του. Έκπληξη δημιούργησε το γεγονός ότι οι περισσότεροι από αυτούς που προσλήφθηκαν δεν ήσαν οπαδοί της ΝΔ και αυτό προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στις τάξεις της. Ήταν πολύ ασυνήθιστο για έναν πολιτικό να μη στελεχώνει μια κρατική επιχείρηση με μέλη του δικού του κόμματος.
Το πρόγραμμα του σταθμού ήταν κυρίως ζωντανό, περιελάμβανε μουσική, ειδήσεις, συζητήσεις και διαφημίσεις. Κατά την άποψη μερικών, εντούτοις, δεν είχαν αλλάξει πολλά πράγματα πολιτικά. Ο σταθμός ήταν ένα ακόμη παράδειγμα αυταρχικής διαχείρισης, εκτός του ότι αυτή τη φορά ήταν σε τοπικό επίπεδο. Η εντύπωση αυτή ενισχύθηκε από την απουσία της δημοτικής αντιπολίτευσης κατά τα εγκαίνια του σταθμού. Αν και διέθετε επιτροπή δεοντολογίας, συγκροτημένη από δημοσιογράφους με διαφορετικές πολιτικές τοποθετήσεις, η επιτροπή αυτή αντιμετωπιζόταν από πολλούς ως μια κίνηση καλής θέλησης από το δήμαρχο και όχι ως κάτι που επρόκειτο να διαρκέσει.
Ο δεύτερος δημοτικός σταθμος, το Κανάλι 1, βγήκε στον αέρα στις 26 Ιουνίου 1987, στον Πειραιά, από τον προσκείμενο στη ΝΔ δήμαρχο της πόλης Ανδρέα Ανδριανόπουλο. Αυτός ο σταθμος είχε περισσότερο τοπικό προσανατολισμό απ’ ό,τι ο σταθμός της Αθήνας, και πολλοί από τους υπαλλήλους του θεωρούσαν ότι ο «Αθήνα 98,4» έμοιαζε πολύ με το κρατικό ραδιόφωνο.
Ακολούθησε ο σταθμός FM-100 στην Θεσσαλονίκη, τον Σεπτέμβριο του 1987, με πρωτοβουλία του δημάρχου Σωτ. Κούβελα. Σύντομα η ΚΕΔΚΕ πρότεινε να ιδρυθούν οι τοπικοί σταθμοί ως δημόσιες επιχειρήσεις στις περισσότερες ελληνικές επαρχίες και να λειτουργούν με ευθύνη των δημοτικών και κοινοτικών αρχών της περιοχής.
(Λιοναράκης, 1988, σελ. 139).
(Κούνδουρος, 1987).
Αυτό όμως που έδωσε ώθηση στην υπόθεση της ελεύθερης ελληνικής ραδιοφωνίας ήταν η πίεση από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία διεκδικούσαν ένα κομμάτι από τα ερτζιανά κύματα. Πολλοί πολιτικοί απλώς ήθελαν να ακουστούν οι φωνές τους, αφού το κρατικό ραδιόφωνο ήταν πρωτίστως η φωνή του κόμματος που βρισκόταν στην εξουσία. Κατά τη διάρκεια των δημοτικών εκλογών του 1986, έξι υποψήφιοι δήμαρχοι για τις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας, προερχόμενοι κυρίως από τη ΝΔ που βρισκόταν τότε στην αντιπολίτευση, έκαναν το αίτημα για ελεύθερη ραδιοφωνία στοιχείο του πολιτικού τους προγράμματος. Τα αιτήματά τους δεν αφορούσαν τόσο την υποστήριξη των δικαιωμάτων αυτών που εξέπεμπαν ερασιτεχνικά στο ραδιόφωνο αλλά το να επιτύχουν κατάργηση του κυβερνητικού μονοπωλίου στα ερτζιανά, ιδιαίτερα για τα προγράμματα ειδήσεων και ενημέρωσης. Η νίκη, στις τρεις μεγαλύτερες πόλεις της Ελλάδας, των υποψηφίων της ΝΔ, που είχαν υποσχεθεί να ιδρύσουν ραδιοφωνικούς σταθμούς, ανάγκασαν την κυβέρνηση να δραστηριοποιηθεί.
Τον Νοέμβριο του 1986 ο γιος του Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου, Γεώργιος Α. Παπανδρέου, υφυπουργός Πολιτισμού, τοποθετήθηκε υπέρ της ελεύθερης ραδιοφωνίας, την οποία ερμήνευσε σαν άνοιγμα των συχνοτήτων στους νέους ανθρώπους, σε ραδιοερασιτέχνες, και σε νεολαίες πολιτικών κομμάτων. Δήλωσε ότι «οι συνθήκες για να επιτραπεί στη χώρα μας η ελεύθερη ραδιοφωνία είναι ώριμες, όσο ποτέ άλλοτε».
(Τόλιος, 1986, σελ. 25).
Ακόμα ανέφερε ότι η ελεύθερη ραδιοφωνία πρέπει να ξεκινήσει με τη νομιμοποίηση των ερασιτεχνικών ραδιοφωνικών σταθμών, αλλά ότι θα μπορούσε να επιτραπούν και δημοτικοί ραδιοσταθμοί, ακόμη και πολιτικοί σταθμοί. Αυτή η ανακοίνωση, δημιούργησε αντιθέσεις στο κυβερνών ΠΑΣΟΚ, διότι ορισμένα ηγετικά στελέχη του δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν τον έλεγχο των ερτζιανών. Η αντιπαράθεση αυτή έληξε τον Δεκέμβριο του 1986, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την υποστήριξή του προς την ιδέα να δημιουργηθεί Κοινοβουλευτική Επιτροπή που να μελετήσει το θέμα και να υποβάλλει προτάσεις για τα «όρια της ελεύθερης ραδιοφωνίας». Ερμήνευσε την ελεύθερη ραδιοφωνία ως: «κάθε πολίτης θα έχει δικαίωμα να διαμορφώσει σταθμό τοπικής εμβέλειας».
(Φάτσης, 1986).
Η ιδέα κατάργησης του κρατικού μονοπώλιου στο ραδιόφωνο είχε έρθει στο προσκήνιο το 1982 και το 1985, όταν ορισμένοι μέσα στο ΠΑΣΟΚ πρότειναν να υπάρξει νόμος που να επιτρέπει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης να ιδρύουν δημοτικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς. Την περίοδο αυτή μέλη του ΠΑΣΟΚ είχαν τον έλεγχο της τοπικής αυτοδιοίκησης στις περισσότερες μεγάλες πόλεις. Εντούτοις, μετά τις δημοτικές εκλογές του 1986, κατά τις οποίες οι υποψήφιοι δήμαρχοι της Νέας Δημοκρατίας κέρδισαν μεγάλες πόλεις, το ΠΑΣΟΚ εγκατέλειψε την ιδέα μέχρι ότου ο Γεώργιος Α. Παπανδρέου πήρε τη δημόσια θέση που αναφέρθηκε προηγούμενα δυο μήνες μετά τις εκλογές.
Το δημοτικό ραδιόφωνο δεν ήταν νέα ιδέα στην Ελλάδα. Ιδιωτικοί, μη κερδοσκοπικοί σταθμοί, κάτω από την προστασία των τοπικών αρχών, ήταν σε λειτουργία σε τρεις πόλεις στις αρχές του 1960. Αυτοί οι σταθμοί (στην Αμαλιάδα, Ιεράπετρα και το Μεσσολόγι) επετράπη να λειτουργήσουν επειδή είχαν μεγάλη δημόσια υποστήριξη και επειδή συνεργάζονταν με την ΕΡΤ. Σε μια άλλη περίπτωση, μετά τη συγχώνευση της ΕΡΤ-1 με την ΥΕΝΕΔ το 1982, ο έλεγχος του πρώην ραδιοφωνικού σταθμού της ΥΕΝΕΔ στην Κοζάνη, ανελήφθη ουσιαστικά από τοπικές κοινωνικές ομάδες ενώ παρέμεινε στο δίκτυο της ΕΡΤ-2 (Πετροπούλου, 1986). Επιπλέον, το 1980, 65 δήμαρχοι πόλεων και πρόεδροι κοινοτήτων από όλη τη χώρα απαίτησαν από την ΕΡΤ να παρέχει σύντομο και τακτικό πρόγραμμα αφιερωμένο στην τοπική αυτοδιοίκηση. Τέτοιου είδους πρόγραμμα άρχισε στο ραδιόφωνο της ΕΡΤ-1 το 1982.
Το επόμενο βήμα στην εξέλιξη του δημοτικού ραδιοφώνου έγινε το 1984, όταν η Κεντρική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Ελλάδος (ΚΕΔΚΕ) υπέβαλε πρόταση για την ίδρυση τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών. Ένας από τους αρχιτέκτονες αυτής της πρότασης ήταν ο υποψήφιος δήμαρχος της Αριστεράς για την δημαρχία της Αθήνας το 1986, Θεόδωρος Κατριβάνος, που δήλωσε ότι, αν εκλεγόταν, θα ίδρυε δημοτικό σταθμό. Ο υποψήφιος της Νέας Δημοκρατίας στις ίδιες εκλογές, και τελικός νικητής, Μιλτιάδης Έβερτ, υιοθέτησε αυτή την πρόταση, και έτσι η πίεση προς την κυβέρνηση έγινε εντονότερη.
Ακόμα και ύστερα από την ανακοίνωση του Πρωθυπουργού, ο νέος δήμαρχος της Αθήνας επέμεινε ότι αν η νομική υποδομή για την ελεύθερη ραδιοφωνία δεν είχε δημιουργηθεί μέχρι το τέλος του Μαρτίου 1987, θα προωθούσε τα σχέδιά του για την ίδρυση δημοτικού ραδιοφωνικού σταθμού, ακόμα κι αυτό σήμαινε παραβίαση του ισχύοντος νόμου. Η κυβέρνηση απάντησε ότι αν η νομική υποδομή δεν ήταν έτοιμη ως τότε, θα έβρισκε τρόπο να διευκολύνει τον δήμαρχο.
Παρ’ όλα αυτά, τα πολιτικά κόμματα δεν συμφώνησαν με τον τρόπο της ανατροπής του κρατικού ραδιοφωνικού μονοπωλίου. Στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ αναπτύχθηκαν διαφωνίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε η ανατροπή αυτή να επιτευχθεί. Πολλοί ήταν αυτοί μέσα στο κόμμα που ήθελαν απλά να νομιμοποιήσουν τους παραδοσιακούς ραδιοπειρατές/ερασιτέχνες, χωρίς όμως να τους επιτρέπουν να μεταδίδουν ειδήσεις. Κάποιοι άλλοι ήθελαν να επιτρέψουν τη λειτουργία των επαρχιακών (τοπικών) ραδιοφωνικών σταθμών υπό τον έλεγχο των νομαρχών, τους οποίους είχε διορίσει το κυβερνών κόμμα, και όχι υπό τον έλεγχο των εκλεγμένων τοπικών δημάρχων, πολλοί από τους οποίους είχαν διασυνδέσεις με την αντιπολίτευση. Αντίθετα, η Νέα Δημοκρατία τάχθηκε υπέρ της ιδιωτικής ραδιοφωνίας, ενώ ο Συνασπισμός της Αριστεράς ήταν αντίθετος όσον αφορά την ιδιωτική ραδιοφωνία, πιστεύοντας ότι θα οδηγούσε στον έλεγχο της ιδιωτικής ραδιοφωνίας- τηλεόρασης από ξένα συμφέροντα. Ο Συνασπισμός ήταν υπέρ των μη-κερδοσκοπικών ερασιτεχνικων ραδιοφωνικών σταθμών και πίστευε ότι η λύση του προβλήματος θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνο εάν η κυβέρνηση επέτρεπε στα κρατικά μέσα ενημέρωσης να λειτουργήσουν πιο δημοκρατικά.
Στο μεταξύ, δημοτικές αρχές σε όλη την Ελλάδα άρχισαν να σχεδιάζουν να ιδρύσουν ραδιοφωνικούς σταθμούς, αλλά ο αθηναϊκός ήταν ο πρώτος που «βγήκε στον αέρα». Στις 31 Μαΐου 1987, ο δημοτικός σταθμός Αθήνα 98,4 FM άρχισε να εκπέμπει χωρίς άδεια, αρχικά λειτουργώντας 12 ώρες την ημέρα. Δύο μέρες νωρίτερα, η κυβέρνηση είχε εκδόσει υπουργική απόφαση (14631/22/2691/29-587) ΦΕΚ 267Β με την οποία επιτρεπόταν η ίδρυση δημοτικών ραδιοφωνικών σταθμών.
Τα εγκαίνια του Αθήνα 98,4 ήταν η πρώτη σημαντική πρόκληση στο κρατικό μονοπώλιο στην Ρ/Τ. Ο σταθμος είχε κοστίσει περίπου 100 εκατομμύρια δρχ. αρχικά παίρνοντας ως υπαλλήλους 85 άτομα, από τους οποίους οι περισσότεροι προσλήφθηκαν με σύμβαση ενός μηνός.
(Κανέλλη, 1987).
Ο Γιάννης Τζανετάκος, ένας δικηγόρος και πρώην αριστερός πρόεδρος της ΕΦΕΕ, προσλήφθηκε ως ο πρώτος διευθυντής του. Έκπληξη δημιούργησε το γεγονός ότι οι περισσότεροι από αυτούς που προσλήφθηκαν δεν ήσαν οπαδοί της ΝΔ και αυτό προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια στις τάξεις της. Ήταν πολύ ασυνήθιστο για έναν πολιτικό να μη στελεχώνει μια κρατική επιχείρηση με μέλη του δικού του κόμματος.
Το πρόγραμμα του σταθμού ήταν κυρίως ζωντανό, περιελάμβανε μουσική, ειδήσεις, συζητήσεις και διαφημίσεις. Κατά την άποψη μερικών, εντούτοις, δεν είχαν αλλάξει πολλά πράγματα πολιτικά. Ο σταθμός ήταν ένα ακόμη παράδειγμα αυταρχικής διαχείρισης, εκτός του ότι αυτή τη φορά ήταν σε τοπικό επίπεδο. Η εντύπωση αυτή ενισχύθηκε από την απουσία της δημοτικής αντιπολίτευσης κατά τα εγκαίνια του σταθμού. Αν και διέθετε επιτροπή δεοντολογίας, συγκροτημένη από δημοσιογράφους με διαφορετικές πολιτικές τοποθετήσεις, η επιτροπή αυτή αντιμετωπιζόταν από πολλούς ως μια κίνηση καλής θέλησης από το δήμαρχο και όχι ως κάτι που επρόκειτο να διαρκέσει.
Ο δεύτερος δημοτικός σταθμος, το Κανάλι 1, βγήκε στον αέρα στις 26 Ιουνίου 1987, στον Πειραιά, από τον προσκείμενο στη ΝΔ δήμαρχο της πόλης Ανδρέα Ανδριανόπουλο. Αυτός ο σταθμος είχε περισσότερο τοπικό προσανατολισμό απ’ ό,τι ο σταθμός της Αθήνας, και πολλοί από τους υπαλλήλους του θεωρούσαν ότι ο «Αθήνα 98,4» έμοιαζε πολύ με το κρατικό ραδιόφωνο.
Ακολούθησε ο σταθμός FM-100 στην Θεσσαλονίκη, τον Σεπτέμβριο του 1987, με πρωτοβουλία του δημάρχου Σωτ. Κούβελα. Σύντομα η ΚΕΔΚΕ πρότεινε να ιδρυθούν οι τοπικοί σταθμοί ως δημόσιες επιχειρήσεις στις περισσότερες ελληνικές επαρχίες και να λειτουργούν με ευθύνη των δημοτικών και κοινοτικών αρχών της περιοχής.
(Λιοναράκης, 1988, σελ. 139).
Η εργασία της ίδρυσης τέτοιων επαρχιακών σταθμών θα γινόταν από την Ελληνική Εταιρεία Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης (ΕΕΤΑΑ), η οποία άρχισε να εκπαιδεύει στελέχη για τους προτεινόμενους σταθμούς. Ο πρώτος τέτοιος άρχισε να λειτουργεί τον Ιούλιο του 1990, στο Αγρίνιο. Ο Ραδιοφωνικός Σταθμός Νομού Αιτωλοακαρνανίας, όπως λεγόταν ήταν μικτή επιχείρηση διαφόρων δημοτικών αρχών και ιδιωτικών συμφερόντων.
(Ρουμελιώτης, 1990, Ιούλιος).
Στο μεταξύ, δημοτικές αρχές σε όλη τη χώρα πειραματίζονταν με ραδιοφωνικές εκπομπές. Πριν από το τέλος του 1987 η πρώτη συλλογική προσπάθεια προήλθε από δέκα δήμους Δυτικής Αττικής, που ίδρυσαν τον «Δίαυλο 10». Μέχρι τον Μάρτιο 1989 υπήρχαν 13 δημοτικοί σταθμοί σε όλη τη χώρα και ο αριθμός τους συνέχιζε να αυξάνεται με γρήγορο ρυθμό.
Στο μεταξύ, αν και το ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε να καταργήσει το κρατικό μονοπώλιο στην Ρ/Τ, ήταν αποφασισμένο να κρατήσει τους νέους σταθμούς υπό έλεγχο. Η κυβέρνηση συχνά δοκίμασε να κρατήσει τους δημάρχους μέσα στο πλαίσιο του νόμου με το να προσπαθεί, σε ορισμένες περιπτώσεις χωρίς επιτυχία, να καταστρέψει τις παράνομες κεραίες των δημοτικών σταθμών στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Οι δήμαρχοι αντεπιτέθηκαν, με οπαδούς του κόμματος να φρουρούν τις κεραίες.
Εντούτοις, τα πρώτα δείγματα του δημοτικού ραδιοφώνου δεν ήταν αυτό που μερικοί πρόβλεπαν για την ελεύθερη ραδιοφωνία. Όπως ο αρθρογράφος Πέτρος Ευθυμίου (1987) ανέφερε, «Η ελεύθερη ραδιοφωνία είναι μια ευκαιρία για να αλλάξουν συνολικά οι νοοτροπίες και πρακτικές μας», αλλά δυστυχώς, το δημοτικό ραδιόφωνο απλώς διαιώνιζε την παλιά νοοτροπία. Ήταν το ραδιόφωνο των πολιτικών και όχι του κοινού. ούτε αμερόληπτο ραδιόφωνο ήταν. Ακόμη και οι διευθυντές των δύο πρώτων δημοτικών σταθμών είχαν αμφιβολίες για το δημοτικό ραδιόφωνο. Ο Γ. Τζανετάκος είχε δηλώσει ότι η ελεύθερη ραδιοφωνία έπρεπε να είναι κάτι περισσότερο από δημοτικο ραδιόφωνο, ενώ ο διευθυντής του σταθμού «Κανάλι 1» του Πειραιά Α. Βέλιος δήλωσε ότι δεν πίστευε στο δημοτικό ραδιόφωνο, επειδή οι άνθρωποι δεν θέλουν να ακούν για τα μικροπροβλήματα συνοικιών.
(Παπασπύρου 1987, σελ. 69).
Στο αρχικό στάδιο της ελεύθερης ραδιοφωνίας παρουσιάστηκαν πολλά προβλήματα, ανάμεσα στα οποία ήταν τόσο η απειρία των εκφωνητών, όσο και οι διάφορες ερωτήσεις όσον αφορά το ρόλο και την ταυτότητα της ελεύθερης ραδιοφωνίας. Μερικές απ’ αυτές τις ερωτήσεις ήσαν οι εξής: Θα ’πρεπε άραγε να υπάρχουν οι ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί; Τι θα γίνει με τους ερασιτεχνικούς σταθμούς; Μπορούν οι μη-κρατικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί να μεταδίδουν ειδήσεις; Και αν ναι, κάτω από ποιες συνθήκες; Από πού προέρχονταν τα χρήματα που ξοδεύονταν για τη συντήρηση αυτών των σταθμών; Και τελικά, ποια επρόκειτο να είναι η πολιτική γραμμή αυτών των σταθμών, λαμβάνοντας υπόψη οτι οι πολιτικοί έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην ίδρυσή τους;
Ο νέος νόμος για τη Ραδιοτηλεόραση (Ρ/Τ), (νόμος 1730/1987 διατηρούσε το μονοπώλιο της ΕΡΤ αλλά το άρθρο 2, παράγραφος 4 αυτού του νόμου ανέφερε ότι ο Υπουργός Προεδρίας της Κυβέρνησης μπορούσε να εκχωρήσει άδειες ίδρυσης και λειτουργίας ραδιοφωνικών σταθμών (FM) τοπικής εμβέλειας. Άδειες μπορούσαν να λάβουν ιδιώτες, εταιρείες ή τοπικές αρχές, αλλά κανείς δεν εδικαιούτο περισσότερες από μία άδεια και δεν επιτρεπόντουσαν ιδιωτικά ραδιοφωνικά δίκτυα ή αλυσίδες.
Ο νόμος προέβλεπε τη σύσταση επιτροπής, αρμόδιας για τις διαδικασίες για τις άδειες. Την Επιτροπή για την Τοπική Ραδιοφωνία συγκροτούσαν οι εξής: Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και δυο καθηγητές πανεπιστημίου, όλοι διορισμένοι για τρία χρόνια.
Ο νόμος προέβλεπε τη σύσταση επιτροπής, αρμόδιας για τις διαδικασίες για τις άδειες. Την Επιτροπή για την Τοπική Ραδιοφωνία συγκροτούσαν οι εξής: Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας, ο πρόεδρος του Αρείου Πάγου, ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ και δυο καθηγητές πανεπιστημίου, όλοι διορισμένοι για τρία χρόνια.
Ο νόμος αυτός άφησε πολλές ρυθμίσεις και λεπτομέρειες για αργότερα. Αυτές ήλθαν με το Προεδρικό Διάταγμα 25/1988. Το Διάταγμα επέτρεψε την ίδρυση ραδιοφωνικών σταθμών στα FM, μεταξύ 87.5 και 107.7 Μεγακύκλους (MHZ), μόνο μετά από άδεια.
Οι δημοτικοί σταθμοί έπρεπε να επιβλέπονται από ΔΣ στο οποίο θα μετείχαν όλες οι παρατάξεις που εκπροσωπούνταν στο δημοτικό συμβούλιο της πόλης. Το διάταγμα επίσης καθιέρωνε τις τεχνικές προδιαγραφές των σταθμών και έθετε ανώτερα όρια στον διαφημιστικό χρόνο. Κατά προτεραιότητα θα έπαιρναν άδειες διάρκειας δυο ετών που μπορούσαν να ανανεωθούν, τοπικές αρχές, εκδοτικά συγκροτήματα και ραδιοερασιτέχνες. Αυτή από τις ρυθμίσεις του ΠΔ που αμφισβητήθηκε εντονότερα ήταν εκείνη που προέβλεπε την ύπαρξη «Επιτροπών Δεοντολογίας» για κάθε σταθμό που θα το αποτελούσαν κυρίως δημοσιογράφοι (Άρθρο 15).
Οι παραπάνω περιορισμοί αντανακλούσαν την αβεβαιότητα των πολιτικών απέναντι σε μια πλήρως ελεύθερη ραδιοφωνία. Το ΠΑΣΟΚ γενικά θεωρούσε ότι όλοι οι νέοι σταθμοί ήταν πολιτικά αντίθετοί του. Η ΝΔ δεν υποστήριζε άνευ όρων την «ελεύθερη ραδιοφωνία» αλλά μόνο στις περιπτώσεις που την ευνοούσε κομματικά ή ενοχλούσε την κυβέρνηση. Για παράδειγμα, ακόμη και μερικά μέλη της δεν ήθελαν να εκπέμπουν οι ιδιωτικοί στάθμοί ειδήσεις. Η Αριστερά, τέλος, από τη μια μεριά ήταν αντίθετη στην ιδιωτική Ρ/Τ, ενώ από την άλλη, την έβλεπε σαν τον μόνο πιθανό τρόπο για τον εκδημοκρατισμό των μέσων.
Οι περισσότεροι από αυτούς που εξέπεμπαν ήταν αντίθετοι με το προεδρικό διάταγμα, άλλοι επειδή επέβαλε όρια στην κάλυψη των ειδήσεων, και άλλοι επειδή δεν ήθελαν καθόλου περιορισμούς. Ακόμη, ενώ μερικοί δήλωναν ότι τα πρότυπα που επέβαλε το ΠΔ στους τοπικούς σταθμούς ήταν πιο σκληρά από εκείνα που ίσχυαν για το κρατικό ραδιόφωνο όσον αφορά τις ειδήσεις και τα πολιτικά ρεπορτάζ, άλλοι ήταν αντίθετοι επειδή πίεζε τους δημοτικούς σταθμούς να λάβουν υπόψη όλα τα κόμματα που αντιπροσωπεύονταν στα δημοτικά συμβούλια.
Υπήρχαν επίσης επικρίσεις για τις νέες κατευθυντήριες γραμμές για την κάλυψη των προεκλογικών εκστρατειών, οι οποίες θεωρούνταν ότι δεν επέτρεπαν τον αληθινό δημοκρατικό διάλογο. Τέλος, αντικείμενο επικρίσεων αποτελούσε και η πρόβλεψη για τη δημιουργία Επιτροπών Δεοντολογίας από δημοσιογράφους, αφ’ ενός επειδή στις εφημερίδες δεν υπήρχε αντίστοιχος θεσμός και αφ’ ετέρου επειδή έτσι αποκλείονταν άλλοι ειδικοί των μέσων.
Οι παραπάνω περιορισμοί αντανακλούσαν την αβεβαιότητα των πολιτικών απέναντι σε μια πλήρως ελεύθερη ραδιοφωνία. Το ΠΑΣΟΚ γενικά θεωρούσε ότι όλοι οι νέοι σταθμοί ήταν πολιτικά αντίθετοί του. Η ΝΔ δεν υποστήριζε άνευ όρων την «ελεύθερη ραδιοφωνία» αλλά μόνο στις περιπτώσεις που την ευνοούσε κομματικά ή ενοχλούσε την κυβέρνηση. Για παράδειγμα, ακόμη και μερικά μέλη της δεν ήθελαν να εκπέμπουν οι ιδιωτικοί στάθμοί ειδήσεις. Η Αριστερά, τέλος, από τη μια μεριά ήταν αντίθετη στην ιδιωτική Ρ/Τ, ενώ από την άλλη, την έβλεπε σαν τον μόνο πιθανό τρόπο για τον εκδημοκρατισμό των μέσων.
Οι περισσότεροι από αυτούς που εξέπεμπαν ήταν αντίθετοι με το προεδρικό διάταγμα, άλλοι επειδή επέβαλε όρια στην κάλυψη των ειδήσεων, και άλλοι επειδή δεν ήθελαν καθόλου περιορισμούς. Ακόμη, ενώ μερικοί δήλωναν ότι τα πρότυπα που επέβαλε το ΠΔ στους τοπικούς σταθμούς ήταν πιο σκληρά από εκείνα που ίσχυαν για το κρατικό ραδιόφωνο όσον αφορά τις ειδήσεις και τα πολιτικά ρεπορτάζ, άλλοι ήταν αντίθετοι επειδή πίεζε τους δημοτικούς σταθμούς να λάβουν υπόψη όλα τα κόμματα που αντιπροσωπεύονταν στα δημοτικά συμβούλια.
Υπήρχαν επίσης επικρίσεις για τις νέες κατευθυντήριες γραμμές για την κάλυψη των προεκλογικών εκστρατειών, οι οποίες θεωρούνταν ότι δεν επέτρεπαν τον αληθινό δημοκρατικό διάλογο. Τέλος, αντικείμενο επικρίσεων αποτελούσε και η πρόβλεψη για τη δημιουργία Επιτροπών Δεοντολογίας από δημοσιογράφους, αφ’ ενός επειδή στις εφημερίδες δεν υπήρχε αντίστοιχος θεσμός και αφ’ ετέρου επειδή έτσι αποκλείονταν άλλοι ειδικοί των μέσων.
Ένα σημαντικό πρόβλημα με τον νόμο και τα διατάγματα ήταν το τι άφηναν απ’ έξω. Ασχολούνταν με τις πολιτικές εκπομπές, που ενδιέφεραν το κόμμα που ήταν στην εξουσία, αλλά δεν ρύθμιζαν κρίσιμα προβλήματα, όπως ο αριθμός συχνοτήτων που ήταν διαθεσιμος. Άλλωστε, και η Κοινοβουλευτική Επιτροπή που συστήθηκε για να καθορίσει τα κριτήρια για την ιδιωτική ραδιοφωνία δεν έκανε τίποτα περισσότερο από το να συζητήσει το θέμα.
Παρ’ όλα αυτά, οι πρώτες άδειες για ραδιοφωνικούς σταθμούς εκδόθηκαν τον Μάιο του 1988. Επρόκειτο για 29 άδειες και τις περισσότερες τις πήραν εκδότες και δημοτικές αρχές. Η επιτροπή δεν ανακοίνωσε ποτέ τα κριτήρια με τα οποία κατένειμαν αυτές τις άδειες και δεν παρεχώρησε μαζί με τις άδειες συγκεκριμένες συχνότητες. Έτσι, όταν ο πρώτος ιδιωτικός σταθμός, ο TOP FM του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, βγήκε στον αέρα τον Μάιο του 1988, έγινε ξεκάθαρο ότι οι ραδιοερασιτέχνες δεν ωφελούνταν. Πάντως, μερικοί πρώην πειρατές βρήκαν εργασία ως παραγωγοί προγράμματος σε δημοτικούς και ιδιωτικούς σταθμούς.
Παρ’ όλα αυτά, οι πρώτες άδειες για ραδιοφωνικούς σταθμούς εκδόθηκαν τον Μάιο του 1988. Επρόκειτο για 29 άδειες και τις περισσότερες τις πήραν εκδότες και δημοτικές αρχές. Η επιτροπή δεν ανακοίνωσε ποτέ τα κριτήρια με τα οποία κατένειμαν αυτές τις άδειες και δεν παρεχώρησε μαζί με τις άδειες συγκεκριμένες συχνότητες. Έτσι, όταν ο πρώτος ιδιωτικός σταθμός, ο TOP FM του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, βγήκε στον αέρα τον Μάιο του 1988, έγινε ξεκάθαρο ότι οι ραδιοερασιτέχνες δεν ωφελούνταν. Πάντως, μερικοί πρώην πειρατές βρήκαν εργασία ως παραγωγοί προγράμματος σε δημοτικούς και ιδιωτικούς σταθμούς.
Πολλοί που εξέπεμπαν στην Αθήνα συνέχισαν την πειρατεία στα ραδιοφωνικά κύματα και αντιμετώπισαν δυσκολίες με τον νόμο. Οι επαρχιακοί πειρατές είχαν καλύτερη μεταχείριση: πολλοί από αυτούς πήραν άδειες, και κατέκτησαν το 40% του επαρχιακού ακροατηρίου, αφήνοντας 60% για το κρατικό ραδιόφωνο .
(Ρουμελιώτης 1988, 17 Οκτωβρίου).
Εκτός από τους παραδοσιακούς πειρατές, και άλλοι ιδιώτες ή εταιρείες εξέπεμπαν χωρίς άδεια.
Αυτές οι νέες συνθήκες προκάλεσαν πραγματική έκρηξη νέων σταθμών. Πολλοί απ’ αυτούς στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη άρχισαν να λειτουργούν 24 ώρες σε μόνιμη βάση, με αποτέλεσμα την ένταση του ανταγωνισμού για ακροατήριο και για προσωπικό ραδιοφώνου. Μέχρι το τέλος του 1988 υπήρχαν 22 ραδιοφωνικοί σταθμοί με άδεια στην Θεσσαλονίκη, πέρα από τα τέσσερα προγράμματα της ΕΡΑ, και πιθανότατα μέχρι και 100 πειρατικοί που μοιράζονταν τα ραδιοφωνικά κύματα.
(Ρουμελιώτης 1988, 17 Οκτωβρίου).
Εκτός από τους παραδοσιακούς πειρατές, και άλλοι ιδιώτες ή εταιρείες εξέπεμπαν χωρίς άδεια.
Αυτές οι νέες συνθήκες προκάλεσαν πραγματική έκρηξη νέων σταθμών. Πολλοί απ’ αυτούς στην Αθήνα και την Θεσσαλονίκη άρχισαν να λειτουργούν 24 ώρες σε μόνιμη βάση, με αποτέλεσμα την ένταση του ανταγωνισμού για ακροατήριο και για προσωπικό ραδιοφώνου. Μέχρι το τέλος του 1988 υπήρχαν 22 ραδιοφωνικοί σταθμοί με άδεια στην Θεσσαλονίκη, πέρα από τα τέσσερα προγράμματα της ΕΡΑ, και πιθανότατα μέχρι και 100 πειρατικοί που μοιράζονταν τα ραδιοφωνικά κύματα.
Στην Αθήνα, την ίδια εποχή, υπήρχαν 52 σταθμοί με κανονικές άδειες ή σταθμοί που είχαν υποβάλλει αίτηση για άδεια και μέχρι και 20 σταθμοί χωρίς άδεια, στους οποίους πρέπει να προσθέσουμε και άλλους 60 που περίμεναν να πάρουν τις συχνότητες που απέμειναν. Με ένα άλλο σύνολο αιτήσεων αδειών που έγιναν δεκτές στις αρχές του 1989, τελικά περισσότερες από 200 άδειες είχαν παραχωρηθεί σε όλη τη χώρα. Εντούτοις, ήταν δύσκολο να γνωρίζει κανείς τον ακριβή αριθμό των σταθμών που λειτουργούσαν, καθώς μερικοί λειτουργούσαν χωρίς άδεια, ενώ άλλοι με άδεια δεν είχαν ακόμη αρχίσει να εκπέμπουν. Τον Μάιο του 1989 η Επιτροπή για την Τοπική Ραδιοφωνία παραχώρησε 22 ακόμη άδειες αλλά κατένειμε μόνο 16 συχνότητες και διέταξε κάποιους σταθμούς να μοιραστούν συχνότητες.
Γενικά, δημιουργήθηκαν πλήθος προβλήματα. Υπήρχαν πειρατικοί σταθμοί που χρησιμοποιούσαν συχνότητες που ανήκαν σε σταθμούς με άδειες. σταθμοί που εξέπεμπαν με μεγαλύτερη ισχύ απ’ ότι επιτρεπόταν. σταθμοί που κατασκεύαζαν πομπούς σε μέρη που δεν είχαν δικαίωμα. και δήμαρχοι που είχαν θέση σε λειτουργία περισσότερους από ένα σταθμούς, χωρίς άδεια. Για παράδειγμα, εκτός από τον FM-100, ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης, Σωτήρης Κούβελας, κατασκεύασε δύο ακόμα σταθμούς στην ίδια πόλη, τον FM-101, έναν σταθμό προσανατολισμένο στη νεολαία που έπαιζε κυρίως ξένη μουσική, και τον FM-100,5, πολιτιστικό σταθμό.
Υπό την πίεση αυτών των προβλημάτων, πολλοί ιδιοκτήτες σταθμών το 1989 ίδρυσαν τη Διαρκή Επιτροπή Τοπικών Ραδιοσταθμών (ΔΕΤΟΡΣ). Αλλά οι ιδιοκτήτες δεν είχαν συνοχή, καθώς ανήκαν σε διαφορετικά πολιτικά στρατόπεδα. Γιατί βέβαια, από τα μεγαλύτερα προβλήματα της «ελεύθερης ραδιοφωνίας» ήσαν τα πολιτικά. Αν και οι μεγάλοι δημοτικοί σταθμοί επέτρεπαν να ακουστούν όλα τα κόμματα (γεγονός για το οποίο μερικοί δήμαρχοι είχαν επικριθεί από τα δικά τους κόμματα ως μη αρκετά κομματικοί), οι περισσότεροι δημοτικοί σταθμοί ήταν κάτω από τον άμεσο έλεγχο του δημάρχου. Πάντως οι ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί έτειναν να θέτουν σε υγιέστερη βάση τη συζήτηση των πολιτικών θεμάτων με τις ειδήσεις τους και τα προγράμματα δημοσίων υποθέσεων, ιδιαίτερα με συνεντεύξεις, οι οποίες συχνά αποτελούσαν ειδήσεις από μόνες τους, δημιουργώντας ένα φόρουμ για πολιτικά πρόσωπα και διαμορφωτές της κοινής γνώμης.
Μπρος σε αυτή τη νέα κατάσταση, το κρατικό ραδιόφωνο δεν έμεινε ανεπηρέαστο. Στην Θεσσαλονίκη, όπου ο FM-100, έφτασε να συγκεντρώνει το 50% του ακροατηρίου, η ΕΡΤ δημιούργησε έναν νέο ραδιοφωνικό σταθμό, τον 102 FM Stereo, με στοιχεία ελεύθερης ραδιοφωνίας, με μεγαλύτερη έμφαση στην ελληνική μουσική. Ακομα αύξησε το ποσοστό του «ζωντανού προγράμματος», το οποίο αρχικά είχε μέσο όρο λιγότερο από 25%, ενώ το Τέταρτο Πρόγραμμα ολοκληρωτικά άλλαξε τη φόρμουλά του στοχεύοντας σε νεότερο κοινό. Μια από τις νεωτερικές αλλαγές ήταν να ανοίξει τα ραδιοφωνικά κύματα του σε ραδιοπειρατές για μια ώρα κάθε νύχτα. Οι σταθμοί της ΕΡΑ μείωσαν επίσης το ποσοστό της ελληνικής λαϊκής και παραδοσιακής μουσικής με σκοπό να εμπλουτίσουν το πρόγραμμά τους με τον αγγλο-αμερικάνικο ήχο των ιδιωτικών σταθμών. Επιπλέον, η ΕΡΤ ίδρυσε έναν νέο περιφερειακό FM σταθμό, τον «Ράδιο Αιγαίο», στην Λέσβο. Την ίδια περίοδο, πολλοί κρατικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί που είχαν εκπέμψει για χρόνια στα ΑΜ άρχισαν να εκπέμπουν επίσης στα FM.
Εντούτοις, οικονομικά προβλήματα άρχισαν να εμφανίζονται στους νέους σταθμούς. Αν και ο Αθήνα 98,4 είχε καταφέρει να έχει κέρδος 105 εκατομμυρίων δραχμών μέσα στους πρώτους επτά μήνες της λειτουργίας του, όντας ο πιο δημοφιλής σταθμος στην Αθήνα, συνάμα υπήρχαν τόσοι πολλοί νέοι σταθμοί που η ραδιοφωνική διαφημιστική δαπάνη, αρχικά μόνο 6% του συνόλου, δεν επαρκούσε. Το 1989, το ραδιοφωνικό μερίδιο των συνολικών διαφημιστικών δαπανών αυξήθηκε στο 7,3%, αλλά και αυτό ακόμα δεν ήταν αρκετό.
Οι οικονομικές δυσκολίες έγιναν έντονες ιδιαίτερα στους συνεταιρικούς δημοτικούς σταθμούς που λειτουργούσαν γύρω από την Αθήνα, και είχαν ως αποτέλεσμα την πρώτη απεργία των υπαλλήλων μη κρατικών ραδιοφωνικών σταθμών –αλλά και οι υπάλληλοι σε άλλους σταθμούς δεν πληρώνονταν κανονικά. Ακόμη, εκπρόσωποι των οργανισμών πνευματικών δικαιωμάτων απείλησαν να προσφύγουν στα δικαστήρια γιατί οι σταθμοί δεν κατέβαλαν τα δικαιώματα για τους δίσκους που έπαιζαν.
Τα οικονομικά προβλήματα είχαν επίσης ως αποτέλεσμα έναν μεγαλύτερο ανταγωνισμό ανάμεσα στους σταθμούς για την εξασφάλιση εισοδημάτων από δημοφιλή προγράμματα και δημοφιλείς παρουσιαστές, ιδιαίτερα στην Αθήνα. Και οι ιδιωτικοί και οι δημοτικοί σταθμοί στηρίζονταν στα δημοφιλή προγράμματα για να κερδίσουν μεγάλο ακροατήριο έτσι ώστε να εξασφαλίσουν κέρδη και πολιτική ισχύ, αντιστοίχως. Κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων, αναρίθμητα «ραδιοφωνικά αστέρια», καθώς επίσης και διοικητικά στελέχη σταθμών, άλλαξαν σταθμούς, είτε για περισσότερα χρήματα ή λόγω διαφωνιών με το πρόγραμμα ή λόγω πολιτικών διαφορών. ΣΕ αυτό το περιβάλλον, η ελεύθερη ραδιοφωνία έφτασε να σημαίνει ζωντανό ραδιόφωνο, διαγωνισμούς, δώρα και μπίνγκο και πρωταρχικά αγγλο-αμερικάνικη μουσική.
Η ξένη μουσική, εντούτοις, είχε κάνει την εμφάνισή της στην Ελλάδα πολύ πριν την περιπέτεια του ελεύθερου ραδιοφώνου. Πέρα από τους πειρατικούς σταθμούς, οι περισσότεροι των οποίων εξέπεμπαν ξένη μουσική, το κρατικό ραδιόφωνο είχε επίσης ικανό ποσοστό ξένης μουσικής. Σε οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας, οι ακροατές στην Ελλάδα μπορούσαν να βρουν ξένη δημοφιλή μουσική σε κάποιο σταθμό. Το Δεύτερο και το Τέταρτο Πρόγραμμα παρείχαν την περισσότερη ξένη μουσική σε εθνικό επίπεδο. Αυτές οι δύο υπηρεσίες εξέπεμπαν ξένη μουσική με διακοπές όλη τη μέρα και είχαν ειδικά προγράμματα κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που έπαιζαν αποκλειστικά ξένη μουσική. Το Δεύτερο Πρόγραμμα εξέπεμπε ξένη μουσική αποκλειστικά κατά το 26% των συνολικών ωρών προγράμματος, ενώ 14% περιελάμβανε ένα μείγμα ελληνικής και ξένης μουσικής.
(Τσάμπρας, 1985, 6 Απριλίου).
Το Τέταρτο Πρόγραμμα εξέπεμπε ξένη μουσική αποκλειστικά κατά 10% των συνολικών ωρών, ενώ 23% περιελάμβανε ένα μείγμα ελληνικής και ξένης μουσικής
Η ξένη μουσική, εντούτοις, είχε κάνει την εμφάνισή της στην Ελλάδα πολύ πριν την περιπέτεια του ελεύθερου ραδιοφώνου. Πέρα από τους πειρατικούς σταθμούς, οι περισσότεροι των οποίων εξέπεμπαν ξένη μουσική, το κρατικό ραδιόφωνο είχε επίσης ικανό ποσοστό ξένης μουσικής. Σε οποιαδήποτε στιγμή της ημέρας, οι ακροατές στην Ελλάδα μπορούσαν να βρουν ξένη δημοφιλή μουσική σε κάποιο σταθμό. Το Δεύτερο και το Τέταρτο Πρόγραμμα παρείχαν την περισσότερη ξένη μουσική σε εθνικό επίπεδο. Αυτές οι δύο υπηρεσίες εξέπεμπαν ξένη μουσική με διακοπές όλη τη μέρα και είχαν ειδικά προγράμματα κατά τη διάρκεια της εβδομάδας που έπαιζαν αποκλειστικά ξένη μουσική. Το Δεύτερο Πρόγραμμα εξέπεμπε ξένη μουσική αποκλειστικά κατά το 26% των συνολικών ωρών προγράμματος, ενώ 14% περιελάμβανε ένα μείγμα ελληνικής και ξένης μουσικής.
(Τσάμπρας, 1985, 6 Απριλίου).
Το Τέταρτο Πρόγραμμα εξέπεμπε ξένη μουσική αποκλειστικά κατά 10% των συνολικών ωρών, ενώ 23% περιελάμβανε ένα μείγμα ελληνικής και ξένης μουσικής
(Τσάμπρας, 1985, 27 Απριλίου).
Οι περισσότεροι νέοι ραδιοφωνικοί σταθμοί δεν στόχευαν σε συγκεκριμένα ακροατήρια (narrowcasting) όλη την ημέρα, αλλά διαμόρφωναν τρίωρες ζώνες προγράμματος. Για παράδειγμα, ο δημοτικός σταθμός του Πειραιά είχε δέκα παραγωγούς ζώνης, ο καθένας υπεύθυνος για ένα τρίωρο. Επειδή αυτοί οι νέοι σταθμοί βγήκαν στον αέρα όλοι μαζί, πολλοί παραγωγοί/εκφωνητές είτε ερχόντουσαν από το κρατικό ραδιόφωνο είτε ήταν πρώην ραδιοπειρατές. Αυτοί οι πρώην πειρατές ήταν αυστηρά disc jockeys.
Οι περισσότεροι νέοι ραδιοφωνικοί σταθμοί αφιέρωναν περίπου 30% του προγράμματός τους σε ειδήσεις, συζητήσεις για θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος και αθλητικά, ενώ το υπόλοιπο ήταν μουσική. Το μερίδιο της μουσικής είχε ισχυρή αμερικανική συνιστώσα.
Τα εβδομαδιαία μερίδια ακροαματικότητας των ραδιοφωνικών σταθμών προκαλούσαν αντιπαραθέσεις, καθώς συχνά έδειχναν αντίθετα αποτελέσματα. Σύμφωνα με αυτά, οι πιο δημοφιλείς σταθμοί στην Αθήνα στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ήταν ο «Αθήνα 98,4» και οι ιδιωτικοί σταθμοί Sky, Top FM και Αντέννα. Ένας άλλος δημοφιλής σταθμός ήταν ο Jeronymo Groovy, πρώην πειραματικός σταθμός που είχε βγει στον αέρα από το 1966.
Εδώ θα πρέπει να αναφερθούμε όσο διεξοδικά γίνεται και στην πρώτη προσπάθεια ιδιωτικού ραδιοφώνου στην περιοχή μας. Συγκεκριμένα το 1987 ιδρύεται στην Άρτα, το Ράδιο Άρτα, μια συλλογική προσπάθεια από νεαρούς, πρώην ραδιοπειρατές οι περισσότεροι, όπως ο Σαλαμούρας, οι αδερφοί Παπαθανασίου, ο Κολοβάτσιος, ο Πανοδήμος και άλλοι που δεν θυμάμαι τα ονοματά τους. Το Ράδιο Άρτα ήταν μάλιστα από τους πρώτους ιδιωτικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς της χώρας, σε μια δύσκολη περίοδο. Φυσικά επειδή λειτούργησε σε επαγγελματικό επίπεδο ήταν και από τους πρώτους στην χώρα που απέκτησε άδεια λειτουργίας. Μπορεί να μιλάμε για επαγγελματικό επίπεδο αλλά οι συνθήκες κάτω από τις οποίες γινόταν οι εκπομπές ήταν εξαιρετικά δυσχερής. Μηχανήματα απαρχαιωμένα, πομποί ιδιοκατασκευές με μεράκι από τους συνεργάτες μας, πικάπ τα οποία σταματούσαμε με τα χέρια για να ξεκινήσει το τραγούδι μετά την πρόζα και διάφορα τέτοια. Όμως επικρατούσε τέτοιο μεράκι, κέφι, ζωντάνια και γνώση του αντικειμένου (της ξένης μουσικής) που αμέσως ο σταθμός αγαπήθηκε από το κοινό όλης της γύρω περιοχής, άρτας, φιλιππιάδας, πρέβεζας, αμφιλοχίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι 20 χρόνια αργότερα υπάρχουν άνθρωποι που μιλούν με ενδιαφέρον και νοσταλγία για την εκπομπή Βόλτες στο κόσμο του Βινυλίου, που σάρωνε κυριολεκτικά. Να σας πω μόνο ότι σε ένα διαγωνισμό εκείνης της εποχής ζητούσαμε από τους ακροατές να έρθουν με μια απόδειξη αγοράς στα χέρια τους από το κατάστημα που ήταν χορηγός της εκπομπής. Όποιος ερχόταν πρώτος θα κέρδιζε ένα μπουφάν μάρκας Replay δώρο του χορηγού. Αποτέλεσμα ήταν να γίνει πραγματική συγκέντρωση στην πλατεία Κιλκίς. Μαζεύτηκαν πάνω από 2000 ακροατές οι οποίοι προκάλεσαν κομφούζιο και φυσικά ήρθε η αστυνομία να ρυθμίσει την κυκλοφορία.
Το ραδιόφωνο τότε είχε τρομερή δύναμη και ο κόσμος το πίστευε σαν μέσο. Κάποια άλλη στιγμή – δεν είναι του παρόντος – θα σας μεταφέρω στιγμές ραδιοπειρατών από την Φιλιππιάδα. Ευτυχώς συμμετείχα σε κάποιες προσπάθειες εκείνης της εποχής, από το 1984 με τον λαμπάτο σταθμό του Σπύρου Χρόνη στην Παλιά Φιλιππιάδα μέχρι το 1989 και τον εναλλακτικό σταθμό των αδερφών Τσακαγιάννη.
Κατά το τέλος της πρώτης διετίας της ελεύθερης ραδιοφωνίας, τα ανταγωνιστικά κέντρα εξουσίας της ελληνικής ραδιοφωνίας ήταν οι κρατικές ραδιοφωνικές υπηρεσίες (ΕΡΑ), οι δημοτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, και οι ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί εκδοτών εφημερίδων. Την ίδια περίοδο οι ραδιοερασιτέχνες, οι μόνοι που πραγματικά ασκούσαν «ελεύθερη ραδιοφωνία», μάχονταν για να τους επιτραπεί να συμμετάσχουν. Η συνεχής εξέλιξη των ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών χωρίς μεγάλη επίβλεψη από το κράτος είχε οδηγήσει στην απελευθέρωση των ραδιοφωνικών κυμάτων καθώς επίσης και σε τρομερά μεγάλα τεχνικά, πολιτικά και οικονομικά προβλήματα. Πέρα από όλα τα προβλήματα, εντούτοις, η «ελεύθερη ραδιοφωνία», ως κίνηση, ήταν δημοφιλής. Σπινθήριζε πολιτικές και φιλοσοφικές συζητήσεις, και ήταν πολυσυζητημένο στα μέσα. Αν και πολλοί ένιωθαν ότι αυτή η χαοτική κατάσταση της ελληνικής ραδιοφωνίας ήταν προσωρινή, υπήρχε και η αίσθηση ότι «τίποτα δεν είναι πιο μόνιμο από το προσωρινό». Στο μεταξύ, η ιδιωτικοποίηση του ραδιοφώνου άνοιξε την όρεξη του κόσμου για περισσότερες επιλογές και στα προγράμματα της τηλεόρασης.
Κατά το τέλος της πρώτης διετίας της ελεύθερης ραδιοφωνίας, τα ανταγωνιστικά κέντρα εξουσίας της ελληνικής ραδιοφωνίας ήταν οι κρατικές ραδιοφωνικές υπηρεσίες (ΕΡΑ), οι δημοτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, και οι ιδιωτικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί εκδοτών εφημερίδων. Την ίδια περίοδο οι ραδιοερασιτέχνες, οι μόνοι που πραγματικά ασκούσαν «ελεύθερη ραδιοφωνία», μάχονταν για να τους επιτραπεί να συμμετάσχουν. Η συνεχής εξέλιξη των ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών χωρίς μεγάλη επίβλεψη από το κράτος είχε οδηγήσει στην απελευθέρωση των ραδιοφωνικών κυμάτων καθώς επίσης και σε τρομερά μεγάλα τεχνικά, πολιτικά και οικονομικά προβλήματα. Πέρα από όλα τα προβλήματα, εντούτοις, η «ελεύθερη ραδιοφωνία», ως κίνηση, ήταν δημοφιλής. Σπινθήριζε πολιτικές και φιλοσοφικές συζητήσεις, και ήταν πολυσυζητημένο στα μέσα. Αν και πολλοί ένιωθαν ότι αυτή η χαοτική κατάσταση της ελληνικής ραδιοφωνίας ήταν προσωρινή, υπήρχε και η αίσθηση ότι «τίποτα δεν είναι πιο μόνιμο από το προσωρινό». Στο μεταξύ, η ιδιωτικοποίηση του ραδιοφώνου άνοιξε την όρεξη του κόσμου για περισσότερες επιλογές και στα προγράμματα της τηλεόρασης.
Σε λίγες ημέρες το τρίτο και τελευταίο μέρος!
Σημειώσεις:
Θ. Ζαχαρόπουλου - Μ. Παράσχου: Mass Media in Greece
Δημήτρης Ψυχογιός : Μέσα Επικοινωνίας
Γιώργος Κολοβάτσιος
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)